ΠΕΡΙ ΕΡΗΜΩΝ
(τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας και Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου)
Ὁ Ἰανουάριος εἶναι ὁ κατ᾿ ἐξοχὴν μήνας τοῦ ἔτους ὅπου γίνεται ἰδιαίτερος λόγος γιὰ τὶς ἐρήμους.
Τὰ ἀναγνώσματα τῶν Χριστουγέννων καὶ τῶν Φώτων μιλοῦν γιὰ τὴν πορεία τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ
λαοῦ μὲ ἡγέτη τὸν Μωϋσῆ μέσα ἀπὸ τὴν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου πρὸς τὴν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας.
Τὸ
εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς πρὸ τῶν Φώτων ἀναφέρεται στὴν ζωὴ καὶ τὸ
κήρυγμα τοῦ τιμίου Προδρόμου, στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου.
Τὸ
Σάββατο μετὰ τὰ Φῶτα διαβάζουμε τὸ εὐαγγέλιο ποὺ ἀναφέρεται στοὺς πειρασμοὺς ποὺ
δέχθηκε ὁ Κύριος, ἀμέσως μετὰ τὸ βάπτισμά Του, στὴν ἔρημο τοῦ Σαρανταρίου ὄρους.
Ὁ
ὅσιος Ἀντώνιος ὁ Μέγας (17 Ἰανουαρίου) «ἐγεώργησε τὸ ἄγονον» τῶν Αἰγυπτιακῶν
ἐρήμων.
Ἡ
ζωὴ τῶν ἁγίων Μακαρίων, Αἰγυπτίου καὶ Ἀλεξανδρέως (19 Ἰανουαρίου), ἐξελίσσετο σὲ
μιὰν ἄλλη ἔρημο, στὴν ἔρημο τῆς Νιτρίας.
Ἡ
πνευματικὴ ζωὴ καὶ ὁ ποταμὸς τῆς θεολογίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου (25
Ἰανουαρίου), ξεκίνησε ἀπὸ τὴν ἔρημο τοῦ Πόντου.
Ὅποιος
θέλει νὰ ζήσει πνευματικὰ τὸν Ἰανουάριο καλεῖται σὲ μιὰ πορεία μέσα ἀπὸ τὶς
γόνιμες ἐρήμους τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ ἔννοια τῆς ἐρήμου εἶναι ποὺ προσδιορίζει τὴν
πνευματικὴ ταυτότητα τοῦ Ἰανουαρίου.
Ἐνῶ ὅμως στὴν σκέψη ὅλων μας ἡ ἔρημος ἔχει μιὰν ἀρνητικὴ ἔννοια καὶ
σημαίνει μεγάλη ζέστη καὶ πολὺ κρύο, ξηρασία, ἀκαρπία, γενικὴ δυσφορία καὶ
δυσκολία, ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας μᾶς παρουσιάζει τὶς ἐρήμους μὲ γλυκειὰ
ζεστασιά• ἀντὶ γιὰ κρύο νὰ προσφέρουν δροσιά• ἐνῶ εἶναι ἄγονες νὰ παράγουν τοὺς
πλέον εὔχυμους καρπούς• ἐνῶ τὸ περιβάλλον τους εἶναι ἀπαράκλητο νὰ ἀποτελοῦν
τόπους βαθειᾶς ἐσωτερικῆς παρακλήσεως• ἐνῶ εἶναι γυμνὲς ἀπὸ συντυχίες καὶ ἐρεθίσματα
νὰ εἶναι γεμᾶτες ἀπὸ παρουσία• ἐνῶ εἶναι ἔρημοι νὰ θυμίζουν τὸν παράδεισο.
Ἔρημος στὴν πνευματικὴ ἐμπειρία καὶ διάλεκτο σημαίνει ἡσυχία, μέσα στὴν ὁποία
κάποιος μπορεῖ νὰ ἀκούει, καὶ διαύγεια, ποὺ μπορεῖ κανεὶς μακρυὰ καὶ καθαρὰ νὰ
βλέπει. Στὴν ἔρημο, τὸ φαινόμενο τοῦ ἀντικατοπτρισμοῦ κάνει τὰ μακρινὰ νὰ
φαίνονται πολὺ κοντινά καὶ ἡ θολούρα δίνει τὴν θέση της στὴν καθαρότητα. Ἔτσι
καὶ στὴν πνευματικὴ ἔρημο μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀκούει ἤχους ποὺ δὲν συλλαμβάνονται
μέσα στὴν ζάλη τῶν φροντίδων, τῶν πειρασμῶν καὶ τῶν περισπασμῶν. Μπορεῖ νὰ
βλέπει πολὺ μακρυὰ καὶ νὰ διακρίνει ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα τὰ θεϊκά, ἀπὸ τὰ
παρερχόμενα τὰ αἰώνια, ἀπὸ τὰ ἁμαρτωλὰ καὶ τὰ φθαρτὰ τὰ ἅγια καὶ ἄφθαρτα. Μπορεῖ
κανεὶς νὰ βλέπει τὴν ψυχὴ μὲ διαφάνεια καὶ τὸν Θεὸ καὶ καθαρὰ καὶ κοντά Του. Σ᾿
αὐτὸ βοηθάει ὁ τόπος τῆς ἐρήμου, κυρίως ὅμως ὁδηγεῖ ἡ κατάσταση τῆς πνευματικῆς
ἐρήμου. Στὸν «Περὶ τῆς εἰς Πόντον φυγῆς» λόγο του, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀναφέρεται
ἐκτενῶς σ᾿ αὐτὴν τὴν ἄλλη ἔρημο, στὴν ἔρημο ποὺ εἶναι περισσότερο κατάσταση καὶ
ζωὴ καὶ λιγότερο τόπος• σ᾿ αὐτὴν ποὺ γέννησε τὸν ποταμὸ τῆς θεολογίας του• σ᾿ αὐτὴν
ποὺ γιὰ νὰ γευθεῖς τὴν παγκαρπία της «ἐρημώνεσαι» καὶ γιὰ νὰ τὴν πλησιάσεις «ἀναχωρεῖς
καὶ ἀπομακρύνεσαι».
Ἡ ἐπίσκεψη σ᾿ αὐτὲς τὶς ἐρήμους δὲν ἀποτελεῖ κλήση μόνον τῶν ἀσκητῶν, ἀλλὰ
εἶναι ἡ κλήση κάθε πιστοῦ ποὺ ζεῖ τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Ἔχουμε στὰ χέρια
μας μικρὴ ἴσως δύναμη ἀλλὰ ἀνυπολόγιστες δυνατότητες. Ἡ δυνατότητα ὅλων μας εἶναι
νὰ γίνουμε «ἐρημίτες». Ὁ Μέγας Ἀντώνιος ξεπερνώντας τὴν φύση του ἀνεχώρησε ἀπὸ
τὸν κόσμο καὶ γύμνωσε ταυτόχρονα τὴν ζωή του ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Ἔγινε «ὅλος ἑαυτῷ
ἀφιστάμενος» κατὰ τὸν ὑμνωδό. Ἀνάλογα, ἐμεῖς καλούμαστε νὰ ἀναχωρήσουμε ἀπὸ τὸν
ἐγωισμό μας καὶ ἀπὸ τὸ κοσμικό μας φρόνημα. Ἐκεῖνος ἀνεχώρησε καὶ ἀπὸ τὸν
χρόνο, προέβλεπε τὰ μέλλοντα• ἐμεῖς καλούμαστε νὰ ἐγκαταλείψουμε τὴν
χρονικότητα, τὴν δέσμευση δηλαδὴ στὸ ἐφήμερο καὶ πρόσκαιρο, καὶ νὰ ζήσουμε τὴν
αἰωνιότητα. Ἀνεχώρησε τέλος ἀπὸ τὴν μιζέρια τῆς πολυπραγμοσύνης τῆς ἁμαρτίας στὴν
ἔρημο τῆς καταστολῆς τῶν παθῶν. Σ᾿ αὐτὸ πρέπει ἀπόλυτα νὰ τὸν μιμηθοῦμε. Ὅλοι
καλούμεθα νὰ ζήσουμε μιὰ ζωὴ ἔρημη ἀπὸ ἐγωισμὸ καὶ κοσμικότητα, γυμνὴ ἀπὸ ἐφημερότητα
καὶ χρονικότητα, δίχως ἁμαρτία καὶ στενότητα.
Ἡ ἔρημος ἀπὸ τὸν ἐμπαθῆ ἑαυτό μας εἶναι ἡ πρώτη ἔρημος τῆς πνευ-ματικῆς
ζωῆς. Εἶναι ἡ φυγὴ ἀπὸ τὰ θελήματά μας ποὺ ἐμφανίζονται καὶ ἐκφράζονται ὡς ἀπαιτήσεις
καὶ ἰδιορρυθμίες. Εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τοὺς ἄρρωστους καὶ φορτισμένους
λογισμούς μας ποὺ συνήθως φανερώνουν συναισθήματα παθολογικά. Νομίζουμε ὅτι οἱ ἄλλοι
εἶναι ἐναντίον μας, ἐνῶ κανεὶς δὲν εἶναι• ὅτι δὲν μᾶς ἔχουν ἐμπιστοσύνη, ἐνῶ ἐμεῖς
δὲν τοὺς ἔχουμε• ὅτι μᾶς στραβοκοιτοῦν, ἐνῶ αὐτὸ δὲν συμβαίνει. Δημιουργοῦμε ἱστορίες
ἀνυπόστατες ποὺ τὶς πιστεύουμε σὰν πραγματικές. Πνευματικὴ ζωὴ μὲ ἄρρωστους
λογισμούς, βαθειὰ ριζωμένους μέσα μας δὲν γίνεται, οὔτε μὲ παθολογικὰ θελήματα,
οὔτε μὲ προκαταλήψεις, οὔτε μὲ φόβους, οὔτε μὲ μειονεξίες, οὔτε μὲ ζήλειες καὶ ἀνασφάλειες.
Ἡ ὄντως ζωὴ εἶναι ἔρημη ἀπὸ φόβους, ἀπὸ ἀνάγκες ποὺ διαρκῶς ἐμεῖς δημιουργοῦμε,
ἀπὸ ὑποψίες, ἀπὸ συμπλέγματα καὶ φαντασίες, ἀπὸ δικαιώματα, ἀπὸ παράπονα, ἀπὸ
πικρίες, ἀπὸ παθολογικὲς καὶ φορτισμένες σχέσεις, ἀπὸ κακίες καὶ στραβὲς
συνήθειες, ἀπὸ ἐξαρτήσεις, ἀπὸ ἄρρωστες ἐλπίδες. Τὰ λάθος ὄνειρά μας, οἱ λάθος
προοπτικές μας, οἱ ἐσφαλμένες ἀξιολογήσεις καὶ ἱεραρχήσεις στὴν ζωή μας ἀποτελοῦν
τὴν κόλασή μας. Γιατί αὐτὰ εἶναι ἀρρώστεια, εἶναι στοιχεῖα τῆς πτώσεως, εἶναι
γεννητικὰ ἁμαρτίας, εἶναι διαβρωτικὰ καὶ στερητικὰ τῆς ἐλευθερίας μας.
Ἡ πνευματικὴ ζωὴ θέλει νὰ ἀφήσουμε τοὺς πολυσύχναστους χώρους τοῦ ἐμπαθοῦς
ἐγωισμοῦ μας καὶ νὰ δημιουργήσουμε ὁ καθένας μας τὴν δική του ἔρημο, τὸ
περιβάλλον τῆς δικῆς του ἀσκήσεως, τὸν τόπο τῶν δικῶν του ἀγώνων, τὴν ἀτμόσφαιρα
τῶν νέων προοπτικῶν. Ἡ ὑπὲρ φύσιν ζωὴ μόνο στὸ θεμέλιο μιᾶς κατὰ φύσιν ἰσορροπίας
μπορεῖ νὰ οἰκοδομηθεῖ.
Οἱ ἀληθινοὶ ἐρημίτες εἶχαν ἤδη ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ αὐτὲς τὶς πολύβοες
«πόλεις». Αὐτοὶ ζοῦσαν καὶ τὴν κατάσταση τῆς δεύτερης ἐρήμου, τῆς ἐρήμου ἀπὸ τὸν
φυσικὸ ἑαυτό μας. Σηκώνονταν καὶ ἔφευγαν, καὶ ἔτρεχαν, προσέτρεχαν στὴν ἔρημο. Ἔτρωγαν
βρασμένα λάχανα, ὅπως ὁ ἅγιος Μακάριος, γιὰ ἑπτὰ ὁλόκληρα χρόνια. Ἠρνοῦντο κάθε
ἀνάπαυση, κάθε ἀπόλαυση, κάθε χαμόγελο καὶ χάδι αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Τίποτα ὑλικὸ
δὲν εἶχαν ὡς παρηγοριά. Κάθε ἐνδιαφέρον, κάθε ἐλπίδα, ὁλόκληρος ὁ ἑαυτός τους ἦταν
προσανατολισμένος πρὸς τὴν βασιλεία, τὸν κόσμο καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐρχόταν
ὁ Θεὸς μέσα τους. Οἱ ἅγιοι ζοῦν τὸν Θεὸ στὶς καρδιές τους. Γιὰ τὸν ἀληθινὰ ἐξαγιασμένο
ἄνθρωπο, ἀνάγκη εἶναι μόνον ὁ Θεὸς καὶ ἡ προσδοκία τοῦ θανάτου. Ἀνάγκη δὲν εἶναι
νὰ ἔχουν οἱ ἄλλοι τὴν δική μας ἀνάγκη.
Ὑπάρχει ὅμως καὶ μιὰ τρίτη ἀνώτερη ἀναχώρηση• εἶναι ἡ ἀναχώρηση ἀπὸ τὴν
φυλακὴ τῆς πτώσεώς μας, δηλαδὴ ἀπὸ τὶς ροπές μας. Ὁ καθένας μας μὲ τὸ ποὺ ἔρχεται
σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο φέρνει ἐπάνω του τὴν σφραγίδα τῆς πτώσεως, τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος,
ποὺ μπορεῖ νὰ τὴν ἐξαλείψει μὲ τὸ ἅγιο βάπτισμα. Ὅταν κάποιος ἀγωνίζεται νὰ ἀπορρίψει
ἀπὸ πάνω του τὰ ἄρρωστα στοιχεῖα ποὺ προαναφέραμε, τότε ἐνεργοποιεῖ τὸ βάπτισμα
μέσα του καὶ τότε μπορεῖ νὰ ξεπερνάει τὴν ροπή, τὴν φύση, τὴν τάση, τὴν ἀσθένεια
τῆς πτώσεώς του. Τότε μπορεῖ νὰ ζήσει μεγάλα καὶ οὐράνια πράγματα. Νὰ ἀντικρύσει
τὸν κόσμο γυμνὸ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ γεμᾶτο ἀπὸ τὴν χάρι τῆς ἀρχέγονης
δημιουργίας. Ἐδῶ ὁ Θεὸς βιοῦται ὡς παντοδύναμος καὶ πάνσοφος δημιουργός.
Ὁ πνευματικὸς ἀναχωρητὴς ὅμως ἔχει ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν δυνατότητα νὰ ἐξέρχεται
καὶ τῆς κτίσεως, νὰ ζεῖ στὴν κατάσταση τῆς ἐρήμου τοῦ ἀκτίστου. Ἡ ἀναχώρηση ἀπὸ
τὰ δεσμὰ τῆς κτιστότητός μας εἶναι ἡ βαθύτερη ἔρημος, ἡ ἔσω ἔρημος τῆς
πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ χριστιανὸς εἶναι κτιστός, ἀλλὰ ἀναζητεῖ τρόπους καὶ
παράθυρα νὰ μετέχει τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Κτιστὸς ὢν μπορεῖ νὰ
μετέχει τῆς ἄκτιστης θεϊκῆς χάριτος. Στὸν τόπο αὐτῆς τῆς βαθειᾶς ἐρήμου βιοῦται
ὁ Θεὸς ὡς Πατέρας καὶ ἡ χάρις Του ὡς ἀγάπη.
Οἱ ἔρημοι γιὰ τὶς ὁποῖες μιλοῦμε, εἶναι ἔρημοι ποὺ γεμίζουν τὴν καρδιὰ μὲ
πνευματικὰ δῶρα καὶ ἀληθινοὺς καρπούς. Ἔτσι ἡ πορεία στὴν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου ὁδήγησε
τοὺς Ἰουδαίους στὴν Γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Ἡ ἔρημος τοῦ Ἰορδάνου χάριζε τὴν αἴσθηση
τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν μετάνοια. «Μετανοεῖτε, ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν
οὐρανῶν» (Ματθ. γ' 2). Ἡ ἔρημος τῶν πειρασμῶν τοῦ Κυρίου κατέληξε στὴν
νίκη κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ τὴν ἀπομάκρυνσή του• «τότε ἀφίησιν αὐτὸν ὁ
διάβολος» (Ματθ. δ΄ 11). Ἡ ἔρημος τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου ἀπέδειξε τὰ μεγάλα
κατορθώματα καὶ τὴν αἴγλη τῆς ἀνθρώπινης φύσεως. Καὶ τέλος ἡ ἔρημος τοῦ Πόντου
καὶ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου προκάλεσε τὴν γέννηση τῆς θεολογίας. Ὁ ἅγιος
Γρηγόριος ἔκλαιγε τὴν ἀναχώρησή του ἀπὸ τὴν δική του ἔρημο. Ἔζησε στὴν ἡσυχία
καὶ ἄκουγε αὐτὰ ποὺ δὲν ἀκοῦν τὰ αὐτιά μας. Ζοῦσε στὴν ἔρημο τοῦ πόθου καὶ ἀντίκρυζε
τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐμεῖς, οὔτε μὲ τὴν φαντασία μας δὲν μποροῦμε νὰ
πλησιάσουμε. Καὶ τέλος ἀξιώθηκε ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωή, ὄχι ἁπλὰ νὰ προσεγγίσει τὸν
Θεό, ἀλλὰ «τὸν ἄδυτον ὑπελθὼν γνόφον νὰ δεχθῇ τὴν θεοτύπωτον
νομοθεσίαν» (α΄ τροπάριο Λιτῆς).
Ὅποιος ζεῖ μ᾿ αὐτὸ τὸ πνεῦμα καὶ τὸν τρόπο καὶ εἶναι προσανατολισμένος πρὸς
αὐτὴν τὴν κατεύθυνση, ὅποιος βαδίζει μυστικὰ τὴν ὁδὸ τῆς ζωῆς του μέσα στὴν ἀτμόσφαιρα
αὐτῆς τῆς ἐρήμου, τῆς ἐρήμου ἀπὸ τὰ πάθη του, ἀπὸ τὴν φύση του, ἀπὸ τὶς πτωτικὲς
ροπές του καὶ ἀπὸ τὴν κτιστότητά του, ὁ Θεὸς ὑπόσχεται νὰ τοῦ χαρίσει τὴν γῆ τῶν
οὐρανίων ἐπαγγελιῶν, τὴν νίκη κατὰ τῶν πειρασμῶν, τὴν βίωση τῆς βασιλείας τοῦ
Θεοῦ διὰ τῆς μετανοίας, τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀνθρώπινης φύσεως ποὺ καὶ τὴν πτώση νικᾶ,
τὴν αἴσθηση ὅτι ἡ θεολογία δὲν εἶναι κάτι ποὺ ὡς χριστιανοὶ εἴμαστε ὑποχρεωμένοι
νὰ σπουδάσουμε, ἀλλὰ κάτι ποὺ διαρκῶς γεννᾶται μέσα στὴν καρδιὰ κάθε πιστοῦ. Ἡ
χάρις δὲν εἶναι κάτι ποὺ κάποιοι ἀπολαμβάνουν ὡς εὔνοια καὶ δῶρο, ἀλλὰ εἶναι
δύναμη ποὺ ὅλοι μας τὴν ἔχουμε ὡς δυνατότητα.
Κάθε χρόνο, κατὰ τὸν μήνα Ἰανουάριο, ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς προβάλλει
μεγάλους ἁγίους ἀσκητὲς καὶ θεολόγους, ὅπως τοὺς τρεῖς Ἱεράρχες, καὶ μᾶς
προτρέπει νὰ ζήσουμε τὴν χάρι τῆς θεολογίας ὥστε καθὼς θὰ ἀντικρύζουμε τὴν ἡμέρα
τῆς Ὑπαπαντῆς τὸν πρεσβύτη Συμεὼν νὰ δέχεται στὴν ἀγκαλιά του τὸν Κύριο, νὰ
μπορέσουμε νὰ γίνουμε μὲ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ ὁ καθένας μας καὶ θεοδόχος.
Καθὼς μᾶς προσεγγίζουν μεγάλες γιορτές, πλησιάζουν καὶ μοναδικὲς εὐκαιρίες.
Μὲ λίγη σκέψη καὶ ἀρκετὴ φρόνηση πνευματικὴ μποροῦμε καὶ πρέπει ὅλοι μας νὰ
γίνουμε καὶ θεολόγοι καὶ θεοδόχοι• ἡ καρδιά μας νὰ δέχεται τὴν χάρι Του καὶ ὁ
νοῦς μας νὰ γεννᾶ τὸν λόγο Του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου