Τρίτη 19 Ιουνίου 2018

Ο Τυρναβίτης Νεόφυτος Χρηστόπουλος Ιβηρίτης- ΑΠΟ ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ


Tyrnavitis90
Από την Κωνσταντινιά Πατσή
Τυρναβίτης σπουδαίος δάσκαλος και λόγιος με πολυσχιδή δραστηριότητα, ιερομόναχος και προηγούμενος στη Μονή των Ιβήρων του Αγίου Όρους.
Υπήρξε φιλόβιβλος, κωδικογράφος και καλλιγράφος, αλλά και συνθέτης Κανόνων. Διετέλεσε ιεροκήρυκας και διδάσκαλος σε σχολεία της Θεσσαλίας (Τύρναβος, Τρίκαλα), της Δυτικής Μακεδονίας (Κοζάνη) και στη Βλαχία κατά το πρώτο τέταρτο του 18ου αι. Ό Χαρίσιος Μεγδάνης σημειώνει γι’ αυτόν: «ὁ Νεόφυτος Ἱερομόναχος ἦτον δέ ὁ ἀνήρ κεκοσμημένος (…) μέ παιδείαν διαφέρουσαν (…), περιπατητικός τά μαθήματα, καί μετά τά γραμματικά καί ποιητικά ἐδίδασκεν εἰς τούς μαθητάς του τήν σειράν τῶν ἀριστοτελικῶν ἐπιστημονικῶν μαθημάτων κατά τήν ἀνάπτυξιν τοῦ Κορυδαλέως, καί ἐξόχως τούς ἐξήσκει εἰς τήν ῥητορικήν (…)».
Λιγοστές είναι οι πληροφορίες για τη ζωή, τις σπουδές, τη διδακτική και τη συγγραφική του δραστηριότητα.
Ό Νεόφυτος Χρηστόπουλος καταγόταν, όπως δηλώνει ο ίδιος, εκ της αριζήλου κωμοπόλεως Τυρνάβου και η γέννησή του πρέπει να τοποθετηθεί λίγο πριν από τη δεκαετία του 1670. Τον Οκτώβριο του 1691, βρίσκεται ήδη στη Μονή των Ιβήρων, όπου αντιγράφει μέρος του κώδ. Ιβήρων 521. Τον Ιούνιο του 1692 μαρτυρείται ως ιεροδιάκονος (κώδ. Ιβήρων 531) ενώ έξι χρόνια αργότερα (τον Ιούνιο του 1698) ως ιερομόναχος. Μεταξύ του 1697 και του 1704 μαθήτευε στη νεοσύστατη τότε Σχολή του Τυρνάβου, κοντά στους γνωστούς δασκάλους Μάρκο Πορφυρόπουλο τον Κύπριο και Αναστάσιο Παπαβασιλόπουλο τον εξ Ιωαννίνων (1700-1704/1705). Η μακρά φοίτηση σε δυο επιφανείς, την εποχή εκείνη δασκάλους, του προσέφερε έναν ικανό εξοπλισμό στην εγκύκλιο παιδεία, με ιδιαίτερη έμφαση στη γλώσσα, τη ρητορική και τη φιλοσοφία. Τον Οκτώβριο του 1705 ο Νεόφυτος βρισκόταν στη Λάρισα, αλλά τον Νοέμβριο του ιδίου έτους και πάλι στον Τύρναβο (κωδ. Ιβήρων 234). Στον Τύρναβο επίσης μαρτυρείται τον Απρίλιο και τον Αύγουστο του 1707 (κωδ. Μεταμορφώσεως Μετεώρων 354 και Ιβήρων 234). Κατόπιν επέστρεψε, φαίνεται, στο Άγιον Ορος, διότι, ενώ μέχρι τότε φέρεται απλώς ως ιερομόναχος Ιβηρίτης, από τον Ιανουάριο του 1710 και εξής υπογράφει συχνά ως ιερομόναχος και προηγούμενος Ιβηρίτης. Επειδή δε η θητεία των προηγουμένων στα ιδιόρρυθμα μοναστήρια ήταν ετήσια, πρέπει να υποθέσουμε ότι ο Νεόφυτος έμεινε στο Άγιον Ορος ένα τουλάχιστον χρόνο. Όχι όμως πολύ περισσότερο, αφού στις 3 Ιανουαρίου 1710 ήταν ήδη εγκατεστημένος στην Κοζάνη, ως σχολάρχης και ιεροκήρυκας. Αλλά και πάλι όχι για πολύ, διότι το 1711 ή στις αρχές του 1712 ο τότε μητροπολίτης της Λάρισας Παρθένιος (1688-1720) ίδρυσε στα Τρίκαλα σχολείο και μετεκάλεσε, φαίνεται, εκεί τον Νεόφυτο ως δάσκαλο. Σε έναν λόγο του, ο Νεόφυτος εγκωμιάζει τον λόγιο ιεράρχη, «ὅπου θεοσόφως καί πνευματοκινήτως εἰς τάς θεοφρουρήτους ἡμέρας τῆς ἀρχιερωσύνης του ἐσύστησε σχολεῖον ἑλληνικῶν μαθημάτων εἰς μέν τήν περίφημον πολιτείαν Τυρνάβου πρό χρόνων ἱκανῶν, νῦν δέ καί εἰς τήν θαυμαστήν καί περιλάλητον πολιτείαν καί μητρόπολιν Τρικκάλων ἐσύστησεν ὄχι μόνον ἑλληνικῶν μαθημάτων, ἄλλα καί μουσικῶν ᾀσμάτων καί τερετισμάτων, μέ συνδιάσκεψιν καί συνθέλησιν τῶν ἐντιμωτάτων κληρικῶν καί ἀρχόντων». Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στα Τρίκαλα συνέγραψε και εξεφώνησε λόγους- διδαχές- επ΄ευκαιρία διάφορων εορτών της Εκκλησίας και απέδωσε στην εγγράμματη εκκλησιαστική γλώσσα της εποχής του τον «Βίο του οσίου Αθανασίου του Μετεωρίτου».
Τον Δεκέμβριο του 1719, ο Νεόφυτος είχε ήδη επιστρέψει στη Μονή των Ιβήρων, όπως συνάγεται από ένα σημείωμα του κώδ. Ξηροποτάμου 293 (φ. 162). Σε κάποια περίοδο της ζωής του, πιθανώς το 1720, ο Νεόφυτος βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη (κωδ. Ιβήρων 650) όπου συνέθεσε έναν Κανόνα στην Θεοτόκο Πορταΐτισσα. Από την Πόλη, τον Μάιο του 1817 κατευθύνθηκε στο Βουκουρέστι, όπου ετοίμασε τον προσωπικό του κώδικα Ιβήρων 172, ο οποιος περιέχει, σε ελληνική μετάφραση, το «Προγνωστικόν των Μοσκόβων». Συνδέθηκε με τον ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαο Μαυροκορδάτο (1715-1716, 1719-1730), και ανέλαβε την εκπαίδευση των νεαρών τότε Κωνσταντίνου (1711-1769) και Ιωάννη (1712-1747) Μαυροκορδάτου. Ως διδάσκαλος των μπεϊζαντέδων (γιων των ηγεμόνων), προφανώς στο Βουκουρέστι, μαρτυρείται τον Μάρτιο του 1721. Αυτή είναι και η τελευταία, χρονικά, μνεία του Νεοφύτου Χρηστοπούλου. Φαίνεται όμως ότι επέστρεψε στο Άγιον Όρος και πέθανε στη Μονή των Ιβήρων, μετά το 1734, στην οποία άφησε την αξιόλογη βιβλιοθήκη του, με χειρόγραφα και έντυπα βιβλία, τα οποία σώζονται έως σήμερα.


Κώδικας Μεταμορφώσεως 354, φ.1r, , Νεοφύτου Ιβηρίτου, παράφραση Βίου οσίου Αθανασίου (1707)
Εργα του Νεοφύτου, ολα σχεδόν ανέκδοτα, είναι τα έξης:
* Διδαχές (κώδ. ‘Ιβήρων 350, 606, 619, 650, Ξενοφ. 538).
* Κανόνες στή Θεοτόκο Πορταΐτισσα (κώδ. ‘Ιβήρων 411, 619, 650) και στα Χριστούγεννα (κώδ. ‘Ιβήρων 650).
* Θρηνωδία εις τον θάνατον τον αρχιδιακόνου ‘Ιακώβου τοϋ Κυ-πρίου (κώδ. ‘Ιβήρων 650).
* Στίχοι εγκωμιαστικοί στον δάσκαλο του ‘Αναστάσιο Παπαβασιλόπουλο (κώδ. ‘Ιβήρων 91 και 110).
* Επιστολές στον δάσκαλο του Μάρκο Πορφυρόπουλο (κώδ. ‘Ιβή¬ ρων 350 και Χίου 16).
* Βίος του Άγιου ‘Αθανασίου του Μετεωρίτη, μεταφρασμένος άπο τον Νεόφυτο στην κοινή γλώσσα (κωδ. Μεταμορφώσεως Μετεώρων 354, Άγ . Στεφάνου Μετεώρων 56 και ‘Ιβήρων 350)
Βιβλιογραφία
Χ.Γ.Πατρινέλης (1995). Οι πρώτοι δάσκαλοι της Σχολής Κοζάνης (Από τον Γεώργιο Κονταρή ώς τον Ευγένιο Βούλγαρη). The Gleaner, 20, 5-19.
Κ. Ν. Κωνσταντινίδης – Δ. Κ. Ἀγορίτσας, Ἡ δημώδης παράφραση τοῦ Βίου τοῦ Ἀθανασίου Μετεωρίτου ἀπὸ τὸν Νεόφυτο Χριστόπουλο, ἱερoμόναχο Ἰβηρίτη (BHG, no. 195), Τρικαλινά 33 (2013)
Σπανός Κ. Χρηστόπουλος Νεόφυτος Ιβηρίτης (2.11.1697-30.8.1707, 18ος αι.) Χατζοπούλου Ευγενία, Δύο άγνωστα ιατρικά χειρόγραφα με έργα του Νικολάου Βελισδονίτη
Κώστας Ν. Κωνσταντινίδης, «Ο λόγιος ιβηρίτης μοναχός Νεόφυτος Χριστόπουλος και το έργο του», Η΄ Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο: Άγιον Όρος και Λογιοσύνη, Πρακτικά, Θεσσαλονίκη 2014,151-167.
* Η Κωνσταντινιά Πατσή είναι διευθύντρια του ΓΕ.Λ Τυρνάβου. Πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, κάτοχος Μεταπτυχιακού διπλώματος Master of Business Administration (MBA) του Staffordshire University
Κώδ. Ιβήρων 350, φ. 45r, Νεοφύτου Ιβηρίτου, παράφραση Βίου οσίου Αθανασίου (1707)

Πηγή: eleftheria.gr

Αφανείς Μοναχοί Μακεδονομάχοι της Αγιώνυμης Πολιτείας του Άθω


Του Δρ. Βασιλείου Ν. Πάππα*
ierolohites35
Είναι αλήθεια ότι απαιτήθηκε πολύς χρόνος, για να ερευνήσω τις Βιβλιοθήκες και τα αρχεία της χώρας, προκειμένου να εντοπίσω το αναγκαίο πρωτογενές υλικό και τη συναφή βιβλιογραφία και να απαντήσω έτσι στο ερώτημα, εάν, πράγματι, καταγράφηκαν και μέχρι ποιόν βαθμό τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίσθηκαν στο Άγιο Όρος από τις αρχές του 19ου αιώνα μέχρι την απελευθέρωσή του από το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, στις 2 Νοεμβρίου του 1912.
Κατά την έρευνα διαπιστώθηκε ότι, πολλά ιστορικά γεγονότα που επηρέασαν τη μοναστική ζωή στο Άγιο Όρος δεν διερευνήθηκαν εκτενώς, με εξαίρεση, τη μεγαλειώδη εθνική στιγμή της υψώσεως της ελληνικής σημαίας στην Ι. Μ. Εσφιγμένου, που σήμανε και την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 στη Χαλκιδική και στο Άγιο Όρος.
Η περιορισμένη πρόσβαση των ερευνητών στα μοναστηριακά αρχεία δυσχέρανε την ιστορική αποτίμηση της επίδρασης που είχαν ο Μακεδονικός Αγώνας και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι στην Αθωνική Πολιτεία, γεγονότα που συνετέλεσαν στην απελευθέρωση της Μακεδονίας. Η ιστορική σημασία αυτής της αποτίμησης είναι σημαντική.
Καθώς η συμβολή των Μοναχών του Αγίου Όρους στους προαναφερόμενους πολέμους υπήρξε πολυτιμότατη, μια και πολλοί μοναχοί συμμετείχαν σ’ αυτούς τους αγώνες, ενώ άλλοι προσέφεραν ανεκτίμητες υπηρεσίες στο Έθνος, με ποικιλότροπες δράσεις. Η συμβολή όλων αυτών έχει μελετηθεί κατά την ταπεινή μου άποψή ελάχιστα.
Στην κάλυψη αυτού του κενού φιλοδοξεί να συμβάλει η παρούσα σύντομη μελέτη μου.
Αναπόσπαστο τμήμα
Οι μοναχοί του Αγίου Όρους λοιπόν, ευρισκόμενοι ανέκαθεν στον πυρήνα του Ελληνικού κόσμου ως αναπόσπαστο τμήμα του, ήταν αδύνατον να σταθούν αμέτοχοι στις μεγάλες επιδιώξεις του υπόδουλου ελληνισμού για την ελευθερία και την ανεξαρτησία του Γένους.
Κάθε εθνικοαπελευθερωτική κίνηση των Ελλήνων συνέπαιρνε τις ψυχές τους. Και η συμμετοχή των Αγιορειτών στις εξεγέρσεις αυτές «πληρωνόταν» συχνά με βαρύ τίμημα. Με δυο λόγια, οι μοναχοί του Αγίου Όρους διαφύλαξαν με όλες τους τις δυνάμεις, ψυχή τε και σώματι, το θρησκευτικό φρόνημα του ορθόδοξου κόσμου. Ενώ παράλληλα διέσωσαν από εθνικές καταστροφές, καλλιτεχνικούς θησαυρούς ανυπολόγιστης πνευματικής αξίας.
Η προσφορά στο 1821
Αν και αυτό το άρθρο επικεντρώνεται στην περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα και των Βαλκανικών Πολέμων, οφείλουμε, ως φόρος τιμής, να πάμε πιο παλιά, και να μνημονεύσουμε την προσφορά των Αγιορειτών κατά την Επανάσταση του ’21 στο Άγιο Όρος, και τη συνεργασία του ηγουμένου της Μονής Εσφιγμένου Ευθύμιου και του Χαρτοφύλακα Νικηφόρου Ιβηρίτη με τον αρχιστράτηγο Εμμ. Παπά.
Στη συνέχεια δε, η επανάσταση που γρήγορα απλώθηκε στην ευρύτερη περιοχή (Πολύγυρος – 17 Μαΐου 1821), ενώ έληξε, άδοξα, λίγο αργότερα, με το ολοκαύτωμα της Κασσάνδρας. Όμως, επισημαίνουμε τη συμβολή των επί 8 μηνών αγώνων της εξέγερσης, μια και ανέκοψε την προέλαση των τουρκικών στρατευμάτων προς τη νότια Ελλάδα και παρείχε ικανό και πολύτιμο χρόνο στους εκεί Έλληνες να οργανώσουν καλύτερα τον αγώνα τους, εδραιώνοντας την Επανάσταση.
Αργότερα, στις 13 Απριλίου 1830, οι Τούρκοι φεύγουν από το Άγιον Όρος. Οι πολεμικές συγκρούσεις σταμάτησαν για 23 χρόνια στην περιοχή, μέχρι που τον Μάρτιο του 1854 στις τάξεις του στρατηγού Τσάμη Καρατάσου, που ηγείτο επαναστατικού κινήματος με σκοπό την απελευθέρωση της Μακεδονίας, συντάχθηκαν 200 μοναχοί, (Αγιοπαυλίτες, Γρηγοριάτες, Εσφιγμενίτες, Ιβηρίτες κ.ά.), αλλά και σερδάρηδες και σεϊμένιδες του Αγίου Όρους.
Στη μάχη που διεξήχθη στην περιοχή «Κουμίτσα» Ιερισσού, τα πυρομαχικά των Ελλήνων εσώθησαν, με αποτέλεσμα ο στρατός του Καρατάσου να ηττηθεί ολοσχερώς. Και με τα γεγονότα αυτά κλείνει και ο κύκλος όσων συνέβησαν πριν τον Μακεδονικό Αγώνα.
Τα βουλγαρικά σχέδια
Εν τω μεταξύ, από το 1894 και μετά, οι Βούλγαροι επεδίωκαν με κάθε τρόπο να εξαναγκάσουν τις πατριαρχικές Κοινότητες να προσχωρήσουν στην Εξαρχία, χρησιμοποιώντας μάλιστα έντονη προπαγάνδα: ίδρυση σχολείων και εκκλησιών στα χωριά της Μακεδονίας, διορισμοί εξαρχικών δασκάλων και ιερέων, διάδοση της βουλγαρικής γλώσσας και όλα αυτά με την αρωγή άφθονου χρήματος.
Με εντολή των οργάνων της Βουλγαρίας, δηλ. των Μακεδονικών Κομιτάτων, ιδρύθηκαν ένοπλα Σώματα, οι Κομιτατζήδες, που προσπάθησαν με εκφοβισμούς, βιαιοπραγίες και φόνους να τρομοκρατήσουν τον ελληνικό πληθυσμό. Τον κίνδυνο του εκβουλγαρισμού των Ελλήνων της Μακεδονίας διείδε ο φωτισμένος Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄ και έστειλε στην περιοχή δυναμικούς ιεράρχες, τα ονόματα των οποίων είναι γνωστά τοις πάσι.
Το βάρος στην εκπαίδευση
Παράλληλα, η προσοχή του Γένους στρέφεται προς την εκπαίδευση. Στη Μακεδονία ιδρύονται σχολεία, στη δε Αθήνα διάφοροι επιφανείς Έλληνες και σύλλογοι βοηθούν τον Αγώνα.
Πιο σημαντικοί από τους εν λόγω συλλόγους ήταν ο «Παμμακεδονικός» σύλλογος του Αθανάσιου Αργυρού από τη Νιγρίτα και ο «Κεντρικός Μακεδονικός Σύλλογος» των αδελφών Θεοχάρη και Μαυρουδή Γερογιάννη από την Αρναία Χαλκιδικής, που ιδρύθηκε το 1903 στην Αθήνα, με σκοπό να συμβάλει στην ενίσχυση του διεξαγόμενου Αγώνα στη Μακεδονία, διαμορφώνοντας την κοινή γνώμη, στρατολογώντας παλικάρια από όλη την Ελλάδα προκειμένου να στελεχώσουν ένοπλα Σώματα, ενισχύοντας τον Καπετάν Γιαγλή και το ηρωικό Σώμα του και προβάλλοντας τις εθνικές θέσεις του Συλλόγου στη διεθνή πολιτική σκηνή.
Έγγραφα των Αρχείων Γερογιάννη βρίσκονται εις την κατοχή μου, προσφορά προ ετών από τον εγγονό του Γεώργιο Γερογιάννη-Πετιμεζά. Ενδεικτικά σημειώνω, ότι στα εν λόγω έγγραφα αναφέρονται μοναχοί του Αγίου Όρους ως εγγεγραμμένα μέλη του Κεντρικού Μακεδονικού Συλλόγου, γεγονός που πιστοποιείται και από τη σχετική αλληλογραφία μεταξύ των μοναχών και του Συλλόγου.
Αξίζει ακόμη να αναφερθεί η ύπαρξη του Συλλόγου η Επίκουρος των Μακεδόνων Επιτροπή, που εξέδιδε στη γαλλική το περιοδικό Bulletin d’ Orient με σκοπό τη διαφώτιση της αλλοδαπής κοινής γνώμης για τα βουλγαρικά εγκλήματα που διαπράττονται στη Μακεδονία.
Σημαντικές υπηρεσίες
Το Ελληνικό Προξενείο στη Θεσσαλονίκη και η «Οργάνωση Θεσσαλονίκης», που συνέστησε ο λοχαγός Σουλιώτης (Νικολαΐδης), προσέφεραν σημαντικές υπηρεσίες στον Αγώνα, σε συνεργασία με τα Σώματα των Δ. Κοσμόπουλου (Κουρμπέση), Β. Παπακώστα, Γ. Γαλανόπουλου και Ηρ. Πατίκα, αποτρέποντας πολλές φορές την κάθοδο των Βουλγάρων στο Άγιο Όρος, οι οποίοι, με το πρόσχημα της μετάβασής τους ως προσκυνητές και ως εργάτες, διείσδυαν στην Αγιώνυμη Πολιτεία.
Η αρχηγία του Αγώνα βρισκόταν στα χέρια του κορυφαίου ήρωα Παύλου Μελά, του Μίκη Ζέζα, και ο θάνατός του στα Κορέστια (13 Οκτ. 1904) συνετέλεσε στην επίσημη συμμετοχή του Ελληνικού Κράτους στη διεξαγωγή του Μακεδονικού Αγώνα. Πολλοί Έλληνες απ’ όλα τα γεωγραφικά μέρη της χώρας, από την Κρήτη και το εξωτερικό, θέλησαν να συμβάλλουν στον Αγώνα.
Από την αθρόα αυτή συμμετοχή των Ελλήνων ήταν αδύνατον -και μάλιστα τώρα που ήταν ορατή η απειλή της βουλγαρικής εισβολής- να απουσιάζουν οι Αγιορείτες Μοναχοί, που συνεισέφεραν τα μέγιστα στους μέχρι τούδε Εθνικούς Αγώνες.
Άλλωστε, σύμφωνα με τα λόγια του Φωτάκου, υπασπιστή του Θ. Κολοκοτρώνη, «ο ελληνικός κλήρος ήτο προορισμένος άνωθεν διά να ευρεθεί τόσον φιλόπατρις και να σώσει ολόκληρον το έθνος…άμα η Βυζαντινή Αυτοκρατορία εχάθη… Άλλην παρηγορίαν, είμι μόνον την θρησκείαν…
Το ιερόν Ευαγγέλιον ρητώς διδάσκει, ότι ο μοναχός χρεωστεί να θυσιάσει την ζωήν του διά την σωτηρίαν ενός και μόνον ανθρώπου, πολλώ δε μάλλον διά την ύπαρξιν και σωτηρίαν ολοκλήρου του έθνους του». Αξίζουν επίσης αναφοράς τα λεγόμενα του πνευματικού Καθηγούμενου της Ι. Μ. Διονυσίου γέροντα Γαβριήλ «… Και ο Αγιορείτης Έλλην μοναχός, πάντα δύναται ν’ απαρνηθεί γονείς, αδελφούς κ.λπ., έχει όμως μεθ’ εαυτού πάντοτε την φιλτάτην Πατρίδα Ελλάδα, την αθάνατον, το καύχημα της Οικουμένης».
219370-04
Ελλιπής επισήμανση
Η εθνική προσφορά των Αγιορειτών μοναχών στον Μακεδονικό Αγώνα δεν επισημάνθηκε επαρκώς από την ιστορική έρευνα, μολονότι οι γραπτές πηγές διασώζουν αρκετές αφηγήσεις μοναχών που μαρτυρούν τη συνεργασία τους με οπλαρχηγούς και αγωνιστές.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Ιερισσιώτης Μακεδονομάχος, οπλαρχηγός Α΄ τάξεως Καπετάν Γιώργης Γιαγλής, ο οποίος διετέλεσε για κάποιο χρονικό διάστημα αρχισερδάρης (αρχιφύλακας) του Αγίου Όρους, προκειμένου να διαφυλάξει τον τόπο από ληστρικές συμμορίες. Έγγραφα του Αγίου Όρους αναφέρουν:
«Οι κάτωθι υποφαινόμενοι Επιστάται, εκτελεσταί των αποφάσεων της Ιεράς Κοινότητος Αγίου Όρους πιστοποιούμεν δια του παρόντος ημών ιεροκοινοσφραγίστου και ενυπογράφου πιστοποιητικού Γράμματος ότι ο φέρων αυτό Γεώργιος Γιαγλής, οπλαρχηγός γενναίος διατελέσας από του 1903 έδρα παρά το Άγιον Όρος και από το 1904-1908 επροστάτεψε τον Ιερόν ημών Τόπον Εθνικότατα, απαλλάξας αυτόν από παντός βουλγαρικού μολύσματος».
Το μοναχολόγιο της Ι. Μ. Ιβήρων, όπου ο Γιαγλής εκάρη μοναχός, μας δίδει τα ακριβή στοιχεία του θανάτου του, τόσο του τόπου όπου ετάφη όσο και της χρονιάς (Δεκέμβριος του 1946).
Πιστοί στο Πατριαρχείο
Οι μοναχοί του Αγίου Όρους, τηρώντας πειθαρχία στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στήριξαν με όλες τους τις δυνάμεις τον Αγώνα της Μακεδονίας, πλην μιας μικρής ομάδος «Εξαρχικών».
Η βουλγαρική εξαρχία κατέβαλε προσπάθεια να φέρει με το μέρος της τις Μονές Χιλανδαρίου και Ζωγράφου, όπως επίσης και τη σκήτη Βογοδόριτσα. Ανεπίσημα, οι Εξαρχικοί μοναχοί, που κατά την προσκομιδή μνημόνευαν το όνομα του Βουλγάρου Εξάρχου της Κωνσταντινούπολης και όχι τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ανάρτησαν στις αίθουσες των προαναφερόμενων μονών την εικόνα του Εξάρχου.
Η στάση δε των Εξαρχικών μοναχών προκάλεσε την έντονη πατριωτική αντίδραση των μοναχών που διαβιούσαν στις δυσπρόσιτες σκήτες και κελιά του Αγίου Όρους.
Η πιο χαρισματική μορφή Ιεράρχη κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα ήταν ο προαναφερθείς Ιωακείμ Γ΄, ο οποίος ανήλθε στον Οικουμενικό θρόνο (ερχόμενος από Θεσσαλονίκη) τον Οκτώβριο του 1878.
Παρά ταύτα, μετά την παραίτησή του, λόγω της αντίθεσής του για τον περιορισμό προνομίων της Εκκλησίας που προωθούσε η Οθωμανική Κυβέρνηση, αυτοεξορίσθηκε (1884) στο Άγιον Όρος, στο Λαυριώτικο Κελί του Μυλοποτάμου. Απ’ εκεί συνεργάσθηκε με Αγιορείτες Μακεδονομάχους μοναχούς, όπως τον Χρυσόστομο Λαυριώτη, τον Ιωακείμ Ιβηρίτη και τον προαναφερθέντα έμπιστό του Καπετάν Γιαγλή.
Εντός και εκτός του Ορους
Οι μοναχοί που διαβίωναν στα κελιά του Αγίου Όρους θα πρέπει να διακριθούν σε αυτούς των οποίων η δράση εντοπιζόταν εντός της Αγιορείτικης πολιτείας, και σε αυτούς που συναναστρέφονταν με τον «έξω κόσμο» (αγγελιοφόροι, νοσοκόμοι, προσφέροντες φιλοξενία κ.λπ.).
Ένα παράδειγμα της δράσης των μοναχών με τον έξω κόσμο αποτελούν οι θαλάσσιες μεταφορές πολεμοφοδίων και οπλισμού, που συντελούνταν από τις νήσους Σκιάθο, Σκόπελο, Αλόννησο, από τον Βόλο και την Χαλκίδα προς το Άγιον Όρος (Σκήτη Αγ. Άννης, Καυσοκαλύβια) και τα παράλια της Χαλκιδικής, με σκοπό να εφοδιαστούν τα ένοπλα Σώματα των Ελλήνων.
Μέσω συγκεκριμένων θαλάσσιων διαδρομών ο οπλισμός που μεταφέρονταν στο Άγιον Όρος διοχετεύονταν σε χωριά της Χαλκιδικής και της Μακεδονίας, στα οποία είχαν συγκροτηθεί Επιτροπές του Μακεδονικού Αγώνα (Συκιά, Όρμος Παναγιάς, Κασσάνδρα, Άγ. Νικόλαος, Ιερισσός, Ολυμπιάδα).
Στη συγκρότηση Επιτροπών συνέβαλε τα μέγιστα η έντονη δράση που ανέπτυξε ο Μητροπολίτης Κασσανδρείας Ειρηναίος κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα. Ο Μητροπολίτης Ειρηναίος είχε άριστη συνεργασία με μέλη Επιτροπών Μακεδονικής Άμυνας και με οπλίτες των ενόπλων Σωμάτων της Χαλκιδικής καθώς και με το Γενικό Προξενείο Θεσσαλονίκης.
Το Προξενείο Θεσσαλονίκης επίσης, μέσω του πράκτορα Δημ. Παναγιωταρά, διατηρούσε στενή συνεργασία με την Ι. Μητρόπολη Ιερισσού και Αγίου Όρους, βοηθούμενο από ομάδες Χαλκιδικιωτών και ιδιαίτερα από τον οπλαρχηγό Αθανάσιο Μινόπουλο από τη Βαρβάρα Χαλκιδικής.
Ο Αθανάσιος Μινόπουλος υπηρέτησε ως οπλαρχηγός του Μακεδονικού Αγώνα (1904-1908), διάστημα κατά το οποίο εργάσθηκε ως Πράκτορας του Γενικού Προξενείου Θεσσαλονίκης, και έδρασε με το Σώμα του στη Χαλκιδική και στην περιοχή των Σερρών κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, το 1912-1913.
Εξόντωσε την συμμορία του ληστή Τρομάρα, που λυμαινόταν την περιοχή Ζαγκλιβερίου και Πετροκεράσων (Ραβνά), καθώς και μια συμμορία εξαρχικών. Ο Μινόπουλος συνεργάστηκε με τους μοναχούς της Ι. Μ. Δοχειαρίου και συνέταξε κατάλογο αγωνισθέντων στον Μακεδονικό Αγώνα, που σήμερα βρίσκεται στα Αρχεία του ΓΕΣ/ΔΙΣ.
Ελληνες αξιωματικοί και άλλοι αξιωματούχοι με μοναχούς έξω από τη Μονή Βατοπαιδίου.
Ελληνες αξιωματικοί και άλλοι αξιωματούχοι με μοναχούς έξω από τη Μονή Βατοπαιδίου.
Δραστήρια κελιά
Ο Γέρων Μάξιμος Ιβηρίτης αναφέρει ενδεικτικά κάποια κελιά του Αγίου Όρους, των οποίων οι μοναχοί έδρασαν εθνικώς. Πρόκειται για το Διονυσιάτικο Κελί Αγ. Ευσταθίου Καρυών – όπου εκεί έδρασε ο αρχηγός των Κελλιωτών μοναχός Γρηγόριος Σούλιος και ευρέθησαν κρύπτες όπλων και πολεμοφοδίων, προερχομένων από την Χαλκίδα, την Αλόννησο και την Σκόπελο και προοριζομένων για τις ένοπλες ομάδες. Καθώς και για τα Κελιά των Ι. Μονών Λαύρας, Καρακάλλου, Φιλοθέου, Βατοπεδίου, Παντοκράτορος και τη Σκήτη της Αγίας Άννης Καυσοκαλυβίων.
Στον Αγώνα προσέφεραν πολλά και οι μοναχοί που διαβιούσαν στα Κελιά των Ι. Μονών Ιβήρων, Παντοκράτορος, Βατοπεδίου, Κουτλουμουσίου και Λαύρας. Σε μερικά μάλιστα εξ αυτών πραγματοποιούνταν έρανοι υπέρ του Αγώνος και υπέρ αυτού παρακρατείτο ακόμη και φόρος από τις σοδιές των λεπτοκαρύων.
Στο Ιβηρίτικο Κελί της Αναλήψεως του Σωτήρος με τον Γέροντα Μάξιμο Ιβηρίτη συναντήσαμε προ διετίας τον 92χρονο τότε υιόν τού οπλαρχηγού Ιωάννη Παρλιάρη από τον Ταξιάρχη Χαλκιδικής, Γέροντα Βαρθολομαίο, που μας αφηγήθηκε τη δράση του πατέρα του στον Μονοξυλίτη της Ι. Μ. Διονυσίου και τον εκ μέρους του φόνο ενός Βούλγαρου κομιτατζή που ελυμαίνετο τον τόπο.
Τα ίδια μου διηγήθηκε και ο έτερος υιός του οπλαρχηγού, Χρήστος, κάτοικος Πολυγύρου, αισθανόμενος περηφάνια για τον πατέρα του, φυλάσσοντας μάλιστα τα προσωπικά του αντικείμενα ως «κόρην οφθαλμού».
Το Βατοπαιδινό κελί των Αγ. Αναργύρων, στην περιοχή Κολιτσού, έχει ως ευεργέτη του τον Παύλο Μελά, καθώς αυτό περατώθηκε αποκλειστικά με δαπάνες του μέχρι το 1904. Στα εγκαίνια του κελιού μάλιστα κοινώνησαν 130 μοναχοί εθελοντές, ορκισθέντες να σταθούν στο πλευρό των Μακεδονομάχων. Στο Ιβηρίτικο Κελί της Αποτομής του Τιμίου Προδρόμου εκάρη μοναχός ο Ιερισσιώτης οπλαρχηγός, που προαναφέρθηκε, Καπετάν Γιαγλής και εκεί «εκοιμήθη».
Στο Ιβηρίτικο Κελί της Γενέσεως του Τιμίου Προδρόμου, το οποίο υπήρξε καταφύγιο των Μακεδονομάχων, φιλοξενήθηκε ο Γιαγλής και ο Σερραίος συμπολεμιστής του Δημ. Γκογκολάκης ή Μητρούσης μαζί με άλλους 40 συναγωνιστές, ένθερμους στρατιώτες και αγωνιστές, επί ένα μήνα, το 1904.
Όλα τα Μοναστήρια του Αγίου Όρους προσέφεραν στον Αγώνα ως επί το πλείστον «αθόρυβα». Οι Μονές που επέδειξαν μεγαλύτερο ζήλο και συμμετοχή στον Μακεδονικό Αγώνα ήσαν η Ι. Μ. Ιβήρων, η Γρηγορίου, η Δοχειαρίου και η Εσφιγμένου.
Εκκληση για βοήθεια
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η από το 1912 επιστολή των Εσφιγμενιτών, απευθυνόμενη στον τότε Πρωθυπουργό της Ελλάδας Ελευθέριο Βενιζέλο, με την οποία τον παρακαλούσαν να βοηθήσει οικονομικά το μοναστήρι, γιατί διαφορετικά θα αναγκάζονταν να πουλήσουν μέρος της περιουσίας τους στους Ρώσους.
Στην ίδια επιστολή δεν παρέλειψαν να του υπενθυμίσουν την συμμετοχή τους στην Επανάσταση του Εμμ. Παπά το 1821 αλλά και την εν γένει συνεχή προσφορά τους στους αγώνες του Ελληνισμού. Ακόμη, αναφέρεται ότι οι Ρώσοι τους πρότειναν δελεαστικές προσφορές, για να εξοφλήσουν τα δάνειά των έναντι κτηματικών παραχωρήσεων προς αυτούς, κάτι που άμεσα απέρριψαν.
ierolohites10
Ανά Μοναστήρι
Στους Εσφιγμενίτες μοναχούς με έντονη δράση συγκαταλέγονται ο Ιερομόναχος Νικήτας και ο Γεράσιμος, ο γνωστός Σμυρνάκης, συγγραφέας του πολύτιμου βιβλίου με τον τίτλο «Άγιον Όρος».
Μοναχοί Δοχειαρίτες που συμμετείχαν ενεργά στον Αγώνα ήσαν: Οι Γέροντες Διονύσιος, Χρύσανθος, Ησαΐας (κοσμικό Δαγλαρίδης), Ιωακείμ (κυρίως Χαλκιδικιώτες), ο μοναχός Σάββας του μετοχίου των Πυργαδικίων, οι Γέροντες Ιερόθεος, Σάββας, Εφραίμ, Παντελεήμων, Συνέσιος, Παΐσιος, Πορφύριος και Δανιήλ. Στους Βαλκανικούς Αγώνες προσέφεραν ύψιστες υπηρεσίες οι Μοναχοί, Γαβριήλ και Γοργόνιος, περιθάλποντας πολλούς Προσκόπους του Αγώνα, ενώ σε κώδικες της Μονής βρέθηκαν καταγεγραμμένα μελοποιημένα πολεμικά άσματα.
Από την Ι. Μονή Μεγ. Λαύρας συμμετείχε ο ιατρός Αθαν. Καμπανάος (Αίγινα) και αρκετοί ανώνυμοι μοναχοί.
Από την Ι. Μ Βατοπαιδίου συμμετείχαν ο ιερομόναχος Βασίλειος (Κων/νος Τούμπελης) από την Ιερισσό, οι μοναχοί Παγωράτιος, Ανανίας, ο ιατρός (μοναχός) Ιλαρίων, οι εκ Σάμου μοναχοί Ιωάσαφ και Μελένος, ο ιεροδιάκονος Κλεόπας, ο μοναχός Δανιήλ και ο δόκιμος Κλειδαράς.
Ακόμη επισημαίνουμε ότι η Μονή, προκειμένου να τονώσει το θρησκευτικό και πατριωτικό συναίσθημα των Ελλήνων, έστελνε στα χωριά της Μακεδονίας, και κυρίως στη Χαλκιδική, το κειμήλιο της Αγίας Ζώνης της Παναγίας.
Από τη Ι. Μονή Διονυσίου συμμετείχαν οι μοναχοί Νήφων και Χρυσόγονος (πρωτοπαλίκαρο του Μακεδονομάχου Γαρέφη), αμφότεροι από τα Φουρνά Αγράφων Ευρυτανίας και ο Χρυσόστομος Διονυσιάτης.
Από την Ι. Μ. Κουτλουμουσίου οι μοναχοί Μελέτιος (καμπανάρης Πρωτάτου), ο Δαμιανός Μυτιληναίος και άλλοι υπό τον Ιωαννίκιο, άπαντες διαμένοντες σε Κελλιά της Μονής.
Από την Ι. Μ. Παντοκράτορος αναφέρονται στη βιβλιογραφία οι Γέροντες Μακάριος, Διονύσιος, Στέφανος, Θεοφάνης και Ονούφριος. Από τα αυστριακά αρχεία προέρχονται μαρτυρίες, του 1907, για τη δράση Μοναχών της Μονής, ότι συνελήφθησαν με πλούσιο πολεμικό υλικό που προοριζόταν για τον ανεφοδιασμό των ελληνικών ανταρτικών ομάδων του Σαντζακίου Σερρών.
Από την Ι. Μ. Ξηροποτάμου η δράση του μοναχού Διονυσίου υπήρξε επίσης πολύτιμη.
Τα Κελλιά της Ι. Μ. Καρακάλλου προσέφεραν επίσης μοναχούς στον Μακεδονικό Αγώνα.
Η Ι. Μ. Φιλοθέου προσέφερε χρηματικά ποσό ικανό για τις ανάγκες του Αγώνα, αλλά και μοναχοί της διακρίθηκαν για την πατριωτική δράση τους όπως ο Θεοδόσιος, ο Βησσαρίων και ο Πέτρος.
Οι μοναχοί της Ι. Μ. Σίμωνος Πέτρας, οι περισσότεροι καταγόμενοι από την Αλάτσατα της Μ. Ασίας, προσέφεραν εθνικά και πνευματικά στον Μακεδονικό Αγώνα, όπως ο Ιερώνυμος, συγγράψας άνω των 10.000 επιστολών, υμνογράφος και εκδότης ακολουθιών, ο Νεόφυτος, ο Ιωαννίκιος που υπέγραψε την διαμαρτυρία κατά της διεθνοποίησης του Αγ. Όρους το 1913 και ο Νείλος (θείος του διάσημου μουσικού Δημ. Μητρόπουλου).
Μάλιστα, προ της αναχώρησής του για το Άγ. Όρος, χαρακτηριστικά εξάγεται από έγγραφα ότι λειτούργησε στον Ναό του Προφήτου Ελισσαίου με ιεροψάλτες τους φίλους του Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Αλέξανδρο Μωραΐτίδη. Βοήθησε δε τον Μητροπολίτη Κασσανδρείας Ειρηναίο στη σύνταξη του Γενικού Καταστατικού Χάρτη του Αγ. Όρους (από 246 άρθρα).
Τέλος, και η Ι. Μονή Αγ. Παύλου, με τους Κεφαλληνίτες μοναχούς της, συνέβαλε στη διατήρηση της εθνικής ταυτότητος του Αγ. Όρους με θρησκευτική αφοσίωση και διάθερμο πατριωτικό ζήλο σ’ αυτές τις κρίσιμες περιστάσεις, μη υποκύπτοντες σε πιέσεις και απειλές αλλογενών.
Από τα αρχεία της Ι. Μ. Ξηροποτάμου προκύπτει ότι Ρώσοι κελιώτες παρείχαν βοήθεια στους Βουλγάρους υπέρ της προώθησης των επιδιώξεων του πανσλαβισμού, για να συνδράμουν την κάθοδο των Ρώσων στο Αιγαίο.
Μάλιστα, από τη απογραφή του 1910 προκύπτει ότι στο Άγιον Όρος υπήρχαν 4800 Ρώσοι, 3900 Έλληνες, 500 Βούλγαροι, 500 Ρουμάνοι, 150 Σέρβοι και 50 Ίβηρες μοναχοί, γενικότερα δε κυριαρχούσαν οι Ρώσοι, καθώς διέθεταν μεγάλη οικονομική ευχέρεια.
Δεν ήσαν μάλιστα λίγες οι φορές που ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄ επέκρινε τη στάση των Ρώσων και την εν γένει συμπεριφορά των. Σχετική είναι και η διαμαρτυρία του Οικουμενικού Πατριάρχη, Κωνσταντίνου Ε΄, στον Τσάρο Νικόλαο Β΄, το 1901, για την πολιτική της Ρωσίας.
Η Ι. Μονή Ιβήρων προσέφερε αξιόλογους μοναχούς Μακεδονομάχους με κυριότερο τον Γέροντα Ιωακείμ (που ήτο υπό την φροντίδα του Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄), ο οποίος μαζί με τον Αρχιμανδρίτη Χρυσόστομο Λαυριώτη συντόνιζε τις δράσεις του Αγώνα στο Άγιον Όρος.
Για τον Γέροντα Ιωακείμ μάλιστα λέγεται ότι υπήρξε ισχυρή προσωπικότητα, ο ίδιος εξετέλεσε ακόμη καθήκοντα Αρχιγραμματέα της Ιεράς Κοινότητος, ηγούμενος της Ι. Μ. Βλατάδων στη Θεσσαλονίκη και με δική του πρόταση χαράχθηκε το «Μούσαις Χάρισι Θύε» πάνω από την κεντρική Πύλη του ΑΠΘ. Άλλοι μοναχοί που αναφέρεται η δράση τους είναι ο Γέρων Γαβριήλ από τον Βάβδο Χαλκιδικής και ο μοναχός Χαρίτων από τον Χορτιάτη Θεσσαλονίκης.
Άφησα για το τέλος δύο Μετόχια της Ι. Μονής Γρηγορίου, τα οποία ανέπτυξαν υποδειγματική δράση στον Μακεδονικό Αγώνα. Το ένα βρίσκεται στον Κολινδρό Πιερίας, στη θέση «Βούλτιστα», και το άλλο στην Σιθωνία Χαλκιδικής, στη θέση «Παρθενών», όπου περιλαμβάνεται και ο λιμήν «Μπαλαμπάνη». Αποτέλεσαν καταφύγια, νοσοκομεία και κέντρα συνεννοήσεως με το Γενικό Προξενείο Θεσσαλονίκης.
Όπως μας πληροφορεί ο Α. Δ. Ψαθάς «…Στη Βούλτιστα οι Έλληνες οπλαρχηγοί διοργάνωσαν κέντρο εκπαίδευσης των νέων της περιοχής. Αναφέρεται μάλιστα ότι ο οπλαρχηγός Μανούσος διοργάνωσε παρέλαση προς τιμήν του Ηγουμένου της Μονής Ιακώβου (Γιαννούλη) και του προκρίτου από τη Θεσσαλονίκη Κ. Αντωνιάδη, οι οποίοι επισκέφθηκαν το μετόχι.
Το μετόχι «Παρθενών» έγινε κέντρο ανεφοδιασμού των ελληνικών αντάρτικων ομάδων της Χαλκιδικής και της Ανατολικής Μακεδονίας. Εκεί φιλοξενήθηκαν ή βρήκαν καταφύγιο οι οπλαρχηγοί Δ. Κοσμόπουλος, Β. Παπακώστας, Γ. Γαλανόπουλος, Π. Παπατζανετέας, Α. Κόης κ.ά.».
Οι εξαιρέσεις
Όπως προελέχθη, εξαίρεση αποτέλεσαν οι Μονές Ζωγράφου, Χιλανδαρίου και Αγ. Παντελεήμονος (Ρωσικόν). Ωστόσο, παρά τις, κατά γενική παραδοχή, κοινές ιδεολογικές θέσεις των σλαβικών λαών, αξιοπερίεργη ήταν η στάση που κρατούσαν οι Ηγούμενοι της Ι. Μ. Ζωγράφου, οι οποίοι, μολονότι στις συνάξεις της Ιεράς Κοινότητας ακολουθούσαν κοινή γραμμή με την ηγεσία της Ρωσικής Μονής Αγ. Παντελεήμονος, απαγόρευαν την εγκαταβίωση Ρώσων Μοναχών στη Μονή τους.
Ο Σμυρνάκης στο έργο του Το Άγιον Όρος αναφέρει ότι όταν ο στρατηγός Ιγνάτιεφ επισκέφθηκε την Ι. Μ. Ζωγράφου (1874) και ρώτησε τους μοναχούς «εάν υπάρχει στη Μονή Έλλην μοναχός», αφού έλαβε αρνητική απάντηση, ανεφώνησε Δόξα σοι ο Θεός επιτέλους που δεν υπάρχει κανείς Έλλην ενταύθα!
Το έτος 1908, περίπου 300 εξαρχικοί μετέβησαν στο Άγιον Όρος και, αφού εφοδιάστηκαν με όπλα και τρόφιμα από τους Βουλγάρους μοναχούς, σχημάτισαν ένοπλες ομάδες. Η έκβαση όμως του Μακεδονικού Αγώνα είχε ήδη κριθεί στη Μακεδονία, στη Θεσσαλονίκη και στη Χαλκιδική.
Ωστόσο, στην Ι. Μ. Ζωγράφου υπήρχε βουλγαρικός στρατός και η μονή τελούσε υπό κατοχή. Άμεσα τότε οι ελληνικές Δυνάμεις στη Χαλκιδική ανασυντάχθηκαν. Στις 2 Μαΐου 1908 το Μακεδονικό Κομιτάτο της Αθήνας στέλνει στην περιοχή τον Αριστόβουλο Κώη (Καπετάν Βάλτσα), προκειμένου να αναδιοργανώσει τα Σώματα που δρούσαν στην περιοχή (των Γαλανόπουλου, Πατίκα, Παπακώστα, Παπατζανετέα και Μινόπουλου).
Ένα Σώμα από ιερολοχίτες μοναχούς, στο οποίο συμμετείχαν Πότουρες, Σεϊμένιδες, Σερδάρηδες αλλά και πολλοί Μακεδονομάχοι, σχηματίστηκε στο Άγιο Όρος. Με μπροστάρη τον Καπετάν Γιαγλή, το Σώμα κατέφθασε στη Μονή Ζωγράφου. Μόλις έγινε αντιληπτό από τους Βούλγαρους αξιωματικούς, οι Βούλγαροι παραδόθηκαν άνευ όρων.
Θα’ ταν ακόμη παράλειψη αν δεν αναφέραμε ότι υπήρξαν και μοναχοί που φυλακίσθηκαν στο Επταπύργιο Θεσσαλονίκης όπως λχ. Γρηγοριάτες μοναχοί, ο Γέρων Ανανίας και ο Γέρων Στέφανος, και ο προαναφερθείς Καπετάν Γιαγλής. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η πληροφορία του Κώη για την προσφορά του Αγίου Όρους και της Χαλκιδικής στον Αγώνα:
«Δηλούμεν ότι μεγάλας υπηρεσίας προσέφεραν οι μοναχοί του Αγίου Όρους δια μέσου των οποίων και εκ της νήσου Σκοπέλου εφοδιάζοντο τόσον τα σώματα όσον και τα διάφορα χωρία οπλισμού και πολεμοφοδίων. Επίσης ο λαός της Χαλκιδικής επέδειξε απαράμιλλον πατριωτισμόν και αφοσίωσιν προς τον αρχηγόν Βάλτσαν και εκτέλεσιν πάσης εντολής».
Το κίνημα των Νεοτούρκων
Τον Ιούνιο 1908 εκδηλώνεται το κίνημα των Νεοτούρκων. Ο Σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ καθαιρείται, και όλοι ενστερνίζονται τις υποσχέσεις που διακήρυξαν οι Νεότουρκοι περί ισότητας και ισοπολιτείας των υπόδουλων εθνοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο κόσμος πανηγύριζε, και οι Τούρκοι ήσαν φιλικοί προς τους Έλληνες.
Οι Έλληνες που βρίσκονταν σε ηλικία στράτευσης απέφευγαν να υπηρετήσουν στον τουρκικό στρατό, και οι Τούρκοι, προκειμένου να τους εκφοβίσουν, προέβαιναν σε λεηλασίες των περιουσιών τους.
Στο Άγιο Όρος συγκεντρώθηκαν πολλοί ανυπότακτοι που ζούσαν από ληστρικές επιδρομές. Ο Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄, ο οποίος ήταν ιδιαίτερα σοφός και διορατικός, επεσήμανε ότι δεν χρειάζετο απεριόριστη εμπιστοσύνη στους Νεότουρκους. Τα τέσσερα βαλκανικά Κράτη Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία και Μαυροβούνιο, κήρυξαν τον πόλεμο ενάντια στην Τουρκία.
Με πρωτοβουλία του λοχαγού Κων. Μαζαράκη δημιουργήθηκαν τα Σώματα των Προσκόπων, τα οποία δρούσαν στη Μακεδονία ως προπομποί του Στρατού, κινούμενα ανεξάρτητα απ’ αυτόν και συλλέγοντας πληροφορίες. Αρχηγοί των Σωμάτων ορίστηκαν έμπειροι οπλαρχηγοί του Μακεδονικού Αγώνα. Αυτοί ήσαν στη Χαλκιδική οι Γαλανόπουλος, Μινόπουλος και Παπακώστας, ενώ στη Νιγρίτα ο Καπετάν Γιαγλής.
Ο Μητροπολίτης Ειρηναίος, καθώς μετέβαινε στη Θεσσαλονίκη προς αναζήτηση βοηθείας, συνάντησε τουρκικό στρατό να κατευθύνεται προς το Άγιον Όρος και αμέσως επικοινώνησε με τον αρχιστράτηγο διάδοχο Κωνσταντίνο, προκειμένου να του επισημάνει τους κινδύνους που διέτρεχε η Αγιώνυμη Πολιτεία.
Απόβαση του Ναυτικού
Την 1η Νοεμβρίου λαμβάνεται επείγουσα διαταγή από το Υπουργείο Ναυτικών να καταληφθεί επειγόντως η Χερσόνησος του Άθω, ένεκα απολύτου εθνικής ανάγκης. Το Επιτελείο του Στόλου αντιλαμβάνεται ότι διεξάγεται αγώνας δρόμου μεταξύ των Χριστιανών συμμάχων για την κατάληψη της κιβωτού της Ορθοδοξίας.
Εκ των υστέρων, επιβεβαιώθηκε πράγματι, ότι τμήμα του Βουλγαρικού Στρατού κατευθυνόταν εσπευσμένα προς το Άγιον Όρος. Ο Αρχηγός Στόλου στέλνει το πρωΐ της 2ας Νοεμβρίου το «ΘΥΕΛΛΑ», και ναυτικό άγημα υπό τον σημαιοφόρο Παπαγεωργίου καταλαμβάνει τη Δάφνη και τις Καρυές. Υπό τις επευφημίες των μοναχών και τον εθνικό σημαιοστολισμό των κτιρίων με τις γαλανόλευκες ο Παπαγεωργίου ζήτησε την παράδοση των Τούρκων οπλιτών και του Καϊμακάμη.
Επακολούθησαν ενθουσιώδεις εκδηλώσεις μοναχών και λαϊκών του Αγίου Όρους. Στη δυτική πλευρά της Χερσονήσου είχαν καταπλεύσει εν τω μεταξύ τα «ΑΒΕΡΩΦ», «ΠΑΝΘΗΡ» και «ΙΕΡΑΞ». Οι Τούρκοι χωροφύλακες και υπάλληλοι, 25 τον αριθμό, κατέφυγαν κατ’ αρχάς στο ρωσικό μοναστήρι και εν συνεχεία παραδόθηκαν από τους μοναχούς στο «ΑΒΕΡΩΦ».
Από εκεί, τα τέσσερα πλοία πλέουν προς βορρά και το μεσημέρι αγκυροβολούν στον όρμο Πρόβλακα, απ’ όπου με ναυτικό λόχο καταλαμβάνουν τον Ισθμό που ενώνει τη χερσόνησο με την απέναντι ξηρά.
Ο Μελέτιος Μεταξάκης περιγράφει γλαφυρά τις πρώτες στιγμές της Απελευθέρωσης: «Είναι λοιπόν ευεξήγητος η εντελώς ιδιαιτέρα συγκίνησις ήτις εγεννήθη εις την ψυχήν παντός Έλληνος επί τω ακούσματι τω χαροποιώ ότι η θριαμβεύουσα ελληνική σημαία αφ’ ου υψώθη επί του τάφου του αγίου Δημητρίου εν Θεσσαλονίκη, ανεπετάσθη υπερήφανος και επί της κορυφής του «Κρυσταλλωμένου Άθωνος».
Αλλ’ η χαρά επί τη ἀπελευθερώσει του Αγ. Όρους η πλήρης και τελεία εξεδηλώθη εν αυτώ τω Αγίω Όρει….. Τό χαρμόσυνον άγγελμα μετεδόθη ως αστραπή απ’ άκρου εις άκρον της μοναχικής Πολιτείας, καί εξήγειρε τοιούτον ενθουσιασμόν, ώστε οι μοναχοί πάντες, ανεξαρτήτως γλώσσης και φυλής στιγμιαίως ευρέθησαν εις τους ναούς, ασπαζόμενοι αλλήλους και ψάλλοντες τα άσματα της Αναστάσεως.
Οι κώδωνες υπερχιλίων ναών επλήρουν τον ἀέρα δια των αρμονικών των ήχων και οι τουφεκισμοί αφύπνιζον τας ήχους τῶν δειράδων, διαλαλούντες την θριαμβευτικήν ανάστασιν του Γένους». Η τύχη της Αγιώνυμης Πολιτείας του Αθω μετά την Απελευθέρωση κρίθηκε οριστικά.
Επιγραμματικές διαπιστώσεις
Επιτρέψτε μου να συνοψίσω τη σύντομη αναφορά μου στους αφανείς Αγιορείτες του Μακεδονικού Αγώνα με κάποιες επιγραμματικές διαπιστώσεις. Οι Μοναχοί του Αγίου Όρους προσέγγιζαν τα γεγονότα της εξεταζόμενης περιόδου (δεύτερο μισό 19ου –αρχές 20ού αιώνα) με ξεχωριστή ευαισθησία και πατριωτισμό, γεγονότα εν πολλοίς άγνωστα στις επιμέρους πτυχές τους παρά το ειδικό βάρος που διαθέτουν.
Τα πλούσια σε ύλη και περιεχόμενο Αρχεία, που φυλάσσονται στους ογκώδεις φακέλους των Ιερών Μονών και των εξαρτημάτων τους, ευρίσκονται υπό πρώιμο στάδιο έρευνας, εξαιτίας ενδεχομένως του γεγονότος ότι τα επισυμβαίνοντα τούτη την εποχή γεγονότα είναι ακόμη νωπά.
Πράγμα που γίνεται φανερό, εάν κανείς αναλογισθεί ότι, πριν από μερικά χρόνια, ζούσαν ακόμη οι τελευταίοι Μακεδονομάχοι, λαϊκοί ή ρασο¬φόροι, που προσέφεραν πολύτιμες υπηρεσίες στην Πατρίδα. Όχι ήσσονος σημασίας είναι και το γεγονός ότι για τα Μοναστήρια, Κελλιά και Σκήτες που δεν είναι ελληνικά και βρίσκονται εντός του Αγίου Όρους, επιδιώκεται το καθεστώς ισοτιμίας ανάμεσα σ’ αυτά και τα ελληνικά, άνευ διακρίσεως.
Δεν είναι όμως ακόμη δυνατό να λησμονηθούν θρησκευτικές, ιστορικές, πολιτικές και πολιτιστικές καταστάσεις που συνδέονταν με τον Πανσλαβισμό και τη βουλγαρική Εξαρχία και που αποσκοπούσαν στη κυριαρχία των Ρώσων και των Βουλγάρων στο Μακεδονικό χώρο, στο Άγιο Όρος και την ευρύτερη περιοχή του.
Επεκτατική πολιτική
Η πολυπληθής παρουσία Ρώσων μοναχών και τα ασύμμετρα οικοδομήματα που έκτισαν δαπανώντας υπέρογκα ποσά, σε διαστάσεις διαφορετικές των αγιορειτικών, φανερώνει μέχρι σήμερα την αντίθεση της ρωσικής αρχιτεκτονικής τεχνοτροπίας στο χώρο του Αγίου Όρους, θυμίζοντας τη ρωσική επεκτατική πολιτική στην περιοχή.
Ομοίως, η ακμάζουσα άνθηση και σε άλλους τομείς της Τέχνης, όπως την αγιογραφία -με τη δημιουργία αξιολόγων αγιογραφικών οίκων-, τη μεταλλοτεχνία, τη ξυλογλυπτική, τη μαρμαροτεχνία, τη χαλκογραφία, τη χαρακτική και τη φωτογραφία, δίνει και τώρα ακόμη την αίσθηση μιας μοναστικής Πολιτείας με νεωτερίζοντα στοιχεία τέχνης, επηρεαζόμενα από τις τότε σύγχρονες τάσεις, να εισβάλλουν, τρόπον τινά, αυθαίρετα σ’ αυτήν. Η δράση των Ρώσων, μέσα από την εν γένει συμπεριφορά τους, συνεχίσθηκε μέχρι την Απελευθέρωση του 1912-13.
Τα ρωσικά σχέδια
Η Απελευθέρωση του Αγίου Όρους από το ένδοξο ελληνικό πολεμικό Ναυτικό το 1912 αποτέλεσε αφετηρία μιας νέας εποχής, που φέρει έντονα τα χαρακτηριστικά του ελληνικού στοιχείου. Ωστόσο, ανέκυψαν στο προσκήνιο προβλήματα που καλλιεργούνταν κατά την οθωμανική περίοδο.
Η Ρωσία, στα πλαίσια των επί δεκαετίες πανσλαβιστικών επιδιώξεών της, ζήτησε, αμέσως μετά τη λήξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, τον έλεγχο του Αγίου Όρους, τόσο στο θεσμικό όσο και στον πολιτικό τομέα, μέσω της αλλαγής του θεσμικού συστήματός του με κριτήρια πληθυσμιακά. Επίσης ζήτησε και την ανακήρυξη του Αγίου Όρους σε πολιτεία αυτόνομη, ανεξάρτητη και ουδέτερη.
Ωστόσο, πλείστα ήσαν τα γεγονότα που ανέτρεψαν τα σχέδιά τους και περιόρισαν τη δυναμική των Ρώσων στο Άγιον Όρος, όπως οι συνθήκες Βουκουρεστίου και Αθηνών, το πρόβλημα των Ονοματολατρών και η πτώση του Τσαρικού καθεστώτος. Η αποφασιστικότητα και η πείσμων θέληση των Αγιορειτών Πατέρων, υποβοηθούμενη από τις προαναφερόμενες ιστορικές εξελίξεις, οδήγησαν στην ένωση του Αγίου Όρους με τη μητέρα Ελλάδα.
Και πάλι όμως, από την απελευθέρωσή του μέχρι το 1923, διάφορα επιμέρους γεγονότα (Ρώσοι κελλιώτες, ληστοσυμμορίτες κλπ), με σημαντικότερο τη σύνταξη θεμελιώδους Χάρτου από τους Αγιορείτες κατά τις αποφάσεις του Λονδίνου, δημιούργησαν κάποιες τριβές και εμπόδια, τα οποία όμως ήρθησαν με τις Συνθήκες των Σεβρών και Λωζάνης.
Μέσα από την Αθωνιάδα
Όσον αφορά τους Αγώνες των Αγιορειτών, θα πρέπει να αναφερθούν ως μια εικόνα της καθημερινότητάς τους, οι ατέλειωτες παρακλήσεις τους μπροστά στο Άξιον Εστί για την Απελευθέρωση του Αγίου Όρους, οι οποίες μάλιστα διεξάγονταν παρουσία ακόμη και των Τούρκων.
Παράλληλα με τον πνευματικό βίο στον Άθωνα, που παρέμεινε ανθηρός, ακμαίος και προσαρμοσμένος στην πολιτιστική παράδοση, οι Αθωνικές Προσωπικότητες έδωσαν το δικό τους εκπαιδευτικό στίγμα μέσω της Αθωνιάδος Σχολής.
Πέρα όμως από την πνευματική παρουσία των Αγιορειτών στη Μοναστική Πολιτεία του Άθω, κατά την εποχή αυτή αναδείχθηκαν και μοναχοί-στρατιώτες που πήραν στα χέρια όπλα και αψηφώντας τους κινδύνους, μετέφεραν πολεμοφόδια και έμψυχο υλικό από τα παράλια του Αγίου Όρους στο εσωτερικό της Μακεδονίας. Συγχρόνως σε περιοδείες τους εμψύχωναν το ηθικό των Μακεδόνων.
Αποτέλεσμα όλων αυτών των δράσεων ήταν να συλληφθούν πολλοί μοναχοί, να εγκλισθούν –ως προαναφέρθηκε- στις φυλακές της Θεσσαλονίκης, να τραυματισθούν ή να φονευθούν, συνεχίζοντας την παράδοση της ενεργού προσφοράς της Εκκλησίας στους Αγώνες του Έθνους. Και είναι πολλοί και συγκεκριμένα ονόματα μοναχών που βρίσκονται στα Αρχεία του Αγίου Όρους.
Ανάμεσα στα διακονήματα των Μοναχών ήσαν και η αντιπροσώπευση των Μονών στις Καρυές, στη Θεσσαλονίκη και στην Κωνσταντινούπολη. Οι Αντιπρόσωποι και οι Επίτροποι των Μονών είχαν ως κύριο έργο τη συχνή ενημέρωση των Ιερών Μονών, -μέσω γραμμάτων, εφημερίδων και άλλου έντυπου υλικού που απέστελλαν με τα μέσα μεταφοράς (ατμόπλοια κλπ)-, για τα τεκταινόμενα στις Καρυές και στις εν λόγω πόλεις.
Καθοριστική υπήρξε και η συμβολή που προσέφεραν στο Άγιο Όρος το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ο κλήρος, οι διπλωμάτες και πρόξενοι που παρακολουθούσαν εκ του σύνεγγυς τα γεγονότα.
Υψηλά πρόσωπα, περιηγητές και άνθρωποι κάθε κοινωνικού στρώματος που επισκέφθηκαν το Άγιο Όρος συνέβαλαν ποικιλοτρόπως με τα άρθρα που δημοσίευαν στον ελληνικό και ξένο Τύπο της εποχής, στη μεταφορά των μηνυμάτων του Αγώνα που ανέλαβαν μοναχοί και λαϊκοί να φέρουν εις πέρας, για να αποκτήσουν την ελευθερία τους. Αξίζει λοιπόν η προσπάθεια για την έρευνα και αξιοποίηση του περιεχομένου των πλουσιοτάτων Αρχείων
Ποιος είναι ο Βασίλειος Πάππας
Ο Βασίλειος Ν. Πάππας γεννήθηκε το 1951 και κατάγεται από την Ιερισσό της Χαλκιδικής. Υπηρέτησε ως έφεδρος Ανθυποσµηναγός Δικαστικού.
Είναι Πτυχιούχος του Νομικού Τμήματος της Σχολής ΝΟΕ του ΑΠΘ, πτυχιούχος του Τμήματος Δηµοσίου Δικαίου και Πολιτικών Επιστηµών της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού Διπλώματος στις Πολιτικές Επιστήμες του ΑΠΘ.
Κάτοχος διδακτορικού Διπλώματος του Πανεπιστημίου Μακεδονίας (Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών). Δικηγορεί στη Θεσσαλονίκη (παρ’ Αρείω Πάγω) από το 1975.
Για πολλά χρόνια υπήρξε Πρόεδρος της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Χαλκιδικής, Γενικός Γραμματέας της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών και επί σειρά ετών μέλος του Δ.Σ. της.
Εξελέγη Βουλευτής Χαλκιδικής το 1996, 2000, 2004 και 2007. Διετέλεσε επί σειρά ετών Γραµµατέας Αποδήµου Ελληνισµού και Αντιπρόεδρος της Ειδικής Μόνιμης Διακομματικής Επιτροπής της Ελληνικής Βουλής για τον Απόδημο Ελληνισμό.
Οργάνωσε πανελλήνια και διεθνή συνέδρια µε θέµατα την ιστορία, λαογραφία, Τέχνη και παράδοση της Χαλκιδικής και του Αγίου Όρους, την Αριστοτελική Σκέψη και το προσφυγικό στοιχείο.
Εκπροσώπησε την Ελληνική Βουλή σε διεθνείς Συναντήσεις και προέβαλε τη Χαλκιδική στις 5 ηπείρους, πραγµατοποιώντας διαλέξεις, εκθέσεις και δίνοντας συνεντεύξεις. Ηταν προσκεκληµένος Ορθοδόξων Αρχιεπισκοπών, Πανεπιστηµίων και διεθνών Οργανισµών και κυρίως εθνικοτοπικών Οργανώσεων της Διασποράς.
Εχει συγγράψει επιστηµονικές νοµικές µελέτες, και δηµοσίευσε σειρά θεµάτων εθνικού, ιστορικού, κοινωνικού, πολιτικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Τιµήθηκε µε πολλές διακρίσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Εφημερίδα Εθνικός Κήρυξ – 9 Οκτώβριος, 2016

Μοναχός Εφραίμ Λαυριώτης (1926 – 25 Ιουνίου 1999)

Ο μοναχός Εφραίμ Λαυριώτης, βαστώντας την εικόνα της Φοβεράς Προστασίας (φωτ. μοναχού Παϊσίου Καρυώτη) Ο μοναχός Εφραίμ Λαυριώτης, βαστώντας την εικόνα της Φοβεράς Προστασίας (φωτ. μοναχού Παϊσίου Καρυώτη)[/caption]
Ο κατά κόσμον Εμμανουήλ Φωτίου Πασσάλης, ο καλοκάγαθος, απλούστατος και ταπεινότατος αυτός άνθρωπος του Θεού γεννήθηκε στο χωριό Μαριτσά της Ρόδου το 1926. Στον κόσμο Πνευματικό είχε τον μακαριστό Γέροντα Αμφιλόχιο Μακρή († 1970). Προσήλθε στο Άγιον Όρος και πρώτα πήγε στη σκήτη των Καυσοκαλυβίων στους Γέροντες Μιχαήλ († 1979) και Ιερόθεο († 1968). Στην ιερά μονή Μεγίστης Λαύρας εισήρθε το 1957 και εκάρη μοναχός το 1958. Τον κτήτορα της μονής του όσιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη τον λάτρευε. Διακόνησε με προθυμία και φιλότιμο τη μονή της μετανοίας του επί έτη ως εκκλησιαστικός, παραβηματάρης, διαβαστής και κονακτσής στο κονάκι των Καρύων.
Αγαπούσε υπερβολικά την εκκλησία, την Παναγία, τους αγίους, τις ιερές ακολουθίες. Αγαπούσε την τάξη, την ευπρέπεια, το τυπικό, την παράδοση. Γι’ αυτό και πάντα θα είχε κάποιο μικρό παράπονο για κάποιες παρατυπίες η παραλείψεις. Ήταν τύπος ευχάριστος και αγαπητός για την καλοκαγαθία του και την απλότητά του. Τα λόγια του ήταν ανεπιτήδευτα, ταπεινά και χαριτωμένα. Φιλότιμος, φιλόπονος, φιλακόλουθος, φιλάγαθος και φιλάρετος. Ακτήμων, ελεήμων, συμπαθής και πάντοτε καλοσυνάτος. Συνδεόταν κι εμπνεόταν από τον συμπατριώτη του, μεγάλο νηστευτή, ανυπόδητο, και ασκητή Γέροντα Αββακούμ († 1978).
[caption id="attachment_131013" align="aligncenter" width="640"]Ο μοναχός Εφραίμ Λαυριώτης στο ναό του Πρωτάτου (φωτ. μοναχού Γαβριήλ Φιλοθεΐτου Ο μοναχός Εφραίμ Λαυριώτης στο ναό του Πρωτάτου (φωτ. μοναχού Γαβριήλ Φιλοθεΐτου[/caption]
Κάποτε, το 1993, μου υπαγόρευε κι έγραφα: «Η Παναγία Θεοτόκος και Αειπάρθενος Μαρία βοήθειά μας. Έχω να σου εξιστορήσω με παράπονο για τη ζωή των παλαιών πατέρων και μοναχών, που έζησαν στο Άγιον ’Όρος. Όταν πρωτοήρθα το 1956 στο Άγιον Όρος, ο τόπος ήταν πράγματι όπως τον έγραφε ο εν Μικρά Αγία Άννη ασκήσας Αγάπιος ο εκ Κρήτης στο βιβλίο του Αμαρτωλών σωτηρία. Έβλεπες τους μοναχούς να περνάνε εκείνα τα αρχαία μονοπάτια με τα υποζύγια. Ξεκινώντας από τη Λαύρα, σε έξι ώρες σε έφερνε το μουλάρι ατό κονάκι, λέγοντας στον δρόμο τους Χαιρετισμούς και την Παράκληση της Παναγίας, έχοντας μαζί ψωμί και τυρί, να το αφήσεις στο Αγίασμα, να φάνε οι προσκυνητές. Οι αντιπρόσωποι έμεναν πάντοτε στο κονάκι έχοντας κονακτζή και μάγειρα και καλλιεργούσαν τον κήπο. Χριστούγεννα και Πάσχα έρχονταν με τα μουλάρια στο μοναστήρι, αφήνοντας πίσω τον κονακτζή και τον μάγειρα. Τότε που ήρθα στο Άγιον Όρος βρήκα τέσσερις ηγουμένους αγίους ανθρώπους: τον Γαβριήλ Διονυσιάτη, τον Χαράλαμπο τον Σιμωνοπετρίτη, Σωφρόνιο τον Κουτλουμουσιανό και τον Ευδόκιμο τον Ξενοφωντινό, ανθρώπους του Θεού και πεπειραμένους στο να διοικούν ολόκληρα μοναστήρια και υλικώς και πνευματικώς. Η Λαύρα ως ιδιόρρυθμον ειχε τον Γερο-Άμβρόσιο, που σαν γνήσιο άνθρωπο του Θεού οι προϊστάμενοι τον είχαν ως ηγούμενο. Τότε είχαν προϊσταμένους γέρους και μορφωμένους. Έβλεπες τον Παύλο τον Παυλίδη τον ιατρό και τον Γερο-Ονούφριο, τελειόφοιτο της Αθωνιάδος. Την Πρωτοχρονιά ο Γερο-Αμβρόσιος είχε τον λόγο στα διακονήματα που έδιδαν. Πρώτα συνεδρίαζαν και έβγαζαν τους επιτρόπους. Εκτυπούσαν οι καμπάνες μεγαλοπρεπώς και την επομένη έβαζαν τους διακονητές. Στο τυπικαριό ανθρώπους με πολυχρόνια πείρα, όπως ήταν ο Γερο-Ανδρέας, ο Γερο-Γρηγόριος και ο Γερο-Θεόφιλος. Κατόπιν τον κανονάρχη και τους εκκλησιαστικούς, παλαιούς με πείρα, όπως ήταν ο μακαριστός Γεδεών και ο Πέτρος. Κατόπιν τον διαβαστή. Ο μακαριστός πατήρ Κουκουζέλης κανοναρχούσε σε όλους τους ήχους...
Οι συμπατριώτες Λαυριώτες πατέρες Εφραίμ (αριστερά) και Αββακούμ. Οι συμπατριώτες Λαυριώτες πατέρες Εφραίμ (αριστερά) και Αββακούμ.[/caption]
»Οι απλοί πατέρες ζούσαν λιτά και απέριττα στην πτέρυγα του κοινού, στη νότια πλευρά της Λαύρας, που ήταν από την εποχή του αγίου Αθανασίου. Ήταν ντυμένοι με φτωχικά και μπαλωμένα ράσα, ρούχα και παπούτσια. Βλέπονταν στους στενούς διαδρόμους και μαζεύονταν τον χειμώνα στο μεγάλο δωμάτιο, που είχαν μία μασίνα και στέγνωναν τα ρούχα τους, όπως και μία κοινή βρύση που έπιναν όλοι νερό. Στο κελλί τους υπήρχε μόνο μία λάμπα, το κρεβάτι τους, η σόμπα και τα θρησκευτικά τους βιβλία. Ήταν φτωχοί και υπηρετούσαν σε όλα τα διακονήματα. Σέβονταν τους προϊσταμένους, οι οποίοι ήταν ενδεδυμένοι με μία μεγαλοπρέπεια ωσάν ηγούμενοι η αρχιερείς, αλλά και γεμάτοι ευλάβεια και φόβο Θεού. Ζούσαν σε αυτά τα απλά κελλιά και ο Γερο-Θεόφιλος και ο Γερο-Αββακούμ ως ασκητές και ερημίτες και φτωχοί και άποροι...».
Έτσι ζούσε και ο μακάριος Γερο-Εφραίμ. Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 25.6.1999.
Πηγές-Βιβλιογραφία
Εφραίμ Λαυριώτου μοναχού, Αναμνήσεις Λαυρεωτών Γερόντων, Πρωτάτον 57/1996, σσ. 6-8. Αναστασίου ίερομ., Αθωνικά Δίπτυχα, Άγιον Όρος 2000, σ. 18.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ.1483 - 1486

Ιερομόναχος Σπυρίδων Νεοσκητιώτης (1911 – 18 Ιουνίου 1990)

Ιερομόναχος Σπυρίδων Νεοσκητιώτης, άξιος θαυμασμού και σεβασμού (φωτ. ιερομονάχου Βενεδίκτου Νεοσκητιώτου) Ιερομόναχος Σπυρίδων Νεοσκητιώτης, άξιος θαυμασμού και σεβασμού (φωτ. ιερομονάχου Βενεδίκτου Νεοσκητιώτου)[/caption]
Γεννήθηκε, ο κατά κόσμον Ηλίας Δημητρίου Βίτσας ή Ξένος, στο χωριό Πέρκο Ναυπακτίας στις 10.4.1911 από φτωχή κι ευσεβή οικογένεια. Ήταν 14 αδέλφια. Ένας θείος του είχε 25 παιδιά. Νέος πηγαίνει στο Αγρίνιο να εργασθεί, για να βοηθήσει την οικογένειά του. Εκεί γνωρίσθηκε με τον π. Βενέδικτο Πετράκη († 1961), συνδέθηκε μαζί του επί μία εικοσαετία και αργότερα έγραψε περί αυτού ότι ήταν «ένας σύγχρονος άγιος». Μαζί έκτισαν το ναό των Αγίων Αναργύρων, ίδρυσαν νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο και οικοτροφείο. Ανέπτυξαν πλούσια φιλανθρωπική και ιεροκηρυκτική δράση. Ο τότε Ηλίας Ξένος υπήρξε στοργικός πατέρας πολλών και προσωποποίηση της αρετής. Το ευεργετικό του πέρασμα από το Αγρίνιο μένει αλησμόνητο.
Το 1966 αναχωρεί μόνιμα για το Άγιον Όρος. Η Καλύβη του Αγίου Σπυρίδωνος της Νέας Σκήτης γίνεται κατοικία του. Ζει απλά, λιτά, καλογερικά, αναπτύσσοντας την αρετή της φιλοξενίας. Το 1967 κείρεται μεγαλόσχημος μοναχός. Το 1969 χειροτονείται διάκονος και πρεσβύτερος στο Κυριακό της Νέας Σκήτης από τον φίλο του μητροπολίτη Εδέσσης Καλλίνικο, ο οποίος τον προχειρίζει και σε Πνευματικό. Το πετραχήλι του αναπαύει πολλές ψυχές μοναχών και λαϊκών. Η εμπειρία, η σύνεση και η διάκριση συντελούν σημαντικά στο έργο της καθοδηγήσεως. Κάτι που τόνιζε συνέχεια ήταν η ταπείνωση: «Ούτε οι μετάνοιες θα σας σώσουν, ούτε οι νηστείες, ούτε οι αγρυπνίες, αν δεν έχετε ταπείνωση. Ο διάβολος ποτέ δεν τρώει, ούτε κοιμάται, αλλά δεν μπορεί να σωθεί, γιατί δεν έχει ταπείνωση».
Νωρίς προείδε και προείπε το τέλος του. Παρακαλούσε να έχει ήσυχο τέλος. Ο Θεός τον άκουσε. Κοιμώμενος συνέχισε τον αιώνιο ύπνο του στις 18.6.1990 στην Καλύβη του, περιστοιχιζόμενος από τη φιλόθεη συνοδεία του. Ίσχυε και γι’ αυτόν αυτό που έγραφε για τον π. Βενέδικτο: «Τα άρρητα ψυχικά βιώματα και τα καθημερινά ψυχικά αγωνίσματα θα γίνουν γνωστά, όταν θ’ ανοιχτούν τα αγγελόγραφα συναξάρια του ουρανού». Εμείς, νέοι μοναχοί, τον βλέπαμε και τον θαυμάζαμε, φιλώντας το χέρι του με σεβασμό και ακούγοντας με προσοχή τις ωραίες διηγήσεις του.
Πηγές - Βιβλιογραφία
Σπυρίδωνος Ξένου αρχιμ., Ένας σύγχρονος άγιος, Αρχιμ. Βενέδικτος Πετράκης, Ιεροκήρυξ, Άγιον Όρος 1987. Συνοδεία Σπυρίδωνος ιερομονάχου, Αρχιμανδρίτης Σπυρίδων Νεοσκητιώτης, Όσιος Γρηγόριος 15-16/1990-1991, σσ. 72-83.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1271 – 1274

Μοναχός Δαμιανός Σιμωνοπετρίτης (1841 – 12 Ιουνίου 1927)

Ιερά μονή Σίμωνος Πέτρας (φωτ. π. 1890). Ιερά μονή Σίμωνος Πέτρας (φωτ. π. 1890).[/caption]
Ήταν υιός ιερέως, από την περιοχή των Σερρών, που ονομαζόταν Χριστόδουλος. Προσήλθε στην ουρανογείτονα μονή της Σίμωνος Πέτρας το 1871 κι εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός το 1873.
Έζησε μία ζωή υπερθαύμαστη, που τη θαύμασαν οι άγγελοι κι έφριξαν οι δαίμονες, όπως διαβάζουμε σε αρχαία συναξάρια. Επί 56 έτη στο κοινόβιο δεν απόκτησε δικό του κελλί. Έχοντας μία ξύλινη «ασπίδα» κρυβόταν σε κάποια απόμερη γωνιά της μονής. Στηριζόμενος σε αυτή πέρναγε ολόκληρες νύχτες προσευχόμενος. Κοιμόταν για λίγο καθιστός. Όλα αυτά τα έτη τα διήλθε ο μακάριος ακτήμονας με το ράσο που έλαβε στην κουρά του. Το αξιοθαύμαστο είναι πως παρά τις τόσες δεκαετίες δεν του πάλιωσε. Όταν αρρώσταινε, ποτέ δεν πήγαινε σε ιατρό.
Η ουρανογείτων μονή Σίμωνος Πέτρας (φωτ. 1928) Η ουρανογείτων μονή Σίμωνος Πέτρας (φωτ. 1928)[/caption]
Διηγείται περί αυτού ο παπα-Χρύσανθος ο Αγιαννανίτης († 1981): «Αυτός επειδή ήτο άγιος, ήθελε όλους να τους διδάσκει την αγιότητα. Και ως τους εδίδασκεν τα γράμματα κ.λπ., ούτω και αυτός ο τρισμακάριστος, όταν με εύρισκε μου έλεγεν τα εξής: “Καλό μου, καλό μου, όταν τελειώνεις το διακόνημά σου, να κάθεσαι εμπρός εις την πόρτα του δωματίου σου, να κρατάς την αναπνοήν σου και να λέγεις με την διάνοιά σου: Το κελλί μου είναι τάφος, και πρέπει να σκέπτομαι τον θάνατον· είμαι υποχρεωμένος να είμαι ταπεινόφρων και να κάνω άκραν υπακοήν διά να σωθώ”. Με εδίδασκεν ακόμη και τον τρόπον της προσευχής και άλλα πολλά. Εσυμβούλευεν την τάξιν του Κοινοβίου. Να προσέχουν οι νεώτεροι να μην ομιλεί ο ένας με τον άλλον. Να εγκρατευώμεθα δε έξω από την τράπεζαν, έως και αυτού του νερού, το όποιον εφύλαξεν ούτος, έως ότου απέθανεν».
Προείδε το τέλος του. Έψαλλε το «Χριστός Ανέστη». Μετέβη χαρούμενος στο αιώνιο Πάσχα. Κατά το μοναχολόγιο της μονής: 11-12.6.1927, περί ώραν 2αν νυκτερινήν, ημέραν Παρασκευήν, ετών 86 ως έλεγεν, 4 ημέρας κατακλιθείς σφοδρώ πυρετώ εις το νοσοκομείον» μονής εκοιμήθη μακαρίως ο μακάριος.
Πηγές – Βιβλιογραφία
Μωυσέως Αγιορείτου μονάχου, Αγιορείτικες διηγήσεις του Γέροντος Ιωακείμ, Θεσσαλονίκη 1989, σ. 172. Ιωαννικίου Κοτσώνη αρχιμ., Αθωνικόν Γεροντικόν, Κουφάλια Θεσσαλονίκης 1999, σσ. 282, 406. Χρύσανθού Αγιαννανίτου ιερομ., Γεροντικαί ενθυμήσεις και διηγήσεις, τ. Α'. Μώλος Λοκρίδος 2008, σσ. 103-104.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Α΄ 1901-1955, σελ. 201-202

Ιερομόναχος Άνθιμος Παντοκρατορινός (1909 – 12 Ιουνίου 1993) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

Ιερομόναχος Άνθιμος Παντοχρατορινός, δυνατός, ηρωικός, σιωπηλός, σεμνός, ταπεινός. Ιερομόναχος Άνθιμος Παντοχρατορινός, δυνατός, ηρωικός, σιωπηλός, σεμνός, ταπεινός.[/caption]
Ο κατά κόσμον Αντώνιος Κατσαλιάκης του Ζαχαρία και της Τριανταφυλλιάς γεννήθηκε στο χωριό Τζιτζιφέ Κισάμου Κρήτης το 1909. Στην ιερά μονή Παντοκράτορος προσήλθε το 1928 και εκάρη μοναχός το επόμενο έτος.
Κατά τον φιλοαθωνίτη δάσκαλο Αντώνιο Στιβακτάκη, «ο Γέροντας Άνθιμος Παντοκρατορινός είχε γενναία καρδιά, ακατάβλητο φρόνημα, και αποδείχθηκε κατά τη διάρκεια της Κατοχής γνήσιο τέκνο της λεβεντογέννας Κρήτης, συμμετέχοντας ενεργώς στην Εθνική Αντίσταση και μεταφέροντας μόνος του με μία βάρκα από τον Άθωνα στις ακτές της Μικράς Ασίας Έλληνες και συμμάχους, οι οποίοι εν συνεχεία προωθούνταν στην Παλαιστίνη και στην Αίγυπτο, για να συνεχίσουν τον υπέρ ελευθερίας αγώνα». Το 1947 αναχώρησε της μονής του και το επόμενο έτος χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος, λειτουργώντας σε διάφορα μέρη.
Το 1982 επέστρεψε στη μονή της μετανοίας του. Ήταν άνθρωπος πολύ ισχυρής κράσεως, φιλάνθρωπος, πρόθυμος και καλοσυνάτος. Μία φορά επιστρέφοντας με τα κουπιά στη μονή του από τα παράλια της Μ. Ασίας, όπου είχε φυγαδεύσει συμμάχους, κινδύνεψε από φοβερή θαλασσοταραχή. Μάλιστα δεν του είχαν απομείνει καθόλου τροφές και νερό. Οι σωματικές του δυνάμεις τον είχαν εγκαταλείψει τελείως. Επικαλέσθηκε τον άγιο Νικόλαο και άφησε όλες του τις ελπίδες σε αυτόν. Ο άγιος θαυματούργησε και τον πήγε σώο σ’ ένα εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου στην περιοχή των Καυσοκαλυβίων. Ήταν ατρόμητος ο Γέροντας Άνθιμος. Από το Άγιον Όρος έφευγε με τη βάρκα για τη Σαμοθράκη, από εκεί για την Ίμβρο και από εκεί για τη Μ. Ασία. Κάποτε τον έπιασαν οι Γερμανοί και σκόπευαν να τον θανατώσουν, αλλά ο Θεός πάλι τον βοήθησε. Ο επίσκοπος Ροδοστόλου Χρυσόστομος τον χαρακτηρίζει «λεβεντοκαλόγερο», τον «ηρωικότερο Αγιορείτη κατά την περίοδο της Γερμανοκατοχής», γενναία καρδιά με ακατάβλητο πατριωτικό φρόνημα. Ταπεινός και μετριόφρων στα γεράματά του απέφευγε να μιλά για τον εαυτό του και τα κατορθώματά του.
Ανεπαύθη εν Κυρίω σιωπηλός, λησμονημένος και τεταπεινομένος στις 12.6.1993 στην αγαπητή μονή της μετανοίας του.
Πηγές - Βιβλιογραφία
Χρυσοστόμου Ροδοστόλου επισκόπου, Ωδή στα αμάραντα στον Άθωνα, Άγιον Όρος 2004, σσ. 275-283. Αντωνίου Στιβακτάκη, Κρήτες Αγιορείτες Μοναχοί, Ιεράπετρα 2007, σσ. 151-152.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1347-1348

: Μοναχός Σάββας Φιλοθεΐτης (1882 – 8 Ιουνίου 1970)

Μοναχός Σάββας Φιλοθεΐτης, λόγιος και ταπεινός μοναχός. Μοναχός Σάββας Φιλοθεΐτης, λόγιος και ταπεινός μοναχός.[/caption]
Ο κατά κόσμον Στέφανος Κυριαννής του Στυλιανού και της Παγώνας γεννήθηκε στο Αρδαμέρι της Χαλκιδικής την ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου το 1882. Προσήλθε στην Ιερά μονή Φιλοθέου το 1906, στην οποία έζησαν πολλοί όσιοι και ζούσαν ενάρετοι πατέρες. Το 1908 εκάρη μοναχός και ονομάσθηκε Σάββας. Διετέλεσε γραμματεύς της Ιεράς Κοινότητος. Ανεπαύθη στις 8.6.1970.
Μέσα στα λίγα αυτά βιογραφικά στοιχεία κρύβεται η ζωή ενός αληθινά φιλόθεου Φιλοθεΐτη μονάχου. Με αγάπη, απλότητα, αμεσότητα και ταπείνωση έγραφε για ωφέλεια του πλησίον πάντοτε υμνογραφήματα, διηγήματα, άρθρα, ρητά, επιστολές και νουθεσίες. Έγραφε: «Τρία τα τελειωτικά μέσα διά των οποίων ο άνθρωπος γίνεται τέλειος χριστιανός και εικών Θεού. α) Μόρφωσις του νου. Διά της ευσεβούς διδασκαλίας, διά της προσοχής και χαλινώσεως του νου από κακάς και πονηράς σκέψεις, διά της καλής συναναστροφής και διά της μνήμης του θανάτου, β) Μόρφωσις της καρδίας. Διά της αναγνώσεως θρησκευτικών και ηθικών βιβλίων, διά της ψαλμωδίας εκκλησιαστικών και σεμνοηθικοθρησκευτικών ασμάτων και ποιημάτων, και εν γένει φυλάττοντας την καρδίαν καθαράν από αισχρούς λογισμούς, βοώντας ως ο Δαυίδ προς τον Θεόν “καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός...” έχοντας υπ’ όψιν τον Μακαρισμόν “Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία...”. γ) Βούλησις αγαθή. Διά της αγαθής βουλήσεως (θελήσεως) να σκεπτώμεθα και εκτελώμεν παν αγαθόν προς ωφέλειαν ημών αυτών και του πλησίον. Μη αφήνοντες τον νούν ημών να περιφέρηται εις μάταια και ψυχοβλαβή πράγματα».
Η φιλοθεΐα του ήταν συνδυασμένη πάντοτε με τη θεοτοκοφιλία του. Υπεραγαπούσε τη Θεοτόκο και ιδιαίτερα τη Γλυκοφιλούσα της μονής του και του «Αξιόν Έστι» του Πρωτάτου. Σε μία λιτανεία της θαυματουργής αυτής εικόνας, το 1930, που διήρκησε δέκα ώρες, και την οποία ακολούθησε, γράφει χαρακτηριστικά: «Έν τη Ιερά ταύτη Λιτανεία ο ευσεβής λιτανεύων, θεωρεί νοερώς την Ανωτέραν των Αγγελικών Ταγμάτων και Βασίλισσαν του κόσμου, αοράτως περί ιπταμένην και δορυφορουμένην υπ’ Αγγελικών παρατάξεων, περισκέπουσαν και ευλογούσαν τα λιτανεύοντα αυτήν πνευματικά της τέκνα, και τούτο γίνεται δήλον εκ των ακολουθησάντων εκάστοτε θαυμάτων Αυτής». Και καταλήγει: «Ας ελπίσωμεν λοιπόν, αγαπητοί, ότι η Κυρία Θεοτόκος η Φρουρός και Φυλάκισσα του Ιερού τούτου Τόπου, θέλει διαφυλάττει και περισκέπει εσαεί τον Κλήρον της, τον επί τόσους αιώνας περισκεπώμενον και περιφρουρούμενον υπό της χάριτος και Προστασίας Αυτής, “ήτις πολλάκις προφορικώς” υπεσχέθη την περιφρούρησιν και υπεράσπισιν του Ιερού τούτου Κλήρου Αυτής από ορατούς και αοράτους εχθρούς μέχρι της συντελείας του αιώνος. Αμήν».
Σ’ ενα υμνογράφημά του δέεται:
«Δέξαι μου την δέησιν Μαριάμ,
και τους δακρυρρόους στεναγμούς μου, Μήτερ αγνή,
και εκ των παγίδων εχθρού με σώσον Κόρη,
εν σοί γάρ την ελπίδα τίθημι Δέσποινα».
Πήγες – Βιβλιογραφία
Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Φιλοθέου. Σάββα Φιλοθεΐτου μονάχου, Πανηγυρικού τελεταί του Ιερού Ναού του Πρωτάτου εν Καρυαίς του Αγίου Όρους, Άγιον Όρος 1936. Σάββα Φιλοθεΐτου μοναχού, Ευαγγελικός κήπος, Βόλος 1949.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ. 833 – 834

Μοναχός Γερόντιος Προδρομίτης (1901 – 5 Ιουνίου 1984) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

Skiti Timiou Prodromou Ιερά Ρουμάνικη Σκήτη Προδρόμου[/caption]
Ο κατά κόσμον Γεώργιος Μπάτσιου γεννήθηκε το έτος 1901 στο χωριό Μπάικα του νομού Φολτιτσέν της ορθόδοξης χώρας της Ρουμανίας. Νέος ήλθε στο Περιβόλι της Παναγίας, όπου μόναζαν πολ­λοί συμπατριώτες του. Εγκαταβίωσε στο Παντοκρατορινό Κελλί του Ευαγγελισμου της Θεοτόκου της Κάτω Καψάλας. Εκεί εκάρη μοναχός το 1927 και ονομάσθηκε Γεδεών. Το επόμενο έτος προσήλθε στη ρου­μανική σκήτη του Τιμίου Προδρόμου, όπου έκάρη μεγαλόσχημος μο­ναχός και ονομάσθηκε Γερόντιος. Οι πατέρες της σκήτης διακρίνονταν για το ασκητικό τους φρόνημα, τα έργα της αρετής και της μετανοίας.
Ανάμεσά τους ξεχώριζαν ο Δίκαιος Ματθαίος, που είχε έλθει στη σκήτη από νεαράς ηλικίας και αγωνίσθηκε σκληρά για την επιβίωση της σκήτης μέσα από πολλές αντίξοες συνθήκες. Ο τυφλός Γέρον­τας Βαρθολομαίος, που έλεγε με κατάνυξη το Μεσονυκτικό και τον Εξάψαλμο καθημερινά από στήθους. Ο διάκονος Αρκάδιος, που είχε έλθει δωδεκάχρονος στη σκήτη. Είχε μεγάλη αγάπη για τις ακολουθίες. Πήγαινε με μεγάλη δυσκολία και με δύο μπαστούνια στην εκκλησία. Στην ευλάβειά του στην Παναγία και στην καρτερία στους σωματικούς του πόνους, ξεχώριζε απ’ όλους.
Ο Γέροντας Γερόντιος, παρά τα γεράματά του, αναφέρει ο π. Δαμα­σκηνός Γρηγοριάτης, έτρεχε παντού φιλότιμα και πρόθυμα να συνδρά­μει, παρότι από ένα κτύπημα είχε χωλωθεί. Ήταν κοντός και κυρτωμέ­νος. Ο Δίκαιος Πετρώνιος τον χαρακτηρίζει υπάκουο, ταπεινό, αγωνιστή. Είχε περίπου πέντε δεκαετίες στη σκήτη. Τα τελευταία είκοσι χρόνια δεν είχε βγει καθόλου από αυτή. Είχε περάσει με ζήλο από διάφορα διακονήματα της κοινοβιακής σκήτης: βουρδουνάρης, μάγειρος, φούρ­ναρης, κηπουρός και άλλα. Όταν τέλειωνε το διακόνημά του, έτρεχε να βοηθήσει τους πατέρες και σε άλλα διακονήματα. Στο κελλί του διάβα­ζε το Ψαλτήρι, το οποίο είχε πάντοτε ανοιχτό στό αναλόγιό του. Ήταν ακτήμων, απλός και χαριτωμένος. Αν κάποιος του πρόσφερε χρήματα, τα έδινε αμέσως στον Δικαίο, λέγοντας: «Πάρτα, γιατί δεν θέλω να μ’ εύρει η νύχτα με χρήματα στα χέρια μου».
Η τελευταία ημέρα της ζωής του ήταν εντυπωσιακή. Το πρωί, μετά την ακολουθία, είχε πάει να βοηθήσει στο μαγειρείο, για την προετοι­μασία του φαγητού. Κατόπιν πήγε να βοηθήσει νεότερους μοναχούς, που φόρτωναν άμμο ένα φορτηγό, για την επισκευή των κτιρίων. Όταν του είπαν να μην κουράζεται, γιατί είναι ηλικιωμένος, απάντησε: «Εγώ μετά θα πάω να ξεκουραστώ, ενώ οι πατέρες θα εργάζονται μέχρι το βράδυ...». Την ίδια ημέρα στη σκήτη θα έφτιαχναν ψωμί. Πήγε στον φούρνο να βοηθήσει στο κοσκίνισμα του αλεύρου. Ο φούρναρης του είπε να πάει και αργότερα, να βοηθήσει στη ζύμη. Όταν πήγε στο κελλί του να τον ειδοποιήσει για να έλθει, ενώ χτύπησε την πόρτα δεν απάντησε. Άνοιξε τη θύρα του κελλιού του και τον βρήκε ξαπλωμένο με το Ψαλτήρι. Νόμιζε πως αποκοιμήθηκε από την κόπωση και τον ξαναφώναξε. Ο Γέροντας Γερόντιος δεν υπάκουσε, για πρώτη και τελευ­ταία φορά. Υπάκουσε στο ουράνιο κάλεσμα, ν’ αφήσει τα επίγεια για τα επουράνια. Αναχώρησε, για να λάβει τον μισθό των καμάτων του. Έφυγε σαν πουλάκι, δίχως καμιά προειδοποίηση, για να υπάγει στη χαρά του Κυρίου του, τον οποίο διακόνησε σε όλη του τη ζωή φιλότιμα, αντικρίζοντάς τον στα πρόσωπα των αγαπητών αδελφών του.
Ο αξιομακάριστος Γέροντας Γερόντιος Προδρομίτης αναπαύθηκε εν Κυρίω στις 5.6.1984.
Πήγες - Βιβλιογραφία         
Μοναχολόγιο Ιεράς Σκήτης Τιμίου Προδρόμου Μ. Λαύρας. Διήγηση μοναχού Δα­μασκηνού Γρηγοριάτου.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1103-1104

: Μοναχός Ηλίας Καρυώτης (1907-1 Απριλίου 1994)

Γέροντας Ηλίας Καρυώτης, η ζωή του δύσκολη αλλά γεμάτη αγάπη Γέροντας Ηλίας Καρυώτης, η ζωή του δύσκολη αλλά γεμάτη αγάπη[/caption]
Ο κατά κόσμον Ηλίας Αποστολίδης του Σωτηρίου και της Κωνσταντινιάς γεννήθηκε στο Γκιουρέ Κορυτσάς της Β. Ηπείρου το 1907. Προσήλθε στο Άγιον ’Όρος το 1918 κι εκάρη μοναχός στο Κουτλουμουσιανό Κελλί των Είσοδίων της Θεοτόκου στις Καρυές το 1922. Στο Κελλί αυτό έμεναν πατέρες από τη Μυτιλήνη: ο Δαμιανός († 1939), ο Κοσμάς († 1940) και ο Δαμιανός († 1946). Ήταν φιλότιμος, φίλεργος και φιλάδελφος, όπως και οι Γεροντάδες του.
Ο Γέροντας Ηλίας ήλθε στο Περιβόλι της Παναγίας μας μόλις ένδεκα ετών. Δεν βγήκε ποτέ στον κόσμο, παρά στο τέλος της ζωής του, από μεγάλη ανάγκη. Τον πήγανε οι υποτακτικοί του στο νοσοκομείο, στους θεράποντες ιατρούς. Είχε μεγάλη ευλάβεια στην Παναγία. Προαισθάνθηκε το τέλος του και το είπε στους συνοδούς του: «Την ημέρα της Παναγίας, του Ακαθίστου, θα φύγω». Έτσι κι έγινε. Τότε ήμουν αρχιγραμματεύς στην Ιερά Κοινότητα. Θυμάμαι πήγα στη σεμνή και κατανυκτική κηδεία του. Ο υποτακτικός του Δαμιανός έκανε ό,τι μπορούσε να περιποιηθεί τον πολύ κόσμο.
Ο παπα-Αναστάσης ο Καρυώτης στα ωραία Δίπτυχά του, γράφει περί αυτού: «Γερο-Ηλίας. Άκακος, αφανής, καλογερικότατος. Την ημέρα του θανάτου του κάλεσε τον Γέροντα και τους πατέρες από το μοναστήρι, τους χαιρέτησε και μετά από λίγο παρέδωσε την ψυχή του. Νηστευτής αλλά και πολύ καλός μάγειρας, έζησε με στέρηση και πενία, αλλά πάντα φιλόξενος· η ζωή του δύσκολη αλλά γεμάτη αγάπη».
Εκοιμήθη εν Κυρίω την 1.4.1994.
Πηγή - βιβλιογραφία
Μωυσέως Αγιορείτου μοναχού, Ηλίας Μοναχός (1907-1994), Πρωτάτον 16/1994, σ. 283. Αναστασίου ιερομ., Αθωνικά Δίπτυχα, Άγιον Όρος 2000, σ. 28.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1359.

Ιερομόναχος Σάββας Καρυώτης (1837 – 31 Μαρτίου 1923)

Ιερομόναχος Σάββας Καρυώτης, «προθυμίαν έχων να γίνηται ωφέλιμος εις μοναχούς και λαϊκούς» Ιερομόναχος Σάββας Καρυώτης, «προθυμίαν έχων να γίνηται ωφέλιμος εις μοναχούς και λαϊκούς»[/caption]     Ieromonaxos Savvas Kariotis: Ιερομόναχος Σάββας Καρυώτης, «προθυμίαν έχων να γίνηται ωφέλιμος εις μοναχούς και λαϊκούς». Photo_01: «χωρίς περιγραφή»       Ο κατά κόσμον Συμεών Σταμπολάκης γεννήθηκε στο Απέρειο της Καρπάθου στις 25.2.1837. Μικρός ακολούθησε τον εργολάβο οικοδομών πατέρα του στη Σμύρνη και στα Θείρα της Μικρασίας. Μετά τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του υιοθετήθηκε κατά κάποιο τρόπο «υπό του διαπρεπούς επ’ αρετή και πλούτω» Χατζή Παπαδάκη, κοντά στον οποίο έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Αργότερα στη Σμύρνη έμεινε στον μεγαλέμπορο Θωμά Κουρμπά, «όστις ηγάπησε αυτόν ως υιόν, εστερημένος ων τέκνων», αναχώρησε όμως γιατί ήθελε να τον παρασύρει στον προτεσταντισμό. Άφησε τα πλούτη για τη φίλη Ορθοδοξία. photo_01 Στη Σμύρνη συνδέθηκε πνευματικά με τον ιατρό μοναχό Χριστόφορο Λαυριώτη, με τον οποίο ήλθε στο Άγιον Όρος. Μετά από εκεί μετέβη στην Κρήτη και κατόπιν στην Πάρο, όπου εκεί «ενέτυχεν εις την μονήν Λογγοβάρδας πνευματικώ τινι διαπρεπεί Ιεροθέω». Στην Πάρο συνάντησε για δεύτερη φορά τον Χριστόφορο, τον οποίο ακολούθησε ξανά στο Άγιον Όρος. Προσήλθε στον περιβόητο ασκητή του Άθωνα, μεγάλο νηστευτή και χαρισματούχο Γέροντα Χατζη-Γιώργη τον Καισαρέα († 1886) στο Κελλί του Αγίου Δημητρίου στην Κερασιά το 1864. Μετά τριετή δοκιμασία εκάρη μοναχός το 1867. Στις 22.4.1868 χειροτονήθηκε διάκονος και την επομένη, εορτή του αγίου Γεωργίου, πρεσβύτερος, από τον πρώην μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Δελβίνου και Χειμάρας Παντελεήμονα († 1875), που εφησύχαζε σε Κελλί της μονής Σίμωνος Πέτρας. Ο ιερομόναχος Σάββας έκανε υπακοή στο αυστηρό τυπικό του Γέροντός του και συγχρόνως μάθαινε ρωσικά. Κατόπιν κατοίκησε στο Κελλί του Αγίου Ελευθερίου, στα Βουλευτήρια της Αγίας Άννης, για ένα διάστημα. Στη συνέχεια ήλθε στο Ιβηρίτικο Κελλί των Αγίων Αναργύρων Καρυών. Εδώ ασχολήθηκε με την έκδοση και διάδοση διάφορων πνευματικών βιβλίων, ιερών ακολουθιών και βίων αγίων. Κατά τον καλοκάγαθο υποτακτικό του μοναχό Κοσμά τον Καρπάθιο († 1965), ετελείωσε τον βίο του «προθυμίαν έχων να γίνηται ωφέλιμος εις μοναχούς και λαϊκούς, διακριθείς επί ζήλω υπέρ του μοναχικού βίου, επί τη προς το δόγμα και τα καθεστώτα της αγιωτάτης ημών Εκκλησίας αφοσιώσει». Υποτακτικό επίσης είχε τον βιβλιόφιλο και βιβλιοπώλη μοναχό Αρέθα († 1965). Επί δεκαετία ήταν ασθενής από ημιπληγία, «διέμενε κλινήρης, ευχαριστών αείποτε τω πατάσσοντι και πάλιν ιωμένω». Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 31.3.1923, ημέρα Παρασκευή της Διακαινησίμου, εορτή της Ζωοδόχου Πηγής, αφού έπαθε νέα εγκεφαλική συμφόρηση, και μετέστη προς τον Κύριο της ζωής και του θανάτου, πιστός στον Θεό έως θανάτου γενόμενος, στον Αναστάντα Κύριο ημών Ιησού Χριστό, τον νικήσαντα το κράτος του θανάτου διά του θανάτου Του και «τω κόσμω ζωήν χαρισάμενον».   Πήγες – Βιβλιογραφία Γερασίμου Σάλτη μονάχου, Προσκυνητάριον του Αγίου Όρους, Άγιον ’Όρος 1923, σσ. η΄- ι΄.   Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Α΄ 1901-1955, σελ.173-175

Μοναχός Χριστόφορος Κουτλουμουσιανοσκητιώτης (1874 – 30 Μαρτίου 1953)

Γέροντας Χριστόφορος Κουτλουμουσιανοσκητιώτης, (σχέδιο 1899) Γέροντας Χριστόφορος Κουτλουμουσιανοσκητιώτης, (σχέδιο 1899)[/caption]
Το 1874 γεννήθηκε στο Χελυδόριο Κορινθίας. Μικρός έμεινε ορφανός. Νέος πήγε στην Αθήνα για να εργασθεί. Το Πάσχα του 1898 μετέβη στα Ιεροσόλυμα για προσκύνημα και κατόπιν ήλθε στο Άγιον ’Όρος. Το 1900 εκάρη μοναχός στη μονή Κουτλουμουσίου. Το επόμενο έτος τον κάλεσε ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ' στα Πατριαρχεία για να βοηθήσει στη γραμματεία. Το 1911 ήλθε στη σκήτη μας, του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος του Ιαματικού, στην Καλύβη του Αγίου Αθανασίου του Μεγάλου.
Διακρίθηκε για την ολοσχερή αφοσίωσή του στον μοναχισμό και στις παραδόσεις της Εκκλησίας μας. Ήταν πάντοτε συνεπής στα μοναχικά του καθήκοντα, φιλόθεος, φιλάγιος και φιλάρετος. Αναφέρει με συγκίνηση θαύματα που του έκανε ο Θεός διά των αγίων του κι εσώθη από βέβαιο θάνατο δύο φορές και από οδυνηρές ασθένειες. Είχε αγωνία για τη σωτηρία των συνανθρώπων του. Προς τούτο είχε τακτική αλληλογραφία με πολλούς. Ήταν στο έπακρον ελεήμων. Λέγεται πως και το λουκούμι το κόβε στα τέσσερα στους επισκέπτες του. Εκούσια πτωχός. Για ν’ αποφύγει την πολυλογία, έβαζε τους επισκέπτες να διαβάζουν από ένα βιβλίο. Άφησε φήμη φιλότιμου, φιλομαθούς, φιλόκαλου, φιλακόλουθου, φιλάδελφου, φιλότεκνου και φιλάνθρωπου Γέροντος. Είχε την αδιάλειπτη προσευχή κατά το του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, «μνημονευτέον Θεού μάλλον ή αναπνευστέον».
[caption id="attachment_122206" align="aligncenter" width="640"]Γέροντας Χριστόφορος Κουτλουμουσιανοσκητιώτης, «γέννημα Κορινθιακόν, θρέμμα δε Αγιορειτικόν». Γέροντας Χριστόφορος Κουτλουμουσιανοσκητιώτης, «γέννημα Κορινθιακόν, θρέμμα δε Αγιορειτικόν».[/caption]
Ο ένθερμος φιλοαθωνίτης εκδότης Σ. Σχοινάς επισκεπτόμενος τη σκήτη αναφέρει: «Διεκρίνομεν τον πατέρα Χριστοφόρον εκ της Καλύβης του Αγίου Αθανασίου, η σοφία και η σύνεσις του οποίου μας κατέπληξε. Ελυπήθημεν διότι δεν μας ήτο δυνατόν να παραμείνωμεν παρ’ αυτώ ολόκληρον ημέραν, να φωτισθώμεν και συνετισθώμεν από τα άγια λόγια του».
Ανεπαύθη στις 30.3.1953 ειρηνικά στην Καλύβη του κατόπιν εβδομαδιαίας ασθένειας. Λίγες μέρες πριν έγραφε σ’ επιστολή του: «συμφώνως τη θεία γραφή, δεν γνωρίζομεν την ώραν και την στιγμήν της αναχωρήσεώς μας, μήτε προεξοφλώ ότι και όντως εφέτος θα αποθάνω, μήτε και σύμβασιν έχω με τον Θεόν ότι θα ζήσω. Το νήμα της ζωής μας το κρατά ο Θεός και οίαν ώραν και στιγμήν θέλει το κόπτει». Ο γείτονάς του μοναχός Αντώνιος έγραφε: «Δεν του ευρήκαμε τίποτε χρηματικόν ποσόν, εφ’ όσον αυτός τα διέθετε όπως ήθελε είτε εις φιλανθρωπικούς σκοπούς είτε εις μοναχούς και μοναχές, που είχε τακτική αλληλογραφία...».
Πηγή - Βιβλιογραφία
Σωτηρίου Σχοινά, Του Αγίου Όρους εικών άνευ εικόνος, Αγιορειτική Βιβλιοθήκη 58-60/1940-41, σσ. 317-318. Χριστοφόρου Κολοκύθα αρχιμ., Χριστοφόρος Μοναχός Ασκητοκουτλουμουσιανός (1874-1953), Καμένα Βούρλα 2002.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Α΄ 1901-1955, σελ.493-495

: Μοναχός Θεόκτιστος Εσφιγμενίτης (1822 – 29 Μαρτίου 1917)

Monahos Theoktistos Esfigmenitis Γέροντας Θεόκτιστος Εσφιγμενίτης, ο περιβόητος ασκητής της Πάτμου.[/caption]
Ο Μικρασιάτης αναχωρητής Θεόκτιστος νέος έρχεται στον Άγιον Όρος. Η μονή Εσφιγμένου του δίνει ένα κελλί της για τις πρώτες ουράνιες αναβάσεις του. Ύστερα από μία πορεία μέσω Ιεροσολύμων και Σάμου προς ανεύρεση της ιερής ησυχίας καταλήγει στο ιερό νησί της Αποκαλύψεως. Οι πιο απαραμύθητοι τόποι της Πάτμου τον φιλοξενούν επί μισό περίπου αιώνα.
Ο Θεός ήταν παντοτεινή συντροφιά του. Δεν έπασχε ποτέ από μοναξιά και ας ήταν πάντα μόνος. Όταν του τέλειωσε κάποτε το νερό, η προσευχή του έφερε ένα σύννεφο να τον ξεδιψάσει και να γεμίσει τη στέρνα του. Τα φίδια ήταν φίλοι του, δεν τα φοβόταν, όπως ο Αδάμ πριν την πτώση. Τον έβλεπαν να μην πατά στη γη. Η προσευχή του θαυματουργούσε. Ο δαίμονας παρότι τον μετακινούσε από τόπο σε τόπο, δεν μπορούσε να τον νικήσει.
Ιερά Μονή Εσφιγμένου (φωτ. 1913) Ιερά Μονή Εσφιγμένου (φωτ. 1913)[/caption]
Απλός, λιτός, καταδεκτικός, μεγάλος νηστευτής, εργατικός σε όλη του τη ζωή. Περιστατικά και γεγονότα τον φανερώνουν διορατικό, προορατικό και αδιάλειπτα προσευχόμενο. «Αισθάνομαι τόση γλυκύτητα, έλεγε, ώστε δεν μπορώ να κοιμηθώ το βράδυ. Όταν λέω την εύχή είναι σαν να ακούω χιλιάδες αγγέλους να ψάλλουν». Η μελέτη της Αγίας Γραφής και η συχνή θεία Μετάληψη τον αναπτέρωναν. Γνήσιος απόγονος των ιεροπρεπών Κολλυβάδων.
Στα τέλη του σχεδόν τυφλώθηκε και κουφάθηκε. Δεν εμποδιζόταν όμως να έχει στραμμένα τα μάτια του μόνιμα στον ουρανό και ν’ ακούει αγγελικούς ύμνους. Ο παλαιός Εσφιγμενίτης την αυστηρότητά του όλη τη φύλαγε για τον εαυτό του. Είχε γίνει ο παρήγορος αδελφός όλων των πονεμένων της Πάτμου. Στη δύση του βίου του τον επισκέφθηκε ένας ξένος περιηγητής. Να πως τον περιγράφει: «Περικυκλωμένος από μουχλιασμένους τοίχους, κατοικώντας εδώ που δεν μπορεί να βλέπη τις καλλονές του νησιού ούτε να ατενίζη τα μεγαλεία της θαλάσσης, εδώ που ούτε δύσις μπορεί να τον φωτίση, υπομένοντας την μοναξιά και σπανίως δεχόμενος κανένα επισκέπτη: Ιδού ο ερημίτης της Πάτμου. Λίγη κίνηση και δραστηριότητα έχει το νησί, μα αυτός εδιάλεξε αυτή την εγκλείστρα για να αποφύγη κι αυτήν την ολίγη. Το βλέμμα του πάντα κυττάζει ψηλά. Μήπως έτσι στρέφει τις σκέψεις του μακρυά από την γη υψώνοντας μάτια και καρδιά προς τον ουρανό; Τα μαλλιά του και τα μουστάκια του ήταν μακρυά. Η όψις του έδειχνε καλωσύνη και εξυπνάδα. Πότε-πότε εφαίνετο μια λάμψις στα μάτια του που έδειχνε την παληά του ζωτικότητα. Μας προσκάλεσε να μπούμε στο σπίτι του, ένα δωμάτιο χτισμένο στην άκρη των ερειπίων, τρία μέτρα μάκρος και δυόμισυ πλάτος... Στρέφοντας γύρω μου είδα από το ανοικτό παράθυρο ένα πολύ μικρό δωματιάκι που του χρησίμευε ως προσευχητάριο. Τα μικρά του παράθυρα ήταν κλεισμένα και τα μόνα αντικείμενα μέσα σ αυτό ήταν μερικά κεριά, ένα μικρό αναλόγιο με μία μικρή ανοικτή βίβλο και ένα ανθρώπινο κρανίο με ένα μαύρο σταυρό ζωγραφισμένο στο μέτωπο. Ήταν κάτι που προξενούσε εντύπωσι και επεζήτησα να μάθω την σημασία του. Ιδού τα ίδια του τα λόγια: “Το έχω για να το κυττάζω. Μου λέγει πως θα είμαι μετ’ ολίγον. Με κάνει ταπεινόν και με ετοιμάζει διά τον θάνατον και διά τα μετά θάνατον... Παρακαλώ τον Θεόν να συγχωρήση όλες τις αμαρτίες μου και τέλος να με πάρη στον ουρανό. Βαδίζω προς τον θάνατο και θα εμφανισθώ ενώπιον του Θεού. Διά τούτο σκέπτομαι ποιαν απάντησιν θα του δώσω...”».
Ιερά Μονή Εσφιγμένου, διά χειρός Ράλλη Κοψίδη Ιερά Μονή Εσφιγμένου, διά χειρός Ράλλη Κοψίδη[/caption]
Ετοίμασε το μνήμα του πλησίον του Σπηλαίου της Αποκαλύψεως του Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου. Στις 29.3.1917, Μεγάλη Τετάρτη, δύοντος του ηλίου, έδυσε ο ενενηνταπεντάχρονος αναχωρητής, παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του για να εορτάσει, ο έτοιμος από καιρό, το αιώνιο Πάσχα της ατέρμονης και ανεκλάλητης ευφροσύνης.
Το Βραβείον της μονής του καταλήγει: «Διέτριψε δ’ εν Πάτμω επί 45 έτη εις διάφορα ερημητήρια και άβατα μέρη, σεβόμενος παρά πάντων ένεκα του εναρέτου βίου αυτού. Κατατάξαι δ’ αυτού το πνεύμα μετά των δικαίων ο Κύριος».
Πηγές – Βιβλιογραφία
Ηλία Μαστρογιαννόπουλου αρχιμ., Άγιες μορφές στην Πάτμο, Αθήναι 1966, σσ. 58-66. Του αυτού, Άγιες Μορφές της Νεωτέρας Ελλάδος, Αθήναι δ.χ. σσ. 62-71. Χρυσοστόμου Γ., Φλωρεντή διακόνου, Βραβείον της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, Αθήναι 1980, σ. 128.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό, ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, Τόμος Α΄ 1901-1955, σελ.140-142. Εκ

Μοναχός Ιωακείμ Ξενοφωντινός (1868-26 Μαρτίου 1962)

Geron Euthimios Ο Γέροντας Ευθύμιος από τη σκήτη του Ξενοφώντος (φωτ. μοναχού Χαρίτωνος Καρουλιώτου).[/caption]
Ένα απόγευμα του Ιουλίου του 2010 επισκεφθήκαμε την πενιχρή Καλύβη των Εισοδίων της Θεοτόκου. Ο Γέροντας Ευθύμιος, ασθενής και υπέργηρος μας υποδέχθηκε φιλόφρονα στο ταπεινό κελλί του και μας μίλησε με συγκίνηση για τους μακαριστούς Γέροντές του.
Ο κατά κόσμον Ιωάννης Μπογιατζόγλου του Παναγιώτου και της Αικατερίνης, ήταν από το Οφρύνιο Δαρδανελίων. Μόνασε από το 1891 στην Καλύβη των Εισοδίων με τον κατά σάρκα αδελφό του μοναχό Άνθιμο. Εκάρη μοναχός το 1893. Γέροντες είχαν τον μοναχό Άνθιμο από τον Βόλο και τον μοναχό Ιωαννίκιο από το Τσανάκαλε. Ο Άνθιμος στην αρχή μόνασε στη μονή Αγίου Παντελεήμονος, κατόπιν στην Κωνσταμονίτου και κατόπιν στη σκήτη Ξενοφώντος. Ο Άνθιμος έκειρε μοναχό τον Ιωαννίκιο.
Ο δεύτερος μοναχός Άνθιμος, ο αδελφός του Ιωακείμ, ήταν αργατικός, απλούς και ενάρετος. Ανεπαύθη πάσχων από μυοκαρδίτιδα. Είχε οσιακό τέλος. Λέγοντας τους Χαιρετισμούς της Θεοτόκου και φωνάζοντας: «Το Άγιον Πνεύμα... το Άγιον Πνεύμα...» εξέπνευσε στις 26.4.1946.
Οσιακό τέλος είχε και ο αδελφός του Ιωακείμ. Επιστρέφοντας ο μοναχός Ευθύμιος από τη θεία Λειτουργία του Κυριακού βρήκε τον Γέροντα Ιωακείμ να συνομιλεί με την Παναγία και να της λέει μπροστά στην εικόνα της: «Κυρία Θεοτόκε, πάρε με, κουράσθηκα, σ’ ευχαριστώ...». Ζήτησε να τελέσουν το μυστήριο του θείου και Ιερού Ευχελαίου. Μετέλαβε των αχράντων Μυστηρίων. Ζήτησε συγχώρεση απ’ όλους. Στο τέλος είπε στους υποτακτικούς του ιερομόναχο Βασίλειο, ιερομόναχο Ιωαννίκιο και μοναχό Ευθύμιο: «Μία τελευταία χάρη σας ζητώ. Να μην αφήσετε σβηστό το κανδήλι των Εισοδίων της Θεοτόκου...». Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 29.6.1962. Ο Γέροντας Ευθύμιος διατηρεί ακοίμητο το κανδήλι της Παναγίας.
Πηγές – Βιβλιογραφία
Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Ξενοφώντος.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ.671

Ιερομόναχος Ιερόθεος Κερασιώτης († 1902-25 Μαρτίου) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

Ο Γέροντας Ιερόθεος Κερασιώτης με την ευλαβέστατη συνοδεία του Ο Γέροντας Ιερόθεος Κερασιώτης με την ευλαβέστατη συνοδεία του[/caption]
Ο σπουδαίος και μεγάλος αυτός Γέροντας γεννήθηκε στη Σκιάθο. Είχε Κολλυβαδικές ρίζες. Αναγεννήθηκε σ’ ένα άλλο νησί του Αιγαίου, στα Ψαρά. Στο εκεί μοναστήρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου εκάρη μοναχός το 1855. Λόγω κάποιων προβλημάτων αναχώρησε για τη Θάσο, όπου για ένα διάστημα ασκήτεψε μ’ ένα παραδελφό του. Κατόπιν πήγε στη Χίο και κατοίκησε σ ένα ερημητήριο μ έναν πνευματικό αδελφό του. Στη συνέχεια σ ένα μοναστηράκι της Παναγίας έμεινε για λίγο καιρό. Με την προσευχή του θεράπευσε μία γυναίκα δαιμονισμένη. Όταν τον κατηγόρησε κάποιος χωρικός ότι είχε σχέση με κάποια γυναίκα, αποδείχθηκε η αθωότητά του κατά θαυμαστό τρόπο. Ο χωρικός εκείνος κρατώντας τον αγκαλιά για να τον κατεβάσει από το ζώο αισθάνθηκε να μην πατά στη γή. Έτσι κατανόησε ότι επρόκειτο περί αγίου ανθρώπου.
Ο Γέροντας Ιερόθεος ήταν ένας ενάρετος, φιλήσυχος και άκρως νηστευτής. Η συνοδεία τους είχαν απαράβατο κανόνα να μην καταλύουν ούτε λάδι. Ο κόσμος θαύμαζε για τη μεγάλη τους άσκηση. Ακόμη και ο επιχώριος επίσκοπος τους είχε παρεξηγήσει. Έτσι αναχώρησαν ξανά για το μοναστήρι των Ψαρών, όπου έγιναν δεκτοί με πολλή χαρά.
Το 1885 αναχώρησαν για μεγαλύτερη άσκηση για τον ιερό Άθωνα, την ερημική και ησυχαστική Κερασιά. Κατοίκησαν στο Κελλί των Εισοδίων της Θεοτόκου. Λίγο μετά κάηκε ολοσχερώς από πυρκαϊά και μόνο ο ναός σώθηκε. Μετά τριών ετών αγώνες κι εράνους ξανάκτισαν το Κελλί. Η συνοδεία αριθμούσε εφτά μέλη. Ασχολούνταν και με τη βοτανοθεραπεία.
Ο μακάριος Γέροντας Ιερόθεος είχε προοδεύσει αρκετά στην πνευματική ζωή. Πολλοί μιλούσαν για τη διάκριση, διόραση και προόραση που τον κοσμούσαν. Άνθρωπος προσευχής και ταπεινώσεως υψηλής και μεγάλης. Όταν κάποτε τον επισκέφθηκαν Ρώσοι προσκυνητές, τους προείπε ότι θα κινδυνεύσει ο τσάρος και η οικογένειά του από δολοφονική απόπειρα εναντίον τους. Πράγματι ο τσάρος ειδοποιήθηκε και σώθηκε. Ο μοναχός Αθανάσιος Λαυριώτης († 1940) θέλησε να τον πείσει να καταλύσει λάδι, μη τυχόν και τον βλάψει λογισμός υπερηφάνειας και χάσει τη σωτηρία του. Ο Γέροντας υπάκουσε. Εκοιμήθη ειρηνικά στις 25.3.1902, εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, την οποία από παιδί αγάπησε ένθερμα. Μετά τρία έτη έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του.
Ο Ά. Μωραϊτίδης γράφει περί αυτού ότι ανεβαίνοντας ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ΄ για την κορυφή του Άθωνα «θα σταθμεύση επί μικρόν εις το ευρύτατον ως Μονήν αναπαυτικώτατον ησυχαστήριον του συμπολίτου μου Ιεροθέου, εις τα Χιώτικα -ούτω καλούμενον κοινώς- επάνω εις την τερπνοτάτην και κατάφυτον κοιλάδα της Κερασιάς, όπου και τον Αύγουστον ακόμη η γη ανθοβολεί. Εκεί ο ασκητικώτατος Ιερόθεος με τους πέντε ιερείς του, όλους αλάδωτους, το έχει καύχημά του να φιλοξενή τον Πατριάρχην. Καλούνται αλάδωτοι, διότι πάσας τας ημέρας, καθ’ όλον το έτος ού καταλύουσιν έλαιον, και αυτήν την Λαμπράν.
Ο εγκρατέστατος ούτος ασκητής, εκ Σκιάθου μέν έλκων την καταγωγήν, αλλ’ ως επί μακρά έτη προ της εν Άθωνι αφίξεώς του εγκαταβιώσας εν Χίω, Χιώτης αποκαλούμενος, απέθανε προ τινων ετών εν ειρήνη».
Πήγες – Βιβλιογραφία
Α. Μωραϊτίδου, Με του βορηά τα κύματα, Αθήναι 1927, σ. 82. Μωυσέως Αγιορείτου μοναχού, Αγιορείτικες διηγήσεις του Γέροντος Ιωακείμ, Θεσσαλονίκη 1989, σσ. 45- 46. Μαξίμου Καυσοκαλυβίτου ιερομ., Ασκητικές μορφές και διηγήσεις από τον Άθω, Άγιον Όρος 2001, σσ. 128-133 (απ’ όπου η φωτογραφία).
Πηγή. Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων Αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Α΄ 1901-1955, σελ. 39-40, Εκδόσεις Μυγδονία.

Μοναχός Ιωσήφ Δοχειαρίτης (1920 – 4 Ιουνίου 1981)




Ο κατά κόσμον Χρηστός Κωνσταντίνου Σπάγγος γεννήθηκε στους Σπαθαραίους της Σάμου το έτος 1920. Είχε ένδεκα αδέλφια. Αποφοίτησε από την Εκκλησιαστική Σχολή Κορίνθου. Όταν είπε ότι θα πάει να γίνει μοναχός, η μητέρα του του είπε ότι θα πάει ν’ αυτοκτονήσει. «Ο καθένας έχει την ψυχή του», είπε θαρραλέα, δίχως να καμφθεί. Φυσικά η μητέρα του δεν επαθε τίποτε. Παρότι από διάφορες περιστάσεις ο πατέρας του και τ αδέλφια του είχαν ξεκληριστεί, τα δάκρυα της μητέρας του δεν τον έκαναν να καθυστερήσει την αναχώρησή του.
Μοναχός Ιωσήφ Δοχειαρίτης, υπομονετικός και φιλόθεος. Μοναχός Ιωσήφ Δοχειαρίτης, υπομονετικός και φιλόθεος.[/caption]
Εκάρη μοναχός στην ιερά νήσο Πάτμο, στη μεγάλη μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου με το όνομα Άνθιμος το 1975. Εκάρη κατόπιν μεγαλόσχημος με το όνομα Ιωσήφ υπό του οσίου Γέροντος Αμφιλοχίου Μακρή († 1970). Επί σειράν ετών άσκησε τον ερημητικό βίο στο αναχωρητήριο του Κουβαριού της Πάτμου. Ακολούθησε τον Γέροντα Γρηγόριο Δοχειαρίτη στη μονή Μυρτιάς το 1972, στη μονή Προυσού το 1973 και στις 20.5.1980 στη μονή Δοχειαρίου. Κατά τον π. Θεόκτιστο Δοχειαρίτη, «υπήρξε εις το έ'πακρον έλεήμων. Ειχε μεγάλη ακρίβεια στην έπιτέλεση των μοναχικών του καθηκόντων και ήτο φιλακόλουθος ως ουδείς άλλος». Συνεχίζοντας τα του π. Θεοκτίστου, ο γείτονάς μας π. Παλλάδιος λέγει: «Ποτέ δεν άφησε τον κανόνα του, ακόμη και όταν ήταν ασθενής. Είχε πολύ πόθο να έρθει στο Άγιον Όρος. Διακονούσε τον π. Μιχαήλ († 1983) με περισσή αγάπη. Ήταν πολύ απλός. Άνθρωπος μεγάλης αγάπης, ιδιαίτερα προς τους νέους μοναχούς. Ειρήνευε τους λογισμούς μας».
Παρακαλούσε πάντοτε τον Θεό να μην προξενήσει βάρος στην αδελφότητα. Δεν ήθελε στα τέλη του να επιβαρύνει κανένα. Στην αγρυπνία της Πεντηκοστής του 1981, για πρώτη φορά καθόταν στο στασίδι του, γιατί δεν αισθανόταν καλά. Πάντα στις μακρές ακολουθίες στεκόταν όρθιος κι έψαλλε ωραία. Δεν ήθελε να πάει στους ιατρούς. Έκανε υπακοή στον ηγούμενο και πήγε στο νοσοκομείο στη Θεσσαλονίκη. Δεν έμεινε όμως εκεί ούτε μία ημέρα. Ανεπαύθη ήσυχα στις 4.6.1981, Τετάρτη ημέρα μετά την Πεντηκοστή. Απήλθε προς Κύριον συναποκομίζων κόπους και ιδρώτες, που από χρόνια θησαύριζε για την ουράνια αποθήκη, χωρίς να ενοχλήσει κανένα, ο «ακριβής και ελεήμων». Τις πληροφορίες μας έδωσαν ο Γέροντας Θεόκτιστος Δοχειαρίτης, ο ιερομόναχος Αντίπας και ο μοναχός Παλλάδιος, που έζησαν επί έτη μαζί του.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ. 1011-1012

Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης (1901 – 4 Ιουνίου 1987) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

Gerontas Theodosios Agiopavlitis 01 Ιερά μονή Αγίου Παύλου.[/caption]
Γεννήθηκε στην Αταλάντη ο κατά κόσμον Θεόδωρος Αντωνάτος το 1901 από ευσεβείς γονείς. Η καταγωγή του ήταν από την Κεφαλλονιά. Ο πατέρας του ήταν μεγαλέμπορος. Η μητέρα του, ως έλεγε ο ίδιος, είχε εξαιρετική πνευματική ζωή μέχρις αγιότητος. Σε μικρή ηλικία ασθένησε σοβαρά και πλησίασε τον θάνατο. Με τη βοήθεια της Παναγίας έγινε καλά. Μετά τον θάνατο της μητέρας του μετέβη στην Αθήνα. Υπηρέτησε επί τετραετία στη χωροφυλακή και γνώρισε όλο το άλγος της αμαρτίας, παρασυρμένος από το κακό. Έπεσε έως τα δίχτυα του δαιμονοφορούμενου πνευματισμού. Ήταν πτυχιούχος της Ανώτατης Εμπορικής Σχολής Αθηνών και είχε κερδοφόρα εμπορική επιχείρηση. Με τη βοήθεια της Παναγίας τ’ άφησε όλα και ήλθε στο Περιβόλι της. Στη Μοναχική Απολογία του γράφει σ’ ένα σημείο: «Υστάτην έκκλησιν κάμνει, αδελφέ αναγνώστα, εις την αγαθήν σου καρδίαν, ο χαράσσων τας γραμμάς αυτάς, όστις εν σημαντικόν μέρος της ζωής του έζησεν εντός του κύκλου της τραγικής αποστασίας. Πλησίασε, αγαπητέ, τον Χριστόν μας εν μετανοία και να είσαι απολύτως βέβαιος ότι θα σε πλημμυρίση με το πέλαγος της αγάπης του».
Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, αν του το ζητούσαν γινόταν διδακτικός. Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, αν του το ζητούσαν γινόταν διδακτικός.[/caption]
Προσήλθε στην ιερά μονή του Αγίου Παύλου το 1935 και εκάρη μοναχός το επόμενο έτος. Υπήρξε γραμματεύς, βιβλιοθηκάριος, αρχειοφύλακας, προϊστάμενος, επίτροπος και αντιπρόσωπος της μονής στην Ιερά Κοινότητα. Ταξινόμησε το αρχείο της μονής και συνέταξε ένα πρώτο κατάλογο της βιβλιοθήκης. Συγκέντρωσε πλήθος εικόνων και χαλκογραφιών. Ήταν συντάκτης του αξιόλογου περιοδικού Άγιος Παύλος ο Ξηροποταμίτης επί δεκαετία. Δημοσίευσε διάφορα άρθρα και αξιόλογα βιβλία περί μοναχισμού και της συνεχούς θείας Μεταλήψεως. Εμείς τον γνωρίσαμε ανάμεσα στα βιβλία, τις γραφές του και τις συλλογές του να μιλά με δάκρυα για τη μετάνοια, τον Χριστό, την Παναγία και τους αγίους.
Γέροντας Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης. Γέροντας Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης.[/caption]
Όπως γράφαμε σε μία, τότε, νεκρολογία μας, υπήρξε υποδειγματικός τύπος κοινοβιάτη μοναχού κι ένας από τους τελευταίους παλαιούς λογίους πατέρες του Αγίου Όρους. Τη μονή της μετανοίας του αγάπησε υπέρμετρα και διακόνησε ολόθερμα. Εργάσθηκε για την άρση της λειψανδρίας του Αγίου Όρους και για την κατάργηση της ιδιορρυθμίας των μονών. Υπήρξε καλός κοινοβιάτης, φιλακόλουθος, ακτήμων, προσευχόμενος, νηστευτής, εγκρατής, υπάκουος, φιλάγιος και θεοφιλής. Αν του το ζητούσαν, γινόταν διδακτικός, καταθέτοντας γνήσιο λόγο Θεού.
Λίγες ημέρες πριν την προς Κύριον εκδημία του τον είχαμε επισκεφθεί και συνεχώς και ζωηρώς μας έλεγε για το ουράνιο ταξίδι του, για τη Βασιλεία του Ουρανών, για τον πόλεμο των δαιμόνων, που επί πολλά έτη είχε, γιατί τους είχε ξεγλυστρήσει, για τη βοήθεια της Παναγίας και για τη μεγάλη αγάπη του στο αυστηρό μοναστήρι του. Ανεπαύθη ησύχια στις 4.6.1987.
Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, στη βιβλιοθήκη με τις φίλες γραφές του. Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, στη βιβλιοθήκη με τις φίλες γραφές του.[/caption]
Με περισσή αγάπη σημειώνει στην εισαγωγή του βιβλίου του Μοναχική Απολογία τι γράφουν για το πολυσέβαστο Άγιον Όρος: «Κατά τον Οικουμενικόν Πατριάρχην Νικόλαον τον Γ΄ είναι: “Θεού εύρημα προς κατοικίαν αγίων ανδρών”. Κατά τον πάπαν Ιννοκέντιον τον Γ΄: “Το όρος αυτό αληθώς έστι τόπος άγιος, οίκος Κυρίου, Πύλη Ουράνιος”. Κατά τον Άγιον Σάββαν Αρχιεπίσκοπον Σερβίας: “ Όρος Άγιον κατοικούμενον από σεσαρκωμένους νόας”. Κατά τον Αλέξιον Α΄ τον Κομνηνόν “Βασιλικώτατον και Θειον Όρος εις τα της Οικουμένης όρη”. Κατά τον Ανδρόνικον Β΄ Παλαιολόγον “Αρετών πασών καταφύγιον”. Κατά τον Ιωάννην Καντακουζηνόν “Πόλις ουράνιος”».
Πηγές - Βιβλιογραφία
Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου. Θεοδοσίου Αγιοπαυλίτου μοναχού, Μοναχική Απολογία, Θεσσαλονίκη 1976. Μωυσέως Αγιορείτου μονάχου, Εκοιμήθη ο Αγιορείτης μοναχός Θεοδόσιος, ’Ορθόδοξος Τύπος 750/3.7.1987, σ. 4. Του αυτού, Προσκυνητάριον της Ιεράς Μονής του Άγιου Παύλου, Άγιον Όρος 1997, σ. 117.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1197-1201