Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2017

Οσιακός θάνατος ερημίτη

«Τίμιος εναντίον Κυρίου ό θάνατος των οσίων αυτού» (Ψαλμ. ΡΙΕ’ δ).
Ό Αββάς Δανιήλ, ό νεώτερος των Δανιηλαίων, από τα ησυχαστήρια των Κατουνακίων, μου διηγήθηκε κατά τις τελευταίες αυτές ήμερες μας, πώς κοιμήθηκε, τον αιώνιο ύπνο, ό αββας Γαβριήλ ό Καρουλιώτης.
Με τον αββα αυτόν μας συνέδεε απλή γνωριμία, ήταν τύπος καλού Μονάχου και τέλειου υποτακτικού. Έμεινε περισσότερα από 20 χρόνια στο Γέροντα του Σεραφείμ Μοναχό, στην ησυχαστική Καλύβα «των Αρχαγγέλων» στο επάνω μέρος των Καρουλιών.
Εκεί έμαθε, από την υπακοή στο γέροντα του, να είναι λιγόλογος, ταπεινός, να λέγει ακατάπαυστα την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ υιέ του θεού ελέησαν με», να είναι εγκρατής και άκρως ασκητικός, τόσον ώστε δεν έτρωγε λάδι ούτε και την ήμερα του Πάσχα, καθ’ όλη την ασκητική του ζωή. Κοινωνούσε δε πολύ συχνά και μετείχε, με πλήρη επίγνωση της αναξιότητας του, στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, οπού τακτικότατα μεταλάμβανε των Άχραντων Μυστηρίων —το Σώμα και Αίμα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Ή πολλή άσκηση και στέρηση του οργανισμού του, από τις απαραίτητες τροφές, επειδή ήταν φύσεως καχεκτικής και αδύνατης κράσεως, βοήθησε να πάθει αβιταμίνωση και καθίζηση των οστών από την έλλειψη ασβεστίου, είτε κατά παραχώρηση Θεού για δοκιμασία, πολύ αδυνάτισε και οι αδελφοί Δανιηλαίοι, παρέλαβαν αυτόν στο ησυχαστήριο τους, οπού τον φρόντιζαν να έχει όλα τα απαραίτητα. Αυτός ό ευλογημένος, πάτερ Γαβριήλ, αφού πρόθυμα δέχθηκε να συμμορφωθεί με όλη την πνευματική σειρά πού έχει καθιερώσει ή Αδελφότητα των Δανιηλαίων στην κοινοβιακή ζωή τους, ζήτησε επίμονα να του επιτρέψουν να μη καταλύσει ελαιον, επειδή σ’ όλο το διάστημα, όπως είπαμε, με το γέροντα του Σεραφείμ, δεν είχε χαλάσει τη σειρά τους αυτή, δηλαδή να μη τρώνε ούτε το Πάσχα λάδι, και προ της επιμονής του, οι Πατέρες Δανιηλαίοι υπεχώρησαν στο θέμα αυτό της υπερβολικής εγκράτειας.
Στην κατάσταση αυτή έμεινε κλινήρης 22 ήμερες. 3 Νοεμβρίου ήταν ή εορτή ανακομιδής των λειψάνων του Αγίου Γεωργίου, μετ τα από τη θεία λειτουργία, πού τέλεσε, ό ιερομόναχος της συνοδείας των Δανιηλαίων Γρηγόριος και κοινώνησαν όλοι, ό νεώτερος πατήρ Δανιήλ είπε στον Άββα Γαβριήλ Καρουλιώτη, πού ήταν ασθενής:

Ο κόπος που γίνεται για πνευματικό σκοπό πληρώνεται

Στην ιερά αυτή Σκήτη, της Αγίας Άννης με πίστη και αφοσίωση, όπως και σ’ όλη την περιφέρεια του Αγίου Όρους, έχουν αφιερώσει τη ζωή τους πολλοί ευλαβείς χριστιανοί, από όλα τα μέρη της Ελλάδος, καθώς και από άλλα ακόμη Ορθόδοξα χριστιανικά Κράτη, όπως είναι Ρώσοι, Ρουμάνοι, Σέρβοι και Βούλγαροι και κατά καιρούς έχουν ασκητέψει. Ειδικά στη Σκήτη αυτή της Αγίας Αννης έχουν συνασκητέψει πολλά κατά σάρκα αδέλφια, με αρετή και πνευματική προκοπή, όπως ήταν οι αδελφοί «Καρτσωναίοι» τέσσερα κατά σάρκα αδέλφια και οι τέσσερις πνευματικοί, οι «Λεονταίοι», ό Παπά -Χαράλαμπος με τον Παπα – Θεοδόσιο, ό Γαβριήλ με τον Ιωάννη οί Μυτιληνιοί, πέντε άλλα αδέλφια στην Καλύβα «Αγία Τριάς» και πολλοί άλλοι για τους οποίους ακούσαμε, αλλά δεν αξιωθήκαμε να τους γνωρίσουμε, γι’ αυτό και δεν αναφέρονται εδώ με τα ονόματα τους.
Για να στερεωθεί περισσότερο ή πίστη των Πατέρων και αδελφών αυτών και να μένουν μέχρι τέλους της ζωής τους στα βράχια αυτά, με διάφορα σημεία και θαύματα, ό Πανάγαθος Θεός δυνάμωνε και στερέωνε την πίστη και αγάπη τους για τα ιερά και αγιασμένα μέρη αυτά του Αγίου Όρους.
Σε διάφορα σημεία του Αγίου Όρους, συναντάμε στο δρόμο μικρά προσκυνηταράκια, μικρές εικόνες ή σταυρούς, πού το καθένα άπ’ αυτά έχει την ιστορία του. Γι’ αυτά σας παραθέταμε όσα οι Πατέρες προφορικά μας παρέδωκαν:

Δέκα άγνωστοι και ανώνυμοι Άγιοι

Ό Κύριλλος Μοναχός, Γέροντας της Καλύβης «Τίμιος Σταυρός» των καλλιτεχνών αγιογράφων Ανανιαίων και Δίκαιος της Ιεράς Σκήτης της Άγιας Αννης, κατά το σωτήριον έτος 1977-78, μας διηγήθηκε ότι στις 20 του μηνός Σεπτεμβρίου 1977, ήρθε στο Κυριάκο —κεντρικός Ναός της Σκήτης— ένας Λιβανέζος χριστιανός ορθόδοξος, ό όποιος είπε ότι, λόγω της εμπόλεμης καταστάσεως στην πατρίδα του, ήταν πρόσφυγας κι έμενε στην πόλη Κανά της Γαλιλαίας.
Ό Λιβανέζος ζήτησε, από το Δίκαιο, Πατέρα Κύριλλο, να του δείξει το δρόμο πού οδηγεί στην κορυφή του Άθωνα. Ό Π. Κύριλλος πρόθυμα έδειξε το δρόμο που ζητούσε και ευλαβές αυτός προσκυνητής ξεκίνησε για την κορυφή, ή οποία φτάνει τα 2.030 μ. ύψος καί επειδή χρειάζονται περισσότερο από 4 ώρες οδοιπορία, από την Αγιάννα μέχρι να φθάσει στην κορυφή, όπου υπάρχει καί μικρό εκκλησάκι έπ’ ονόματι της «Μεταμορφώσεως του Κυρίου», έπρεπε να φύγει πρωί.
Για το λόγο αυτό, ό Λιβανέζος έφυγε πολύ πρωί καί το βραδάκι γύρισε πάλι στο «Κυριάκο» της Σκήτης, φιλοξενήθηκε καί κοιμήθηκε. Την άλλη μέρα, μετά τη Θεία λειτουργία, ετοιμάστηκε για να φύγει, αλλά θυμήθηκε να ρωτήσει κάτι πού δεν μπόρεσε να καταλάβει καί πού του έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Έτσι μπροστά καί σε άλλους Πατέρες της Σκήτης, με τα λίγα σπασμένα Ελληνικά πού μιλούσε είπε, πώς όταν κατέβαινε από την κορυφή του Άθωνα, στην τοποθεσία πού λέγεται «Βαβύλα» εκεί πού αρχίζει ό πολύς κατήφορος, αισθάνθηκε υπερβολική κούραση καί θέλησε λίγο να καθίσει να ξεκουραστεί. εκεί πού πήγε να βρει κατάλληλο μέρος, ξάφνου βλέπει μπροστά του ένα σπίτι από το όποιο βγήκαν δυο σεβάσμιοι μοναχοί οι οποίοι τον δέχθηκαν μέσα στο σπίτι και του πρόσφεραν σύκα νωπά φρέσκα και το κρύο νερό, έφαγε και ήπιε το κρύο νερό καί όπως είπε, τόση γλύκα καί νοστιμιά αισθάνθηκε πού δεν μπορούσε να την περιγράψει, αλλά καί κατά περίεργο τρόπο όλη ή κούραση πού είχε, μετά από το κέρασμα, εξαφανίστηκε.

Ο Γερο – Μιχαήλος στα Καυσοκαλύβια anaxoriti

Πριν από δεκαέξι χρόνια (1965) ο Γερο – Μιχαήλος, Γέροντας της Καλύβης «Ευαγγελισμός της Θεοτόκου» είχε ανιστορήσει μια εικόνα του αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως (διότι ήταν καλός αγιογράφος), την οποία εικόνα είχε μεταφέρει ο ίδιος στην νήσο Ρόδο.
Ο Γερο – Μιχαήλος, επί είκοσι και πλέον χρόνια είχε πάθει έλκος του στομάχου και κατά καιρούς υπέφερε από φριχτούς πόνους.
Όταν γύρισε από την Ρόδο, που παρέδωσε την εικόνα του Αγίου Νεκταρίου, στο πλοίο τον έπιασαν πάλι ισχυροί πόνοι και κάθονταν σε μια γωνιά κουβαριασμένος.
Στο ίδιο πλοίο συνταξίδευε και ένας γιατρός παθολόγος Παπανικολάου το όνομα. Ο γιατρός ρώτησε τον Γερο – Μιχαήλ «γιατί κάθεσαι έτσι μαζεμένος Πάτερ;» Και αφού έμαθε την αιτία του είπε: «Μη στενοχωριέσαι Γέροντα, θα σου δώσω εγώ ένα φάρμακο και θα γίνεις περδίκι», όπως μου είπε ο ίδιος ο Π. Μιχαήλ, όταν του έδωσε το φάρμακο και το ήπιε αμέσως υπεχώρησαν οι πόνοι, ανακουφίστηκε αρκετά και έτσι μπόρεσε και συνέχισε το ταξίδι άνετα.
Όταν έφτασε στην Σκήτη των Καυσοκαλυβίων, στο Άγιον Όρος, δεκαπέντε ήμερες πριν από την εορτή του Αγίου Νεκταρίου, ο Γέρο – Μιχαηλος, μετά το Απόδειπνον και την Ιδιαίτερη προσευχή (τον κανόνα του) έπεσε να αναπαυθεί. Δεν πέρασε δε ούτε μια ώρα και άκουσε την πόρτα του δωματίου του να ανοίγει.
Από τον θόρυβο ξύπνησε και βλέπει μπροστά του έναν ιεροπρεπή σεβάσμιο Γέροντα. Στήν αρχή φοβήθηκε κι όταν συνήλθε από το φόβο, κοίταξε καλύτερα και βλέπει ότι έφερε εγκόλπιο και σταυρό στο στήθος.
Τότε ξεθάρρεψε και με κάπως έντονη φωνή είπε: «Ο άγιος Νεκτάριος!» ο οποίος του είπε: «Ηρθα να σου πω ότι δεν σε θεράπευσε ο γιατρός Παπανικολάου με τα φάρμακα του στο πλοίο αλλά από την στιγμή που πήγες την εικόνα μου στην Ρόδο, θεραπεύτηκες. Να δοξάζεις το Θεό και να τιμάς την Παναγία».
Όταν είπε αυτά, ο άγιος Νεκτάριος, έγινε άχραντος. Ο υποτακτικός του Γέροντα Μιχαήλ, Μοναχός Γαβριήλ, ο οποίος κοιμόταν στο διπλανό δωμάτιο, από την συζήτηση και τις έντονες φωνές του Γέρο – Μιχαήλ, ξύπνησε και βρήκε τον Γέροντα του να ψαχνει για να βρει τον άγιο Νεκτάριο.
Τότε και οί δυο τους κοίταξαν όλες τις πόρτες του σπιτιού και διεπίστωσαν πως όλες ήταν ερμητικά κλεισμένες και από μέσα ασφαλισμένες όπως τις είχαν οι ίδιοι κλείσει αποβραδύς.
Ο Γέρο – Μιχαήλ, αφού διηγήθηκε τα διατρέξαντα στον υποτακτικό του Μοναχό Γαβριήλ, πήγαν και οι δυο στην εκκλησία της Καλύβης, έκαμαν θερμή προσευχή, δέηση και δοξολογία στο Θεό και ευχαρίστησαν την Παναγία Θεοτόκο και τον θεράποντα τους αγιον Νεκτάριο.
Κι άλλο θαύμα του Αγίου Νεκταρίου
Σε συνέχεια καταχωρούμε εδώ επιστολή, του προ διετίας κοιμηθέντος τον αιώνιο ύπνο και απελθόντος στην αιώνια ζωή, μακαριστού Γέροντος Μιχαήλου Καυσοκαλυβίτου, με την οποία επιστολή αφηγείται ο ίδιος κι άλλο θαύμα του Αγίου Νεκταρίου, που έγινε στο Άγιον Όρος και το γράφει ο ίδιος στον ευσεβή και ευλαβέστατο χριστιανό και σε μας αγαπητόν εν Χριστώ αδελφόν κ. Θεόδωρον Πουλόπουλον — Λυκούργου 16 Αθήνας — Το καταχωρούμε εδώ ακριβώς όπως ο ίδιος το έγραψε και το έστειλε:

Γέρων Αβέρκιος

Το έτος 1880 ήρθε από το Μοναστήρι της Νάξου ό Γέρων Αβέρκιος Μοναχός, ό όποιος έζησε με άσκηση και εγκράτεια, έδειξε μεγάλη υπομονή στους πειρασμούς και καρτερικότητα στον πόλεμο της σάρκας και του Διαβόλου. Έμενε στη σπηλιά της Νέας Σκήτης και επειδή είχε σύντροφο τη μακαριά απλότητα και θερμή πίστη στο Θεό, έφτασε σε μεγάλα μέτρα αρετής και ταπεινώσεως. Κατά καιρούς έδειξε σημεία, από τα όποια φαίνεται πώς είχε μεγάλη παρρησία στο Θεό.
Σαν ανταμοιβή της θερμής πίστεως και των πολλών του κόπων, είχε λάβει από τον Πανάγαθο Θεό πολλά χαρίσματα όπως είναι το «διορατικό», το «προορατικό», αλλά και με το προφητικό ακόμη χάρισμα ήταν πλουτισμένος. Με τα χαρίσματα αυτά έβλεπε και πρόλεγε υπερφυσικά πράγματα:
α) Σε μια αγρυπνία πού είχαν οι Πατέρες στο Κυριάκο της Σκήτης, κατά την ώρα της θείας λειτουργίας μπήκε στο ιερό. Ό εφημέριος του έλεγε τι θέλεις εδώ, Γέρο – Αβέρκιε; Αυτός δεν είπε τίποτε στον εφημέριο, αλλά πλησίαζε στην αγία Τράπεζα οπού έβλεπε το Δεσπότη Χριστό να του κάνει νόημα με το χέρι να πλησιάσει. Κι όταν πήγε κοντά του έδειξε πώς είναι γραμμένο το όνομα του στη «Βίβλο της Ζωής» και του είπε ότι πρέπει περισσότερο να αγρυπνεί και να προσεύχεται.
β) Όταν για πρώτη φορά είδε, ό Γέρο – Αβέρκιος, το Νεόφυτο νέο Καλογέρι του είπε πώς, σύντομα θα γινόταν παπάς, και πράγματι υστέρα από λίγα χρόνια χειροτονήθηκε Διάκονος και την άλλη μέρα πρεσβύτερος και σε νόμιμη ηλικία προχειρίστηκε Πνευματικός.
γ) Μέσα από το ασκητήριο του, πού συνέχεια και αδιάλειπτα προσεύχονταν, είδε στο Μοναστήρι του Αγίου Παύλου, να μπαίνουν πλήθος Δαίμονες από τον Πύργο του Μοναστηρίου και να φθάνουν μέχρι τον ξενώνα, το λεγόμενο «Αρχονταρίκι» και μετά από 20 μέρες, από το φαινόμενο αυτό, πήρε φωτιά το Μοναστήρι, από το μέρος εκείνο του Πύργου, και έφτασε ή φωτιά μέχρι κει πού πήγαν οί Δαίμονες, κάηκε όλο το μέρος εκείνο.
δ) Με το «διορατικό» χάρισμα πού είχε, όταν πήγαιναν οι Πατέρες να κοινωνήσουν τα Άχραντα Μυστήρια, το Σώμα και Αίμα του Σωτήρος Χριστού, διέκρινε τον καθένα άπ’ αυτούς σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκονταν και ανάλογα με τα φαινόμενα, άλλοτε λυπόταν και άλλοτε χαίρονταν.

Ο σοφός γέροντας Δανιήλ.

Ό Γέροντας αυτός Δανιήλ, κατά κόσμο λέγονταν Δημήτριος Ισιδώρου και κατάγονταν από τη Σμύρνη της Μ. Ασίας, αφού τελείωσε τη λεγόμενη «Ευαγγελική Σχολή» της Σμύρνης, από υπερβολικό ζήλο στην αρετή και τον Μοναχισμό, νέος ακόμη σε ηλικία 19 ετών εγκατέλειψε τα εγκόσμια, έφυγε κρυφά από τους γονείς και συγγενείς του και πήγε στην Πάρο. Στο νησί ‘κείνο βρήκε τον άγιο Αρσένιο, ό όποιος είχε κάνει χρόνια στο Αγιον Όρος, από το όποιον εξαναγκάσθηκε να φύγει λόγω των πολλών τότε σκανδάλων και κατά τις θείες βουλές του Υψίστου ήταν ηγούμενος στην Ιερά Μονή του Αγίου Γεωργίου, ή οποία ήταν μετόχι της εν Νάξο Ιεράς Μονής «Φανερωμένης». Στην Πάρο κοντά στον άγιο Αρσένιο δεν έμεινε πολύ, διότι αυτός προέτρεψε τον Δημήτριο να μεταβεί το συντομότερο στο Αγιον Όρος, εφόσον θέλει να γίνει και να είναι πραγματικός Καλόγερος.
Έτσι ό Δημήτριος Ισιδώρου, με την ευχή και ευλογία του αγίου Αρσενίου ήλθε στο Αγιον Όρος κατά το σωτήριον έτος 1864′ Στην αρχή κοινοβίασε στην ιερά Μονή του Αγίου Παντελεήμονος, ή οποία είχε στους κόλπους της πολλούς σοφούς και ενάρετους Μοναχούς, από διάφορα μέρη της Ελλάδος και της Μικρας Ασίας, φλογερούς Μοναχούς με μεγάλη πίστη και αυταπάρνηση.
Ό Δημήτριος, ακολούθησε όλους τους Κανόνες και την τυπική διάταξη του Ιερού αυτού Κοινοβίου και υστέρα από σκληρή δοκιμή, έγινε Μοναχός και πήρε το όνομα Δανιήλ. Πολύ σύντομα όμως ξέσπασε ό πόλεμος και τα σκάνδαλα στο Κοινόβιο αυτό, όταν από το 1850 άρχισαν να κοινοβιάζουν σ’ αυτό Ρώσοι ορθόδοξοι χριστιανοί και να γίνονται Μοναχοί, τόσοι δε πολλοί εισέρευσαν στο Μοναστήρι αυτό Ρώσοι, ώστε σε λίγο χρονικό διάστημα πέρασαν σε αριθμό τους Έλληνες Μοναχούς και ακολούθησαν μετά τα γνωστά γεγονότα, κατά τα οποία με την επέμβαση του Πατριαρχείου ξεδιώχθηκαν σχεδόν όλοι οι Έλληνες Μοναχοί και ή Μονή έγινε Έλληνορωσική.

O υπερήφανος δεν μετανοεί

Στα ησυχαστήρια των Κατουνακίων, στην Καλύβα «Γέννησις του Χριστού» με εγκράτεια και άσκηση ζούσε ο Μοναχός Ιλαρίων, σαν υποτακτικός στην Συνοδεία του Γέροντος Αρτεμίου και Παντελεήμονος Μονάχου.
Ο Μοναχός Ιλαρίων είχε ευστροφία και ετοιμότητα στο μυαλό, ήταν εγκρατής και άκρως ασκητικός, είχε πολύ μελέτη στα Πατερικά βιβλία, έκανε τον Κανόνα του ανελλιπώς και απέφευγε τις συναντήσεις και συναναστροφές με τους άλλους ερημίτες Μοναχούς.
Σιγά, σιγά και χωρίς ο ίδιος να το καταλάβει πίστεψε στην ιδέα και στο λογισμό του, ότι αυτός σαν έξυπνος και μελετηρός που ήταν, δεν είχε ανάγκη από τις συμβουλές των Πατέρων και γι’ αυτό τους απέφευγε.
Οι Πατέρες τον εκτιμούσαν για την εξυπνάδα του αυτή και τον θεωρούσαν, σαν μεγάλο εργάτη της αρετής και πραγματικά ήταν περιβόητος από όλους και φημισμένος σαν ενάρετος Μοναχός.
Εκεί κοντά, στην Καλύβα «Κοίμησης της Θεοτόκου» έμενε και με πραγματική ασκητική ζωή, αγωνίζονταν και ο πνευματικός και εξομολόγος Παπα – Ιγνάτιος, με τους επίσης ασκητικούς αδελφούς και υποτακτικούς του, Πατέρα Νεόφυτο και Παπα – Ιγνάτιο τον νεώτερον.
Ο Πνευματικός Παπα – Ιγνάτιος παρακολουθούσε, από μακριά βέβαια, με πραγματικό πνευματικό ενδιαφέρον, τη ζωή του ερημίτη και ασκητή μοναχού Ιλαρίωνα, και μια μέρα που πήγε να τον επισκεφθεί άκουσε από έξω από το Καλύβι του να λέει ο Π. Ιλαρίων τα ρητά της αγίας Γραφής: «Τίς ό ανιστάμενός μοι, αντιστήσω μοι άμα», έλεγε και ξανάλεγε φωναχτά τα λόγια αυτά πολλές φορές.
Ο πνευματικός νόμισε πώς ο Π. Ιλαρίων μιλούσε με κανένα επισκέπτη αδελφό, ή κανένα γείτονα καί γύρισε να φύγει. Τότε άκουσε πάλι τον Π. Ιλαρίωνα να λέει τα ίδια λόγια δυνατά και κτυπούσε τα πόδια του στο πάτωμα, χωρίς να παίρνει απάντηση από άλλον αδελφό. Έτσι κατάλαβε ότι κάτι το ιδιαίτερο θα συμβαίνει στον αδελφό και εξαναγκάστηκε να χτυπήσει την πόρτα του γείτονα του και αφού είπε το «Δι’ ευχών των αγίων πατέρων…» και περίμενε λίγο να ακούσει «Αμήν», αλλά αντί για απάντηση άκουσε να του λέει ο Μοναχός Ιλαρίων «όποιος κι αν είσαι έλα μέσα δεν φοβάμαι κανέναν».