Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2014

Πέμπτη, 27 Φεβρουαρίου 2014π. Παΐσιος: "...θα φτάσουν τα έθνη να λένε μα τόσο πολύ ο Θεός αγαπάει την Ελλάδα και την βοηθάει;..."



π. Παΐσιος: "...θα φτάσουν τα έθνη να λένε μα τόσο πολύ ο Θεός αγαπάει την Ελλάδα και την βοηθάει;..."


Οι εμπειρίες του Ιερομόναχου Δαβιδ
«Αφού ευχαρίστησε τον Μητροπολίτη και την Ενωμένη Ρωμηοσύνη ο Ιερομόναχος πατέρας Δαβίδ προχώρησε στην αφήγηση δικών του εμπειριών από την συχνή επαφή του με τον γέροντα Παΐσιο.



 «Βλέπουμε μέσα στην Αγία Γραφή ότι όλοι σχεδόν οι Προφήτες ήταν συνυφασμένοι με την ζωή και την ιστορία της θλίψης και τις χαρές του Έθνους του Ισραήλ. Προφήτεψαν τις καταστροφές που θα έρχονταν, λόγο της αποστασίας τους από τον ζώντα Θεό. Προφήτεψαν την Παλιγγενεσία του  Έθνους τους. Πολλοί Προφήτες έζησαν αυτές τις καταστροφές, ζυμώθηκαν με αυτόν τον ανυπότακτο λαό και ταλαιπωρήθηκαν μαζί του. Δεν ήσαν αδιάφοροι αντιεισαγγελείς αυτών των τιμωριών. Αυτή είναι η ζωή του κάθε Προφήτη. Το Προφητικό κάλεσμα μέσα από την εκκλησία ποτέ δεν έπαψε να υπάρχει….

Όμως το προφητικό κάλεσμα έχει μεγαλύτερη ευρύτητα και αφορά όλη τη ζωή του λαού. Με αυτήν την διάσταση δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει. Είναι από τα υψηλά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Η μορφή του Κοσμά του Αιτωλού ήταν καταλυτική για την ιστορία του έθνους μας. Είναι ο Προφήτης της Ρωμηοσύνης που με το μαρτυρικό του αίμα ζωοποίησε τις σκλαβωμένες ψυχές των ρωμηών. Τα Προφητικά του λόγια τα κράτησαν μέσα στις ψυχές τους πολλές γενιές ρωμηών. Πολλά πράγματα ακόμη τα αναμένουμε να γίνουν. Μίλησε για το μικρό και μεγάλο Ρωμαίικο. Μίλησε για τον προεδρικό στρατό που θα πορεύεται για την πόλη. Μίλησε για τους φόρους που θα βάλουν στα κοτέτσια και στα παράθυρα των σπιτιών, για την τηλεόραση, για το τηλέφωνο, για την εκδήλωση άλλων γεγονότων που άλλα έγιναν και άλλα αναμένονται να γίνουν.

Όσιος Διονύσιος ο Σιατιστεύς, της Βατοπαιδινής Σκήτης του Αγ. Δημητρίου († 19-2-1794)

Όσιος Διονύσιος ο Σιατιστεύς, της Βατοπαιδινής Σκήτης του Αγ. Δημητρίου († 19-2-1794)

19 Φεβρουαρίου 2014
OsiosDionisios_Skiti_Agiou_Dimitriou_UP
Ελάχιστα βιογραφικά του στοιχεία γνωρίζουμε. Εκοιμήθη στα τέλη του 18ου αιώνος, σε μεγάλη ηλικία προγνωρίζοντας τον θάνατό του. Κατά τον Μανουήλ Γεδεών (εν «Εκκλ. Αλήθεια Κων/πόλεως», έτος δ΄, 1883-4, σ.618): «Πάσαι αι πληροφορίαι δεικνύουσιν ότι ο Διονύσιος εγίνωσκε τα συνήθη και κοινά γράμματα˙ αλλά τοσαύτα γράμματα, εγίνωσκον πάντες σχεδόν οι λόγιοι του Αγίου Όρους, όσοι μη προελθόντες εκ του δουρείου, του υπό Βουλγάρεως και Παλαμάδων και Καυσοκαλυβίτων μορφώσαντας κύρηκας του λόγου και διδασκάλους της ορθής πίστεως, ήλθον εις τον γεραρόν Άθωνα μόνον εφόδιον, ως οι τον καιρόν εκείνον «γραμματισμένοι», φέροντες ακραιφνή και άδολον και ανυπόκριτον πίστιν και ολίγα γράμματα, όσα ενόμιζον αρκούντα προς ανάγνωσιν και εξήγησιν των Μαργαριτών του Χρυσορρήμονος, των Γεροντικών και Ασκητικών των Ισαάκ και Εφραίμ και των Νηπτικών βιβλίων, των ομοίων τη πολυτιμοτάτη και υπό πάσαν έποψιν αληθεί Φιλοκαλία.
Ο ημέτερος Διονύσιος, ίνα εννοήση τα των Αγίων Πατέρων συγγράματα, κατήρτησεν εξ αυτών το βιβλίον, όπερ εκάλεσεν Ίχνος Χριστού, θελήσας διά τούτου και ούτος, κατά μίμησιν ορθοδόξων ομογενών λογίων Μοναχών, να καταστή χρήσιμος και εις πάντα Χριστιανόν Ορθόδοξον…

Άγιο Όρος και Θράκη: Μια μακραίωνη και ακατάλυτη σχέση

Άγιο Όρος και Θράκη: Μια μακραίωνη και ακατάλυτη σχέση

25 Φεβρουαρίου 2014
Επίσης αρχιερείς της Θράκης υπογράφουν ως συνοδικοί πατριαρχικά έγγραφα, που αφορούν το Άγιον Όρος, το επισκέπτονται ως έξαρχοι και παραμένουν σε αυτό ως εφησυχάζοντες. Μοναχοί στέλνουν εργόχειρα, μεταφέρουν τίμια λείψανα προς αγιασμό των πιστών και συγκέντρωση ελεών διά ξηράς και θαλάσσης. Σε κώδικα της μονής Σιμωνόπετρας βρίσκουμε πληροφορίες πολύτιμες για την αξία αμφίων που προέρχονται από τη Βάρνα, Φιλιππούπολη και Ζαγορά[56].
thraki2
Όπως αντιλαμβάνεσθε είναι αδύνατον να παρακολουθήσουμε στα χρονικά όρια μιας ομιλίας ιστορία υπερχιλιετή, δύο τόπων με ζωηρή ιστορία και πλήθος σημαντικών και αξιολόγων γεγονότων και περιπετειών. Οι τύχες της εκκλησιαστικής ιστορίας της ευρείας περιοχής της μείζονος Θράκης, με την πολύπαθη Ανατολική Ρωμυλία και τις ακμάζουσες περιοχές της Φιλιππουπόλεως, της Στενημάχου, της Βάρνας, της Σωζοπόλεως, της Αγχιάλου με τον εθνομάρτυρα Ευγένιο Καραβία († 1821) και της Μεσημβρίας, με τις παλαιές και ιστορικές μονές Αγίου Νικολάου του Αίμονος, Τ. Προδρόμου, Αγίου Βλασίου, Αγίας Τριάδος, Αγίου Αντωνίου και Αγίας Άννης και τους περικαλλείς ναούς του Αγίου Στεφάνου, του Χριστού Ακροπολίτου και της Παναγίας Βλαχερνών και τους βυζαντινούς Παναγίας Ελεούσης, Αγίων Θεοδώρων, Αγίας Παρασκευής, Τ. Προδρόμου (δύο), Αγίας Σοφίας και Ζωοδόχου Πηγής.
Η προς τη Ροδόπη περιοχή ήταν γεμάτη σπουδαία μοναστήρια όπως Αγίου Γεωργίου, Αγίας Παρασκευής και Κηρύκου Βοδενών, Αγίου Νικολάου Κουκλαίνης, Αγίου Γεωργίου Μπελασβίτζης, Αγίου Νικολάου, Αγίων Αναργύρων Κρύτζμας, Αγίων Θεοδώρων Περοσβίτζης, Παναγίας Βατσκόβου, Κοιμήσεως Θεοτόκου, Γενεσίου της Θεοτόκου Καλοφερίου, Παναγίας της Κύκκου και άλλες[57].

«Τω πνεύματι ζέοντες, τω Κυρίω δουλεύοντες»

«Τω πνεύματι ζέοντες, τω Κυρίω δουλεύοντες»

17 Οκτωβρίου 2013
ΚΑΤΗΧΗΣΗ 4η
Αδελφοί και πατέρες, δεν θα σταματήσουμε με τη Χάρη του Χριστού, να ασχολούμαστε και να υπενθυμίζουμε το σκοπό που επιδιώκουμε. Στη ζωή μας είναι ενωμένα ο Σταυρός και η Χάρη. Τα επίπονα είναι ο Σταυρός και τα χαρμόσυνα είναι η παρουσία της Χάρης του Κυρίου μας, η οποία παρηγορεί την ψυχή μας όσες φορές στηρίζει η θεία Πρόνοια.
Η κολακευτική μορφή της Χάρης του Κυρίου, η οποία μας πληροφορεί ότι αποδέχεται την πρόθεση και την προσφορά μας, είναι είδηση, ότι έρχονται θλίψεις και κόποι. Γι αυτό απαιτείται συνεχής ομολογία για το βραβείο, που μας περιμένει. Αφού κατά τη Γραφή «πολλαί αι θλίψεις των δικαίων» ((Ψαλμ. λγ΄, 19) και «δια πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την ζωήν» (Πραξ. ζ΄, 10), εμείς επιμένουμε στην πρώτη μας υπόσχεση και δεν ανακαλούμε την απόφασή μας, για την αποταγή, η οποία «ουδέν άλλο εστί, ει μη σταυρού και θανάτου επαγγελία». Ατενίζοντας σταθερά στα πρότυπά μας, το βίο του Κυρίου μας και των ηρώων της πίστης μας, μαρτύρων, ομολογητών και οσίων, αντιγράφουμε με πόθο τον αγώνα τους «μηδεμίαν εν μηδενί διδόντες προσκοπήν, ίνα μη μωμηθή η διακονία» (Β Κορ. στ΄,3).
joseph212
Αν και κατά τη Γραφή η ζωή μας διαιρείται σε σαρκική, ψυχική και πνευματική, εμείς «οι του Χριστού» (Γαλ. ε΄, 24), ως συνετοί, δεν θα κινηθούμε παράλογα, ώστε να υποκύψουμε σε όσα προκαλούν βλάβη. Νεκρώνοντας «τα μέλη ημών τα επί της γης», ταπεινώνουμε και δαμάζουμε τη σάρκα παρέχοντας σ αυτήν τα αναγκαία, όσα διδάσκει και η ιερή κοινοβιακή μας παράδοση. Μετά υποτάσσοντας το θέλημα και την κρίση μας στη μακάρια υποταγή, υπακούουμε στους προϊσταμένους μας. Έτσι καταργούμε τα συναισθήματα του ψυχικού μέρους και παραμένει υγιές το πνευματικό μας μέρος με τις ακατάπαυστες δεήσεις και ικεσίες. Αναμένουμε από τον Κύριό μας τη λυτρωση και σωτηρία. Αυτός θα μας αποκαλέσει «άλας της γης και φως του κόσμου» (Ματ. ε΄, 13 14).
Με θάρρος, αδελφοί και πατέρες, «τοις έμπροσθεν επεκτεινόμενοι ατά σκοπόν διώκομεν επί το βραβείον της άνω κλήσεως» (Φιλ. γ΄, 13), το οποίο ο Κύριός μας μας ετοίμασε, πριν ακόμη μας καλέσει στη θεία του επίγνωση.
Η ζωή μας δίκαια χαρακτηρίζεται απ όλους μας πνευματική. Μας παραδέχονται και μας ονομάζουν πνευματικούς. Αυτό μας αναγκάζει και μας επιβάλλει να αποδεικνύουμε πρακτικά αυτήν την ιδιότητα. Ότι δηλαδή, δεν ζούμε «κατά σάρκα», αλλά «κατά πνεύμα», ελεύθεροι από επιθυμίες, πάθη και ελαττώματα, τα οποία χαρακτηρίζουν την ενοχή και σαρκική ζωή.
Ποτέ θα παλλαγούμε από τα συστήματα και τις συνήθεις του παλαιού ανθρώπου; Πότε θα δεχθούμε φωτισμό στο νου μας και θα έρθουμε σε αίσθηση της φιλίας του Κυρίου, ο οποίος δηλώνει ότι «υμείς φίλοι μου εστε και ουκέτι υμάς λέγω δούλους» (Ιω. ιε΄, 14 15), ακριβώς διότι υποτάξαμε ολοκληρωτικά τους εαυτούς μας στο πανάγιό του θέλημα; Εάν δεν αποδείξουμε, με την αυταπάρνηση και υποταγή, τους εαυτούς μας «πνευματικούς», τότε υποβιβαζόμαστε στη μερίδα των «ψυχικών», τους οποίους αιχμαλωτίζει η αδράνεια, που προέρχεται από την αναισθησία, την οποία προκαλεί σιγά σιγά η αμέλεια. Οι ψυχικοί ούτε θέλουν να κοπιάσουν, ούτενα σκέφτονται, ούτε αποφασίζουν για πνευματικές έννοιες ή αγωγή, αλλά ως παράλυτοι και αναίσθητοι σκορπίζουν άσκοπα το χρόνο τους και βλάπτουν με τη διαγωγή τους και αυτούς που έχουν προθυμία να αγωνιστούν. Δίκαια η Γραφή λέγει «ψυχικός δε άνθρωπος ου δέχεται τα του Πνεύματος του Θεού, μωρία γαρ αυτώ εστι» (Α Κορ. β΄, 14) και δεν γνωρίζει «ότι ο νόμος πνευματικός εστιν» (Ρωμ. ζ΄, 14) και «πνευματικώς ανακρίνεται» (Α Κορ. β΄, 14).
Εμείς όμως, εργάτες τίμιοι και πιστοί διάκονοι της μακάριας υπακοής, ας μη μικροψυχούμε ούτε και σε όσα συμβαίνουν απροσδόκητα στη μαρτυρική μας ζωή. Καθένας από μας, ας μένει εκεί όπου αρχικά κλήθηκε και τοποθετήθηκε από το Γέροντα, στη διακονία του.
Ο φιλόπονος εστιάτορας, ο πιστότατος δοχειάρης και οικονόμος των αντικειμένων και πραγμάτων της μονής, ο νηφάλιος τραπεζοκόμος, ο οποίος προσεκτικά και ακούραστα περιποιείται όχι μόνο την αδελφότητα, αλλά και τους πολυπληθείς ευλαβείς προσκυνητές, όσοι κοπιάζουν στους κήπους και στα χωράφια της μονής, από τα οποία αυτή προμηθεύεται τα περισσότερα είδη των αγαθών και οι υπόλοιποι διακονητές στις ανάγκες της αδελφότητας. Όλοι με ζήλο «ως τω Κυρίω δουλεύοντες και ουκ ανθρώποις», για να πάρει ο καθένας από τον Κύριο το βραβείο της πρόθυμης προσφοράς που μεζήλο και πίστη προσφέρει.
Οι ευλαβέστατοι και νηφάλιοι πρεσβύτεροι και διάκονοι, σαν τα μάτια ολόκληρης της αδελφότητας, δίνουν την καλή μαρτυρία της πίστης και της ιερή μας παράδοσης και στηρίζουν τους προσκυνητές μας, που δοκιμάζονται, και γίνονται συνεχές παράδειγμα ζήλου και υπακοής στη νεαρή μας αδελφότητα.
Όλοι μαζί, ένα σώμα και ένα πνεύμα. Με μια καρδιά και θέληση επισφραγίζοντας την καλή ομολογία, συνεχώς «αφορώντες εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν» (Εβρ. ιβ΄, 2), ο οποίος με παρρησία καυχήθηκε στον Πατέρα ότι «το έργον ετελείωσα ο δέδωκάς μοι ίνα ποιήσω» (Ιω. ιζ΄, 4).
19239
Και εμείς πρέπει να έχουμε προθυμία και ζήλο. Έτσι ως ομολογητές της πίστης και των παραδόσεων, θα επαινεθούμε από τον Κύριό μας, ως πιστοί οικονόμοι, που τον αναμένουν. Αυτού του είδους η αναμονή είναι το πλήρωμα της ομολογίας μας και δικαιούμαστε να απαιτήσουμε την αμοιβή, που μας υποσχέθηκε, τη Χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Η Χάρη αυτή θα μας ελευθερώσει από τα πάθη μας, θα εξαλείψει τις αμαρτίες μας, θα φωτίσει το νου μας και θα μας κάνει «καθαρούς τη καρδία» που είναι και το κέντρο του προορισμού μας.
«Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται» (Ματ. ε΄, 8). Τούτο είναι κατά τον Παύλο το «βραβείον της άνω κλήσεως» (Φιλ. γ΄, 14) του Θεού και γι αυτό το βραβείο όλοι οι άγιοι αγωνίστηκαν μέχρι θανάτου.
Αναρίθμητοι είναι όσοι άθλησαν, όχι «τω καιρώ εκείνω», αλλά και σήμερα. Είναι αυτοί οι οποίοι δεν υπέκυψαν στη βία των απάνθρωπων καθεστώτων. Θυσιάζονται ομαδικά και μεμονωμένα για να αποδείξουν ότι ο Κύριός μας Χριστός είναι «χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ. ιγ΄, 8). Είναι ο αγωνοθέτης και βραβευτής των ηρώων της πίστης μας.
Το δικό μας όμως ενδιαφέρον και η προτίμηση είναι το αναίμακτο μαρτύριο των διαμέσου των αιώνων οσιώτατων πατέρων και αθηλτών, που όχι περιστασιακά, αλλά ισόβια πάλεψαν με τις δυνάμεις του σκότους, με τα «πνευματικά της πονηρία» (Εφ. στ΄, 12). Οι αδίστακτοι εχθροί ακούραστα πολεμούσαν την ευαγγελική αλήθεια και με σύμμαχο τη διεφθαρμένη αδαμιαία φύση μας,κατατυράννησαν τους γνήσιους αθλητές του Κυρίου μας. «Ημών γαρ το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει, εξ ου και σωτήρα απεκδεχόμεθα Κύριον Ιησούν Χριστόν, ος μετασχηματίσει το σώμα της ταπεινώσεως ημών εις το γενέσθαι αυτό σύμμορφον τω σώματι της δόξης αυτού» (Φιλ. γ΄, 20 21).
Ποιός είναι ο μετασχηματισμός, αδελφοί μου, παρά η μεταμόρφωσή μας! Το να γίνουμε δηλαδή σύμμορφοι με το πρότυπό μας, το οποίο μας χάρισε με την παρουσία του την υιοθεσία, ώστε να είμαστε κληρονόμοι Θεού και συγκληρονόμοι του Υιού του; Αυτήν όμως την υπεραξία, στην οποία και οι άγγελοι επιθυμούν να παρακύπτουν και να θαυμάζουν, θα την κερδίσουμε με την αγωνιστικότητά μας, όταν θα αποβάλουμε τον παλαιό άνθρωπο και όλο το σύστημα της διαστροφής, το οποίο ως αντιστρατευόμενος νόμος μας αιχμαλωτίζει, εάν μένουμε αμελείς και ράθυμοι στα πνευματικά μας καθήκοντα. «Τω πνεύματι ζέοντες τω Κυρίω δουλεύοντες» (Ρωμ. ιβ΄, 11) και «ανεχόμενοι αλλήλους εν σπλάγχνοις Χριστού». Μακρυά από το θέλημα, τη βάση της αποστασίας και του αναρχισμού. Αποφεύγετε την κατάρα του γογγυσμού και του «γιατί;», που είναι αντίθετη στη συνεκτική πρόνοια και διοίκηση του Κυρίου, εφόσον «αυτώ μέλει περί υμών» (Α Πετ. ε΄, 7) και «αι τρίχες της κεφαλής πάσαι ηριθμημέναι εισί» (Ματ. ι΄, 30). Και παλιν λέγει η Γραφή, «ουχί του ανθρώπου η οδός αυτού» (Ιερ. ι 23).
Τα τέσσερα είδη του θείου θελήματος, είτε κατ ευδοκία εκδηλώνεται, είτε κατ οικονομία, είτε κατά παραχώρηση, είτε κατ εγκατάλειψη είναι το ίδιο θέλημα του Κυρίου. Είναι απαράβατη θεία εντολή και κανένας δεν μένει εκτός της θείας απόφασης.
Το κοινοβιακό σύστημα της ζωής μας, ως κοινωνικό, επιβάλλει την αλληλεγγύη και έτσι «αλλήλων τα βάρη βαστάζοντες αναπληρούμεν τον νόμον του Χριστού» (Γαλ. στ΄, 2). «Βλέπετε ουν πως ακριβώς περιπατείτε, μη ως άσοφοι, αλλ ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, ότι αι ημέραι πονηραί εισι» (Εφ. ε΄. 15 16).
Εμείς δεν αντιμετωπίζουμε εξωτερικούς κινδύνους, γιατί είμαστε σχεδόν απόκοσμοι. Περισσότερο μας πολεμούν τα πάθη και οι συνήθεις, εάν είμαστε απρόσεκτοι. Μην αμελείτε να εξομολογείσθε τους λογισμούς σας στον Ηγούμενο, για να προλαμβάνετε στη θεραπεία από την προσβολή. Η αποκάλυψη κάθε προσβολής την καταργεί, διότι, ως ταπείνωση, η φανέρωση των σκέψεων και νοημάτων της σατανικής κακότητας, τη διαλύει στην παρουσία του φωτός. Είναι ταυτόχρονα και πρακτική άρνηση της αμαρτίας, στην οποία μας παρακινεί. Τότε η θεία Χάρη δικαιούται να μας απαλάξει από την πρόκληση.
Η παραίτηση της φιλοπονίας, στην οποία στηρίζεται όλη η αγωνιστικότητα, είναι κατά κάποιο τρόπο η προδοσία και ήττα στην πάλη. Τότε επανέρχεται η ηδονή, η αρχή των κακών και του θανάτου.
Φιλοπονία δεν είναι μόνο η σκληρότητα της ζωής σε μονομερείς προσπάθειες, την οποία συναντούμε στους βίους των Πατέρων μας. Η ακριβή τήρηση της συνείδησης στο διακόνημα είναι παρατεταμένη φιλοπονία, όπως και η φροντίδα της φύλαξης των εργαλείων κάθε υπηρεσίας, ώστε να μη χάνονται και καταστρέφονται. Η άσκοπη απώλεια των ποικίλων χρειωδών των καθημερινών μας αναγκών, η μη πρόληψη των παραγόντων που προκαλούν ζημιά ή καταστροφή και γενικά η αδιαφορία είναι προδοσία της απαραίτητης φιλοπονίας. Χωρίς αυτήν καταργείται το νόημα του Σταυρού, το οποίο ο Κύριος τόσο επιτακτικά διατάζει. «Ος ου λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολουθεί οπίσω μου, ουκ έστι μου άξιος» (Ματ. ι΄ , 38).
 Πηγή: Βατοπαιδινές Κατηχήσεις, Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος

Οι δυο πόλοι της πνευματικής ζωής.(Μνήμη Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος)

Οι δυο πόλοι της πνευματικής ζωής.(Μνήμη Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος)

12 Νοεμβρίου 2013
Εορτάζει η Εκκλησία μας σήμερα την μνήμη του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος, Πατριάρχου Αλεξανδρείας. Ο Άγιος Ιωάννης κατήγετο από την Κύπρο. Υπήρξε τέκνο ευσεβών και πλουσίων γονέων. Αν και ανετράφη μέσα στην άνεσι, έστρεψε όλη του την διάθεσι και προσοχή στην ευσέβεια. Διαβλέποντας η Θεία Χάρις μέσα στην αγνή ψυχή του, ότι θα απέδιδε πολύ πνευματικό καρπό στο μέλλον, τον προώρισε και τον ανεβίβασε στον θρόνο του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, πού ήκμαζε τότε. Στον βίο του αναφέρεται ένα σύμβολο, πού έδειξε η Χάρις για την μέλλουσά του διαγωγή. Είδε στον ύπνο του μια ωραία κόρη στεφανωμένη με κλάδο ελαίας, η οποία του είπε: «Εγώ είμαι η πρώτη θυγάτηρ του βασιλέως. Αν με αγαπήσης, έχω την δύναμι να σε οδηγήσω εις αυτόν». Ο Άγιος συνεπέρανε ότι αυτή ήτο η Χάρις της συμπαθείας και της ελεημοσύνης.
AgiosIoannisEleimon05
Πράγματι. Το κεντρικώτερο σημείο πού ευρίσκεται μέσα στην θεοπρεπή μεγαλωσύνη, είναι η συμπάθεια. Αυτή εκίνησε τρόπον τινά τον Θεό να δημιουργήση τον κόσμο εκ του μηδενός. Αλλά και όταν εχρεωκόπησε ο κόσμος με την ιδική του απροσεξία, και εγκατέλειψε την ισορροπία, πάλι από συμπάθεια και ελεημοσύνη έκανε την «κένωσί» Του ο Θεός Λόγος. Επεδήμησε στον κόσμο αυτό, εφόρεσε την ιδική μας «πτώχεια» και ενεκάλεσε στην ισορροπία την διασαλευθείσα κτίσι. Μονογενής θυγάτηρ του Θεού, η ελεημοσύνη. Αυτή, διά να επανέλθωμε στον βίο του Αγίου, προεκάλεσε τον νέο τότε και του είπε: «Εάν με αγαπήσης, εγώ θα σε οδηγήσω στον βασιλέα, διότι έχω πολλή παρρησία εις αυτόν». Όταν προεχειρίσθη Πατριάρχης Αλεξανδρείας, η πόλι, αλλά και ολόκληρη η περιοχή της δικαιοδοσίας του είχε υποστεί πολλές δοκιμασίες, διότι ήταν η περίοδος πού άρχισε να εξαπλώνεται το Ισλάμ. Αρχισαν επιδρομές στα μέρη εκείνα, πού επίεζαν τον χριστιανικό κόσμο. Προστέθηκαν εις αυτά και διάφορες θεομηνίες, όπως ανομβρίες, πού προκαλούσαν φτώχεια, πείνα και δυστυχία. Η περιοχή ήταν καταδικασμένη, επειδή ο Νείλος ποταμός δεν επλημμύριζε, λόγω της ανομβρίας των χωρών όπου ευρίσκοντο οι πηγές του. Και μέσα εις αυτές τις συμφορές, οι χριστιανοί εζητούσαν καταφύγιο, ελεημοσύνη, τροφή και συμπαράστασι στην μεγάλη πόλι της Αλεξανδρείας. Τότε ο Άγιος Ιωάννης, πού ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη στιγμή και θέσι, επέδειξε τις διαθέσεις της ψυχής του. Εφανέρωσε την πολλή συμπάθεια πού είχε. Τότε η Εκκλησία ήταν ανεξάρτητη οικονομικά. Είχε πόρους ιδικούς της και δεν είχε ανάγκη συμπαραστάσεως της πολιτείας. Σε δύσκολες μέρες ημπορούσε να κυβέρνηση τον λαό. Δημιουργούσε νοσοκομεία, θεραπευτήρια, εκπαιδευτήρια και πρακτικά εβοηθούσε τους ανθρώπους. Σ εκείνες τις ημέρες έδειξε τόσο πολύ την αμίμητη ελεημοσύνη του ο Άγιος, ώστε δικαίως ωνομάσθη «Ελεήμων». Τον μέν βίο του ημπορεί να μελετήση ο καθένας μας· εκείνο όμως πού θέλομε να τονίσωμε και πού είναι ωφέλιμο για μάς είναι ο ακριβής τρόπος της συμπάθειας προς τον πλησίον, πού είναι ο ένας πόλος του προορισμού του ανθρώπου.
Δυο είναι οι πόλοι στους οποίους κινείται ο άνθρωπος σαν ένα τέλειο και λογικό όν. Ο μέν ένας είναι το να αγαπήση τον Θεό «εξ όλης ψυχής, εξ όλης ισχύος, εξ όλης καρδίας» και ο δεύτερος να αγαπήση «τόν πλησίον ως εαυτόν». Εάν επιτύχη το πρώτο, οπωσδήποτε θα επιτύχη και το δεύτερο.
Πώς θα κινηθή ο άνθρωπος για να αγαπήση «Κύριον τον Θεόν του»;
Για να αγαπήση κανείς τον Θεό και να Τον λατρεύση, πρέπει να Τον πιστεύση σωστά. Για να Τον πιστεύση σωστά, πρέπει να Τον γνωρίση. Προηγείται εδώ η εισαγωγική γνώσι. Η εισαγωγική γνώσι, γεννά την εισαγωγική πίστι. Αν η εισαγωγική γνώσι δεν διαφθαρή από επιδράσεις ξένων θεωριών, αυτομάτως γεννά την πίστι. Διότι η πίστι είναι υπόστασι ψυχική. Δεν είναι επινόησι, όπως προσπαθούν να μάς αποπλανήσουν οι διάφοροι υλιστές σήμερα. Η πίστι είναι υπόστασι του πνευματικού κόσμου. Είναι συμφυής της πνευματικότητος των λογικών όντων.
Όταν ο νους είναι υγιής, ο άνθρωπος δεν ημπορεί παρά να πιστεύση, να παραδεχθή, ότι δεν είναι δυνατό να υπάρχει αυτή η αρμονία στο σύμπαν, χωρίς να υπάρχει κάποια δύναμι, κάποια εξουσία, η οποία έχει βάλει στην γραμμή όλα αυτά και τα προνοεί. Σύμφωνα με τους κανόνες της φυσικής, τίποτε δεν είναι αυθύπαρκτο. Παρά τις τόσες έρευνες και παρά το πείσμα της απιστίας, δεν απεδείχθη το αντίθετο.
379491-33
Με την εισαγωγική πίστι αρχίζει κανείς να πιστεύη, ότι πραγματικά υπάρχει Θεός. Το θέμα της πραγματικής πίστεως λύνεται με την αποκάλυψι. Εμείς σήμερα, δεν έχομε ανάγκη να ψηλαφίσωμε, να ανακαλύψωμε τον Θεό. Με την «κένωσι» του Θεού Λόγου, με την παρουσία του ενός προσώπου της Μακαρίας Τριάδος, εισερχόμεθα μέσα στην πίστι αυτή πού παραδίδει η Εκκλησία μας, το κέντρο της Αποκαλύψεως. Διότι εμείς δεν ενδιαφερόμεθα να μάθωμε εάν υπάρχη Θεός, αλλά αποβλέπομε στο να ρυθμίσωμε τις σχέσεις μας μαζί Του.
Εμείς, ως μεταπτωτικοί άνθρωποι, δεν ημπορούμε να υπάρξωμε χωρίς την παρουσία του Θεού. Υποκείμενοι τώρα μέσα στον θάνατο, τη φθορά, την ροή, τον πόνο και τον όλεθρο, πρέπει να ελευθερωθούμε από αυτά. Καμμία δύναμι δεν ημπορεί να μάς ελευθέρωση εκτός από τον Θεό. Χωρίς την μυστηριώδη παρουσία της προνοίας Του, δεν ημπορούμε να υπάρξωμε, ούτε εμείς, ούτε κανένα στοιχείο. Έχομε ανάγκη της προσωπικής μας σωτηρίας, διότι το φάσμα του θανάτου επικρεμμάται επάνω μας. Δεν ημπορούμε να απαλλαγούμε από αυτό. Αγόμεθα μέσα στον μύλο του θανάτου προς καταστροφή και απώλεια. Πρέπει οπωσδήποτε να απαλλαγούμε. Για να γίνη αυτό, πρέπει να έχωμε σχέσεις με Αυτόν, πού είναι η απόλυτη Αυτοζωία. Μόνο η απόλυτη αυτοζωία ημπορεί να καταργή τον θάνατο και να ελευθερώνη δυναμικά όσους καταφεύγουν εις Αυτόν. Τότε, μεταφερόμεθα από την εισαγωγική πίστι στην πίστι της θεωρίας. Στην πραγματική πίστι πού σημαίνει υποταγή στο Θείο θέλημα. Εμείς είμεθα έτοιμοι να προσφέρωμε ό,τι θέλει ο Θεός. Αυτή η υποταγή στο Θείο θέλημα, είναι αυτό πού περικλείεται στην εντολή «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης ψυχής, εξ όλης καρδίας, εξ όλης διανοίας».
Με την υποταγή στον Θεό, εφαρμόζομε την αγάπη μας πρακτικά. Η υποταγή είναι το όργανο της αγάπης. Αγάπη αφηρημένη δεν είναι δυνατό να υπάρξη. Η αγάπη είναι συγκεκριμένη. Πώς θα μεταδώσης πρακτική αγάπη εάν δεν κινηθής να υπηρέτησης αυτόν πού λέγεις ότι αγαπάς; Αφού λοιπόν πιστεύσης στον Θεό θα εφαρμόσης και αυτά πού ζητά από σένα, με όλη σου την ψυχή. Όχι «κατ οφθαλμό-δουλεία» αλλά εκ προθέσεως ολοκλήρου. Αποδεικνύοντας ότι εξ ολοκλήρου αγαπάμε τον Θεό και προτιμούμε Αυτόν και το θέλημά Του, περισσότερο και από την ιδική μας ζωή, πείθομε τον Θεό και έρχεται και ενώνεται μαζί μας. Γίνεται η πραγματική ένωσι Θεού και ανθρώπου, αυτό πού ονομάζομε «Θεανθρωπισμό», πού με την παρουσία Του ο Θεός Λόγος μάς εδίδαξε πρακτικά. Και όταν εμείς δώσωμε στον Θεό ό,τι υπάρχει μέσα στο περιθώριο της αγάπης μας, τότε και Αυτός δίδει ό,τι έχει προς εμάς. Την ιδική Του αγάπη, τις ιδικές Του υποσχέσεις. Εφαρμόζεται αυτό πού λέγει ο Ιησούς μας. «Εκείνος εστίν ο αγαπών με, ο έχων τάς εντολάς μου και τηρών αυτάς» και τότε «ο αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του Πατρός μου και εγώ και ο Πατήρ ελευσόμεθα και μονήν παρ αυτώ ποιήσομεν». Ο άνθρωπος μετέχει, όταν φθάση εις αυτή την θέσι, στις Θείες ιδιότητες. Συμβαίνει ό,τι και με το σίδερο πού το βάζομε μέσα στην φωτιά. Γίνεται και αυτό φωτιά. Κοκκινίζει και παίρνει όλες τις ιδιότητες της φωτιάς, χωρίς να αλλάζη. Μένει σίδερο, αλλά καίει και φωτίζει όπως η φωτιά. Το ίδιο συμβαίνει με τον άνθρωπο πού επήρε τις Θείες ιδιότητες. Γίνεται όλος αγάπη και τότε αγαπά «τόν πλησίον ως εαυτόν». Δεν ζή για τον εαυτό του. Γίνεται ακριβώς αυτό πού λέγει ο Απόστολος Παύλος. «Έκαστος τώ πλησίω αρεσκέτω εις το αγαθόν προς οικοδομήν». Και ο Ιωάννης λέγει ένα τολμηρότερο. «Τάς ψυχάς ημών οφείλομεν υπέρ των αδελφών ημών τιθέναι». Εις αυτή την θέσι, εις αυτή την κληρονομιά έφθασαν οι Πατέρες μας και αφού κατά μόνας κατόρθωσαν να αγαπήσουν τον Θεό, εξ όλης ψυχής, εξ όλης καρδίας, εξ όλης διανοίας και εδέχθησαν τις Θείες ενέργειες, εστράφησαν ύστερα σε μάς τους ασθενείς και αδυνάτους, μεταδίδοντας όλη την συμπάθεια και αγάπη πού τους έδωσε ο Θεός. Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων είναι ένας εξ αυτών των τόσων πολλών πού η Εκκλησία μας πλουτεί. Με τις πρεσβείες του εύχομαι να ξεκινήσωμε με καλή πρόθεσι, αγαπώντες πρώτα τον Θεό και μετά τον πλησίον μας. Αμήν.

Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ, Αθωνικά μηνύματα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά,Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1999.

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

Έλεγχος λογισμών και φυλακή αισθήσεων (Μνήμη Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου)

Έλεγχος λογισμών και φυλακή αισθήσεων (Μνήμη Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου)

4 Δεκεμβρίου 2013
Σήμερα πανηγυρίζει ένας εκ των γιγάντων της μοναστικής μας πολιτείας, ο Μέγας Σάββας, πού εδώ στο Άγιο Όρος δεν είναι και τόσο πολύ γνωστός. Αυτός ο μεγάλος φωστήρας, είναι για μάς η μεγαλύτερη παρηγοριά. Στο πρόσωπό του ευρίσκαμε τους κεντρικότερους παράγοντες της μοναχικής μας ιδιότητας. Μερικούς από αυτούς θα αναφέρωμε.
Εξεκίνησε μικρό παιδί αγαπήσας εξ ολοκλήρου τον Θεό. Εφήρμοσε το προφητικό, «Μακάριος ος αίρει ζυγόν εκ νεότητας αυτού». Οι γονείς του παρ όλο πού ήταν ευκατάστατοι, δεν τον εμπόδισαν να ακολουθήση τον μοναχισμό. Ήλθε στα μέρη της ανατολής ως μοναχός. Εκράτησε την παιδαγωγία της νεαράς δοκιμαστικής ζωής άριστα, έως ότου κατέληξε στην Παλαιστίνη και προσελήφθη στην Λαύρα του Αγίου Ευθυμίου και υπό την πρόνοια των μεγάλων Πατέρων πού ήκμαζαν τότε στην ανατολή, ανεδείχθη όχι μόνο τέλειος μοναχός, αλλά και ένας μεγάλος αναμορφωτής του μοναχισμού.
05
Μέχρι των ημερών του, το οργανωμένο σύστημα του μοναχισμού ήταν άγνωστο στην Παλαιστίνη. Ήτο γνωστό στα μέρη της Αιγύπτου, στους Ταβεννησιώτας, όπως ελέγοντο οι μοναχοί του Αγίου Παχωμίου. Σε αυτόν παρεδόθη, εξ αποκαλύψεως διά παρουσίας Αγγέλου, ο οργανωμένος μοναχισμός. Στα κοινόβια αυτά πού ωνομάζοντο Λαύραι, είχαν κοινό ταμείο, κοινή ακολουθία και εξάρτησι από τους πνευματικούς πατέρες, υπήρχε μόνο ελευθερία και ιδιαιτερότητα στην ασκητικότητα. Είχαν ευλογία οι μοναχοί από τους πνευματικούς ηγέτες να αγωνίζονται κάθε ένας όσο ημπορούσε.
Επειδή ήτο νεαρός ο Όσιος Σάββας, τον έβαλε ο Μ. Ευθύμιος μεταξύ των νέων. Είχε δε ως παιδαγωγό των νέων, ένα σεβάσμιο γέροντα, τον Αββά Θεόκτιστο. Στο πρόσωπο του νεαρού Σάββα απεδείχθη το γνήσιο της φιλοθεΐας. Πόσο θαυμάσιο είναι το να ξεκινά κάποιος από τα σπάργανά του, από την νεαρωτάτη ηλικία, αγαπώντας τον Θεό και αφιερώνοντας τον εαυτό του εις Αυτόν. Βλέπομε στον Άγιο Σάββα το απόλυτο της υποταγής και εξαρτήσεως και ιδιαίτερα την αγάπη και την φιλαλληλία του. Μέσα στην βιογραφία του αναφέρεται, ότι εκινδύνευσε ο ίδιος από την αγάπη προς τον πλησίον. Κάποτε ο αρτοποιός του μοναστηριού σε καιρό χειμώνος, άπλωσε τα βρεγμένα ενδύματά του στο βάθος του ζεστού φούρνου για να στεγνώσουν, διότι δεν φαινόταν καθόλου ήλιος. Εκεί τα εξέχασε. Μετά από μία ημέρα πού έλειψε το ψωμί, μερικοί Πατέρες επήραν ευλογία και άρχισαν να εργάζονται στο φούρνο. Μαζί με αυτούς ήταν και ο Άγιος Σάββας. Ο αρτοποιός επήρε είδησι από τον καπνό και ενεθυμήθη τα ρούχα του. Εταράχθη τότε και ανησύχησε και εθλίβετο, διότι η φλόγα ήταν μεγάλη και είχε αρκετά ζεσταθή ο φούρνος, και κανείς από τους μεγάλους δεν ετόλμησε να μπή μέσα διότι θα εκαίετο. Βλέποντας ο νεαρώτατος Σάββας την θλίψι του αδελφού, ώρμησε μέσα στην φλόγα, για την φιλαδελφεία πού είχε, και άρπαξε τα φορέματα χωρίς να καή ούτε αυτός, ούτε εκείνα. Ενίκησε η πυρά της πραγματικής αγάπης, την αισθητή πυρά.
Πριν όμως από αυτό το κατόρθωμα, έκανε ένα άλλο μεγαλύτερο άθλο. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, είχε μπεί στο νόημα του πνευματικού νόμου. Εγνώριζε ότι προτού γίνει μία πράξι, προηγείται η διανοητική της συγκατάθεσι. Εάν αυτή δεν προηγηθή, είναι αδύνατο να γίνη η πράξι. Κάποτε ευρίσκετο στον κήπο του μοναστηρίου και ηργάζετο. Του ήλθε η επιθυμία να φάγη ένα ωραίο μήλο. Η επιθυμία τον ωδήγησε να το κόψη. Είπε αμέσως η εύλογη πρόφασι: «Δεν είναι κακό να το φάγω αφού εργάζομαι εδώ». Το εσκούπισε και το έφερε στο στόμα του. Τότε εξύπνησε ο αθλητής – ενεθυμήθη – όπως είχε συνήθεια να ελέγχη τις πράξεις του – και εσταμάτησε και είπε: Πώς θα το φάγω τώρα αυτό; Εάν το φάγω δεν είναι λαθροφαγία; Πώς μου ξέφυγε και έφθασα σε τέτοια συγκατάθεσι; Πώς δεν το εκατάλαβα από την πρώτη προσβολή του λογισμού της επιθυμίας, πού μου είπε κόψε το και φάγε; Γιατί δεν αντέδρασα από τότε; Αυτό είναι ήττα για μένα. Δεν πρέπει να επαναληφθή, διότι αν γίνη και δεύτερη και τρίτη φορά να νικώμαι από τις ευλογοφανείς προφάσεις, εγώ δεν θα γίνω μοναχός. Και για κανόνα μήπως και εξαπατηθώ, δεν θα φάω μήλο στον αιώνα. Το έρριψε κάτω, και το επάτησε και μαζί με αυτό, επάτησε και τον δράκοντα της επιθυμίας και δεν ηττήθη από την φιλαυτία και την φιληδονία. Και όπως η παράδοσι αναφέρει, δεν έφαγε ξανά μήλο, ενθυμούμενος την μικρή αυτή υποχώρησι έναντι της επιθυμίας.
Παρ όλο το νεαρό της ηλικίας του, εμπήκε στο σωστό νόημα του τί σημαίνει μοναχός, τί σημαίνει πνευματικός άνθρωπος, και πώς ημπορή να γίνη πνευματικός εάν ελέγχη τις προφάσεις μέσω των οποίων προσβάλλει ο λογισμός και απατά τον άνθρωπο. Διότι ποτέ η αμαρτία δεν παρουσιάζεται γυμνή, να πή στον άνθρωπο, «αμάρτησε». Τέτοιο πράγμα δεν γίνεται. Ο διάβολος είναι πονηρός. Ενεργεί σαν τον ψαρά, ο οποίος κρύβει το αγκίστρι κάτω από το δόλωμα. Το ψάρι αγνοώντας ότι είναι αγκίστρι, βλέποντας μόνο την τροφή, απατάται, το καταπίνει και έρχεται ο θάνατος. Μάς εδίδαξε με αυτό ο Μέγας φωστήρ, ότι δεν πρέπει ο μοναχός να κινήται σε πράξι, εάν προηγουμένως δεν την ελέγξη. Κάθε πρόφασι, η οποία μάς παρακινεί σε κάτι, πρέπει να ελέγχεται. Στην Παλαιά Διαθήκη, ο Ιησούς του Ναυή, όταν συνήντησε κάποιο άγνωστο τον ερώτησε «Ημέτερος εί ή των υπεναντίων;». Ακριβώς έτσι θα κάνωμε και εμείς. Όταν ο μοναχός δέχεται λογισμό, να συμπεριφερθή κατά τον ίδιο τρόπο· ημέτερος εί ή των υπεναντίων; και τότε αποκαλύπτεται. Η θα δραπετεύση αμέσως να κρυβή, ή θα εξαναγκασθή να πή ότι ξεκινά εν ονόματι αυτού του πάθους, ή εκείνης της επιθυμίας.
Gerontas_Iosif2
Ευρίσκομε και δεύτερο παράδειγμα ακριβείας του ελέγχου των λογισμών. Κάποτε περιπατούσε με ένα μαθητή του στον δρόμο από την Ιεριχώ προς τον Ιορδάνη. Ο Άγιος τον παρακολουθούσε για να ιδή σε ποιό επίπεδο ευρίσκεται της φυλακής των αισθήσεων.
Στον δρόμο συνήντησαν μια ομάδα κοσμικών, μεταξύ των οποίων ήτο και μία νέα γυναίκα. Ο νέος μοναχός κοίταζε με περιέργεια. Τότε για να τον ελέγξη και να τον αναγκάση να πή την αλήθεια – διότι πολλές φορές από εντροπή κρύβει κανείς την αλήθεια και λέγει ψέμματα – έκανε το εξής μεθόδευμα. Του είπε: Ποιά είναι αυτή η νέα κόρη, πού πέρασε και είναι μονόφθαλμη; Και ο αδελφός του είπε: Όχι, Γέροντα, έχει και τα δυο της μάτια… Ο Γέροντας απάντησε: Απατήθηκες, παιδί μου, μονόφθαλμη είναι. Εκείνος τον διαβεβαίωνε ότι γνωρίζει πολύ καλά, ότι όχι μόνο δεν είναι μονόφθαλμη αλλά αντίθετα ότι έχει και τα δυο της μάτια. Και είπε ο Γέροντας: Από πού το γνωρίζεις τόσο καλά; Και αυτός απεκρίθη: Εγώ Γέροντα, την πρόσεξα καλά και το είδα. Τότε ο Γέροντας του είπε: Και πού έβαλες μέσα σου το παράγγελμα πού λέγει να μην αφήσης το βλέμμα σου να την περιεργασθή, και να μην συναρπασθούν τα μάτια σου; Ώστε λοιπόν, η έγνοια σου είναι να κοιτάς και να περιγράφης τα πρόσωπα και ιδίως των γυναικών; Αλλη φορά μαζί μου δεν θα έλθης, μέχρι να μάθης να συστέλλης τις αισθήσεις σου. Και τον έστειλε στο Καστέλλιο. Αυτό ήταν ένα άλλο μοναστήρι πού το είχαν για σωφρονιστήριο των μοναχών, μέχρις ότου μάθουν να μαζεύουν την γλώσσα τους, να μαζεύουν τα μάτια τους και ό,τι άλλο, είναι και λέγεται περιέργεια και απροσεξία.
Βλέπετε πόση προσοχή είχαν οι Πατέρες σε αυτά; Από αυτά εξαρτάται η προκοπή ή η πτώσι. Όπως δεν γίνεται κάποια πράξι αν δεν προηγηθή νόημα, δεν υπάρχει και μεγάλη πτώσι αν δεν προηγηθή μικρή. Αν αρχίση ο άνθρωπος να μην κρατάη το στόμα του και συνεχώς ομιλή, ύστερα ξεκινά να λέγη αστεία και μετά αρχίζει να αντιλέγη, δήθεν από μία καλή πρόφασι. Τότε σκληρύνεται και επικρατεί ο θυμός, οπότε αρχίζουν τα πείσματα, οι έριδες και οι συγκρούσεις.
Απομένει σε μάς να στρέψωμε την προσοχή μας σε αυτά τα οποία οι Πατέρες μας, με τόση ακρίβεια μάς παρέδωσαν. Στην μονή του Αγίου Σάββα, ετέθησαν τα θεμέλια όχι μόνο της μοναστικής ζωής και ιδέας, αλλά ολοκλήρου της εκκλησιαστικής παραδόσεως. Το τυπικό και τελετουργικό της Εκκλησίας, ξεκινά από αυτή την μονή. Σε αυτή ασκήθηκε και ετελειοποιήθη ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο οποίος εδημιούργησε την Οκτώηχο, τα μέλη και τους ύμνους της Εκκλησίας μας. Σε αυτή ήκμασε ο Άγιος Κοσμάς, Επίσκοπος Μαϊουμά, αυτός ο μεγάλος μελωδός. Σε αυτή έζησαν οι κατά σάρκα αδελφοί Άγιοι, Θεοφάνης και Θεόδωρος οι Γραπτοί. Από αυτή την μονή μετεφέρθη η παράδοσι και το τυπικό στην Κωνσταντινούπολι και το ετελειοποίησαν οι Στουδίται μοναχοί. Αυτό κατέχει σήμερα το Άγιο Όρος, όπως το μετέφερε ο Άγιος Αθανάσιος, ο ιδρυτής της Μεγίστης Λαύρας.
Αυτά ήθελα να σάς υπενθυμίσω και έτσι όλοι μας με προθυμία, να παρακαλέσωμε τον Όσιο Πατέρα μας Σάββα, με τις πρεσβείες και την παρρησία πού έχει, να μάς ενίσχυση και να μεταφέρη μέσα μας το Πατερικό πνεύμα. Πνεύμα αυταπαρνήσεως, πνεύμα ακριβείας, πνεύμα εσωστρεφείας και φόβου Θεού. Ας επικαλεσθούμε τις ευχές του Μεγάλου αυτού φωστήρος, για να επιτύχωμε και εμείς ανάλογα με το προορισμό μας. Αμήν.
 Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ, Αθωνικά μηνύματα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά,Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1999.

Το νόημα του μαρτυρίου των τριών παίδων

Το νόημα του μαρτυρίου των τριών παίδων

16 Δεκεμβρίου 2013
ProfitisDaniilTreisPaides01ge.iosif.vatopaid(Προοίμιον εορτής Χριστουγέννων και μνήμη Αγίου Διονυσίου της Ζακύνθου)
Θαυμάσια η Εκκλησία μας προβάλλει ήδη από τα προοίμια των εορτών των Χριστουγέννων, τους Τρεις Παίδας και Δανιήλ τον προφήτη, οι οποίοι, αν και δεν ήσαν μέσα στο δένδρο της γενεαλογίας των προπατόρων του Ιησού, εν τούτοις κατηριθμήθησαν εις αυτό, χάριν της εναρέτου ζωής των, χάριν της φιλοθεΐας των και ιδίως χάριν του δράματός των, πού ευρίσκομε στο βίο τους. Υπήρξαν πραγματικά η αναπαράστασι και η προαπόδειξι του τρόπου, πώς ο Θεός Λόγος θα επιδημήση στον κόσμο. Αλλά γενικά και από την προσωπική τους ζωή, αντλούμε τεράστια παραδείγματα φιλοθεΐας και αυταπαρνήσεως, όπως πολλές φορές ετονίσαμε.
Συνέπεσε να εορτάζεται και ο Άγιος Διονύσιος, ένας εκ των νεωτέρων φωστήρων της εκκλησίας μας, του οποίου το άφθαρτο λείψανο ευρίσκεται στην περιφέρεια των επτανήσων. Και αυτός μάς αφήνει από την βιογραφία του άριστα και ενισχυτικά για την ζωή μας παραδείγματα. Ένα δε από τα σπουδαιότερα πού μάς προβάλλει είναι το θέμα της αμνησικακίας.
Όπως ενθυμείσθε, όταν ήτο επίσκοπος ο Άγ. Διονύσιος, ένας λαϊκός είχε παρωξυνθή και εσκότωσε τον αδελφό του Αγίου. Τρέχοντας να κρυφθή από την δικαιοσύνη πού τον είχε αντιληφθή, κατέφυγε στο σπίτι του ιδίου του Επισκόπου και εζήτησε άσυλο και στοργή από τον μητροπολίτη, λέγοντάς του. Εγώ, Δέσποτα, εσκότωσα τον τάδε άρχοντα και τώρα με κυνηγούν θέλω να με προστατεύσης. Και αυτόν πού εσκότωσε ήταν ο αδελφός του Αγίου. Και έδειξε τόση αμνησικακία και μεγαλοψυχία ο αληθινός αυτός ποιμένας και δεν εφάνη ότι γνωρίζει τον φονευθέντα, αλλά επροστάτευσε τον φονέα, κρύβοντάς τον στην μονή. Και όταν σε λίγο έφθασε η δικαιοσύνη, αρνήθηκε ο Επίσκοπος να ομολογήση ότι εγνώριζε τίποτε περί του φονέως. Αυτό πραγματικά για μάς, οι οποίοι αγωνιζόμεθα μέσα στην πρακτική του πώς να καθαρίσωμε τον εαυτό μας και να απαλλαγούμε από τα πάθη μας και τον παλαιό άνθρωπο, είναι ένα ζωντανό και μεγάλο παράδειγμα, αφού εμείς με την παραμικρή πρόφασι του θύμου εξαγριωνόμεθα και δεν ημπορούμε να συγκρατηθούμε.
Ας επανέλθωμε όμως στο προκείμενο θέμα των μεγάλων προπατόρων του Χριστού μας, όπου εκεί θα βρούμε περισσότερα και λαμπρότερα παραδείγματα αυταπαρνήσεως και ομολογίας, πού ιδίως χαρακτηρίζουν το ιδικό μας βίωμα. Η περιπετειώδης ζωή αυτών των τεσσάρων φωστήρων της Εκκλησίας της Παραδόσεως, της εκκλησίας του Νόμου, είναι τόσο μεγάλη και ποικίλη, πού δεν μπορεί φυσικά να περιγραφή από μάς τους ευτελείς, αλλά θα δανειστούμε ελάχιστα για παραδειγματισμό.
Ωνομάσθη ο μέν Δανιήλ ανήρ επιθυμιών, γιατί ουδέποτε ηττήθη από καμμία επιθυμία. Αυτός κατήγετο από βασιλική οικογένεια και ένεκα της χάριτος πού του έδωσε ο Θεός, έγινε σύμβουλος των διαφόρων κατακτητών και βασιλέων η συνέχεια δε της ζωής του ήτο βασιλική. Ευρισκόμενος στην βασιλική αυτή χλιδή και έχοντας τόση μεγάλη εξουσία, ουδέποτε ηττήθη από κανένα πάθος. Ιδίως στο ζήτημα της ηδονής, τόσο ήτο εγκρατής και τόσο επεβάλλετο στον εαυτό του, ώστε απέκτησε ιδιαιτέρως το χάρισμα να λέγεται ανήρ επιθυμιών. Μαζί με αυτόν ήσαν και τρεις άλλοι Παίδες. Παίδες κατά την γλώσσα του τότε καιρού δεν εσήμαινε παιδιά, ούτε πάλι δούλους. Κατά την τότε συνήθεια των επικρατούντων, εδιάλεγαν εκλεκτά παιδιά από τους αιχμαλώτους, τα οποία ανέτρεφαν βασιλικά και αυτά εζούσαν μέσα στα ανάκτορα και ήσαν θετοί πρίγκηπες και είχαν ιδιαίτερη παρρησία και ηγετικές θέσεις στα βασίλεια.
Εις αυτές τις θέσεις ευρίσκοντο οι τρεις σύντροφοι του Δανιήλ. Ο Ανανίας, ο Αζαρίας και ο Μισαήλ οι οποίοι, χάριν της μεγάλης τους ανδρείας και θεοφιλίας, ωνομάσθησαν από τον Ναβουχοδονόσορα, Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ, πού εσήμαινε στην γλώσσα τους, θείες κλήσεις, θείες ιδιότητες. Τότε λοιπόν τους εφθόνησαν οι υπόλοιποι μέσα στην επικράτεια, στην οποία αν και ήσαν ξένοι, είχαν τόση αίγλη και αξία, ώστε ηθέλησαν να τους κακοποιήσουν, αλλά όμως δεν μπορούσαν με κανένα άλλο τρόπο, ει μή να εύρουν κάποια μομφή εναντίον τους, ως παραβάτες των νόμων. Έτσι τους κατήγγειλαν ότι δεν δείχνουν σεβασμό εις όσα εσέβετο ή επικροτούσε ο βασιλεύς και αυτό ήταν μία πρόφασι πού ημπορούσε να τους επιβάλη τιμωρία. Και έτσι ερεθίσαντες τον τύραννο, ο οποίος ήτο κοσμοκράτωρ, οι περί αυτόν αυλοκόλακες τον έπεισαν, ότι οι Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ δεν επροσκυνούσαν τους θεούς τους, ούτε τους ελάτρευαν, αλλά ούτε αυτό τον ίδιο υπελόγιζαν. Ο Ναβουχοδονόσορ τότε, είχε στήσει στην πόλι την εικόνα του, την μορφή του, πού ήταν ένα πανύψηλο άγαλμα, ένας ανδριάντας και διέταξε όλους να προσκυνούν και να προσφέρουν θυμίαμα, σαν να επρόκειτο περί κάποιας θεότητος διότι επίστευε ότι, μετέβη πλέον από την ανθρωπίνη στην θεία αξία και ότι, με την παντοδυναμία και ισχύ του κατώρθωσε τα τόσα μεγάλα, με το να καταστρέψη και κατασφάξη τους λαούς.
Έτσι ευρήκαν αυτή την πρόφασι οι εχθροί, γιατί ήξεραν ότι ήτο αδύνατο να προσκυνήσουν αυτοί – σαν γνήσιοι θεοσεβείς Ιουδαίοι – είδωλα και αγάλματα και εικόνες. Κατήγγειλαν λοιπόν τους Τρεις Παίδες επισήμως ότι: Ιδού, κύριε, τώρα στην εορτή την οποία κάνεις, αυτοί οι τρείς, παρ όλο πού τους έχεις άρχοντας και ηγεμόνας, δεν θα προσκυνήσουν. Τότε τους εκάλεσε ιδιαιτέρως ο βασιλεύς να τους ερωτήση προσωπικά, ει αληθώς ούτως έχει Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ, ότι τη εικόνι τη χρυσή, ην έστησα εν παιδίω Δεηρά, ου προσκυνείτε, ουδέ τους θεούς μου λατρεύετε; (Δαν. 3,14). Προσέξατε μόλις αρχίσουν τα σύμβολα, οι σάλπιγγες, τα μουσικά όργανα και οι χορδές να δίδουν το σύνθημα της προσκυνήσεως και εσείς αμέσως να προσκυνήσετε, αλλοιώς θα σάς ρίξω μέσα στην κάμινο του πυρός, την οποία έχω αναμμένη για να τιμωρήσω τους απειθείς.
Εδώ εφάνη το μεγαλείο εκείνων των ηρωικών ψυχών. Τότε μετά παρρησίας και οι τρείς, οι οποίοι φυσικά δεν ήσαν παίδες, όπως είπα, αλλά μεγάλοι άνδρες, ηγεμόνες, του απήντησαν με υπερηφάνεια, όχι όμως με εγωισμό. Επί του ρήματος τούτου ουκ έχομεν χρείαν αποκριθήναι σοι ω βασιλεύ (Δαν. 3,16).
Έτσι κάθε ευγενής ψυχή αποκρίνεται, όταν κρούουν στην θύρα των αισθήσεών της τα ποικιλόμορφα αίτια της πολύμορφης αμαρτίας. Ανίσταται μεγαλοπρεπώς και φωνάζει, «κάτω τα χέρια. Επί του ρήματος τούτου ουκ έχομεν χρείαν αποκριθήναι σοι, ω βασιλεύ. Έστιν ο Θεός ημών εν τώ ουρανώ ος δύναται εξελέσθαι ημάς εκ των χειρών σου» (Δαν. 3,16-17). Αλλά και αν ο Θεός τον οποίο πιστεύομε και πού είναι παντοδύναμος, δεν μάς ελευθέρωση από τα ιδικά σου χέρια και από οτιδήποτε άλλο, γνώριζε πώς δεν θα μάς κακοφανή πλην όμως σου λέγομε και τούτο, ότι, και αν ακόμη ο Θεός δεν θελήση να μάς απαλλάξη από την παρούσα δοκιμασία, γιατί έτσι θέλει Εκείνος, εμείς ούτε την εικόνα σου προσκυνούμε ούτε τους θεούς σου λατρεύομε. Και αν μάς απειλής με την κάμινο και με το πύρ, μόνοι μας θα εισέλθωμε, για να καταλάβης ότι οι πραγματικά θεοφιλείς δεν φοβούνται τον θάνατο». Καμμία περίστασι ούτε κανένας παράγων μπορεί να τους αποτρέψη από την φιλοθεΐα και το προς τον Θεό καθήκο τους, εάν όντως είναι ευσεβείς.
Και τότε επλήσθη θύμου και ηλλοιώθη η όψι του και διέταξε να δέσουν ισχυρά τους Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ, με τις σαρβάρες και τις περικνημίδες και με αυτές να πλησιάσουν την βροντώσαν κάμινο, από την οποία εξεχύνετο σαρανταενιά πήχες η φλόγα. Και έτσι ατάραχοι προσήλθαν και αυτά πού είπαν τα επραγματοποίησαν χωρίς να φοβηθούν. Δεν εδειλίασαν, αλλά επήγαν με προθυμία και όχι μόνο εδέχθηκαν αλλά συνετέλεσαν και οι ίδιοι με το να προχωρήσουν μόνοι τους μέσα στην βροντώσαν κάμινο, πού δεν ημπορούσε να πλησίαση κανείς. Και απέδειξαν πραγματικά ότι δεν προσκυνούν ξένα είδωλα αλλά μόνο τον θείο νόμο, το θείο θέλημα, αυτό πού ανήκει σε κάθε ευσεβή ψυχή.
Ο ίδιος Ναβουχοδονόσορ πού ήταν τότε, είναι και τώρα. Φυσικά, όχι ο ιστορικός εκείνος, αλλά ο νοητός ο οποίος και τότε εις αυτού τον νου ήταν και εν συνεχεία εις όλους τους κακοήθεις και κακούργους μέχρι δε της συντέλειας, θα είναι μέσα στα όργανα της απείθειας και απώλειας. Αυτός ο νοητός Ναβουχοδονόσορ και σε μάς ακριβώς το ίδιο κάνει τώρα και σε κάθε ευγενή ψυχή, είτε μεμονωμένα, είτε συνολικά.
Συνεχώς μας απειλεί, μάς φοβίζει, μάς προκαλεί. Η θα προσκυνήσωμε το εκάστης προφάσεως και αμαρτίας είδωλο, ειδ άλλως θα εγείρη εναντίον μας πειρασμό. Αυτό είναι το νόημα. Και εμείς εάν πράγματι είμεθα μαθηταί του Ιησού μας, εάν είμεθα κατά τον Παύλο οι του Χριστού, τότε είμεθα έτοιμοι, ίνα την σάρκα σταυρώσωμεν συν τοίς παθήμασι και ταίς επιθυμίαις και να μην κλίνωμε γόνυ τώ Βάαλ δηλαδή προς την πολύμορφο αμαρτία.
Και κοιτάξετε τα μυστήρια της Χάριτος πώς γίνονται. Επέτρεψε ο Θεός να πειρασθούν. Και όταν τους έρριξαν μέσα στην κάμινο, τότε επαρουσιάσθη η Χάρις. Ενώ μπορούσε και προτύτερα να δείξη την παρουσία της και να φοβήση τους εχθρούς και έτσι να απαλλαγούν από την ατιμία οι πραγματικοί δούλοι του Θεού. Όμως δεν το έκανε, ακριβώς για να αποδείξη ότι η υπερβολή της δυνάμεως εκ Θεού εστι και ουκ εξ ημών (Β´ Κορ. 4,7).
Επέτρεψε να εισέλθουν στην κάμινο για να αποδειχθή η ομολογία τους και τότε να παρουσιασθή για να τους σώση και να τους μεγαλύνη. Τότε και στους τρεις λύθηκαν τα δεσμά και άρχισαν να περιπατούν μέσα στην κάμινο, και η βροντώσα φλόγα έγινε ως δρόσος. Και άρχισαν εκεί μέσα να εξομολογούνται (1) και να ψάλλουν.
Και πάλι δεύτερο θαύμα, του πρώτου μεγαλύτερο. Μέσα στην αισθητή παρουσία της Χάριτος όντες οι δίκαιοι, δεν υπερηφανεύθησαν, αλλά με βάθος ταπεινοφροσύνης εξομολογούντο στον Θεό και έλεγαν. Πανάγαθε, αυτό πού επάθαμε μάς άξιζε, γιατί και εμείς και οι πατέρες μας δεν εφυλάξαμε τον νόμο Σου και δικαίως τώρα μάς παρέδωσες εις έθνη άπιστα και εις βάρβαρα και αποστάτη άνθρωπο και δικαίως παθαίναμε τις ατιμίες αυτές για τις ιδικές μας αμαρτίες. Και Σύ δίκαιος εί, και δικαιοσύνην ηγάπησας, ευθύτητας οίδε το πρόσωπόν Σου.
Κοιτάξετε βάθος ταπεινώσεως. Και ύστερα, ενώ έβλεπαν ότι δεν τους κατακυριεύει το πύρ, αυτοί επιζητούσαν να καούν και έλεγαν, προσδεχθείημεν ενώπιόν Σου ως θυσία και έστω η θυσία ημών ως αρνών μυρίων. Αφησέ μας να καούμε και πές ότι τα τόσα και τόσα αρνιά και σφάγια πού έπρεπε να θυσιάσουν οι πατέρες μας για Σένα και τα εγκατέλειψαν από ασέβεια και ραθυμία, άφησε εμάς να ψηθούμε και δέξου την ιδική μας θυσία και εξιλέωσε τους προγόνους μας και ελευθέρωσε την φυλή μας.
Κοιτάξετε μεγαλείο. Τους απαλλάσει η Χάρις και αυτοί δεν θέλουν να λυτρωθούν, αλλά θέλουν να καούν και να γίνη η θυσία τους ελευθερία της φυλής. Βλέπετε τις υγιείς ψυχές; Βλέπετε ανδρεία, βλέπετε φιλοθεΐα; Βλέπετε θέωσι; Όπως ο Θεός είναι πάντοτε ευσπλαχνία, πάντοτε παναγαθότης, πάντοτε φιλανθρωπία, έτσι και οι κατά μέθεξι θεωμένες ψυχές επιθυμούν αυτές οι ίδιες να φθαρούν, για να ζήσουν αντί αυτών οι άλλοι.
Αυτός είναι ο τέλειος όρος της αγάπης για τον οποίο και εμείς επειγόμεθα. Και αυτό απαίτησε ο Ιησούς μας, όταν μάς είπε εντολήν καινήν δίδωμι υμίν, ίνα αγαπάτε αλλήλους (Ιωάν. 13,34) και εν τούτω γνώσονται ότι εμοί μαθηταί εστέ, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις (Ιωάν. 13,35).
Και αυτό θα το κατορθώσωμε, εάν αρχίσωμε από τα μικρά προοίμια, ούτως ώστε να ανεχώμεθα τον βαρύ λόγο του άλλου, να ανεχώμεθα το σκώμμα του, ακόμα και την αφροσύνη του. Και σιγά-σιγά με την αυτομεμψία, με την σιωπή, με την ανοχή, βαστάζοντες αλλήλων τα βάρη, θα φθάσωμε στην αξία της αληθινής αγάπης και θα εκπληρώσωμε την σκληρότερα μορφή των εντολών, πού είναι να αγαπούμε και τους εχθρούς μας. Είδατε ο Γέρων Σιλουανός πόσο τονίζει την αγάπη προς τους εχθρούς και ότι αυτό είναι το πραγματικό δείγμα της χριστιανοσύνης; Και μάλιστα είπε, ότι κανείς να μην πλανάται πώς έχει θέσι κοντά στο Θεό, εάν δεν έχει εκπλήρωση αυτή την εντολή. Το είπε βέβαια κάπως τολμηρά αλλά αυτή είναι η πραγματικότης. Όπως η κακία όταν εισχώρηση θα φέρη και τα συγγενικά, έτσι και το νόημα της αγάπης, όταν επικράτηση δεν μένει εκεί, αλλά ολοκληρώνεται και φθάνει ακριβώς εις τούτο το πανάγιο τέρμα. Να συγχωρή και τους εχθρούς και να εύχεται για εκείνους πού τον διώκουν.
Αυτά λοιπόν να συνειδητοποιούμε συνεχώς και ιδίως το παράδειγμα των Τριών Παίδων να μην φεύγει καθόλου από την μνήμη μας, διότι πράγματι οι Τρεις Παίδες εξεικονίζουν κάθε ψυχή μέχρι της συντέλειας των αιώνων. Το ίδιο δράμα εκτυλίσσεται και σε μάς και θα εκτυλίσσεται έως να εκπνεύσωμε.
Συνεχώς ο νοητός Ναβουχοδονόσορ θα μάς απειλή και θα μάς αναγκάζη και θα μάς γαργαλά και θα μάς κολακεύει στο να κλίνωμε γόνυ και να προσκυνήσωμε εικόνες πολύμορφες της ποικίλης αμαρτίας. Αλλά εμείς να είμεθα έτοιμοι να σηκώσωμε το ανάστημά μας και να ειπούμε, Κύριον τον Θεόν ημών προσκυνήσωμεν και Αυτώ μόνω λατρεύσωμεν. Διότι όντως εις Αυτόν ανήκει πάσα δόξα στους αιώνας. Αμήν.
(1)εξομολογούμαι = (στή γλώσσα της Αγίας Γραφής) δοξολογώ

Το άθλημα της πίστεως (Κυριακή των Προπατόρων)

Το άθλημα της πίστεως (Κυριακή των Προπατόρων)

25 Δεκεμβρίου 2013
propatoresgerondas_iwsif_vatopaidinos_630Στο απολυτίκιο της εορτής των Αγίων Προπατόρων αναφέρεται ότι «εν πίστει τους Προπάτορας εδικαίωσας, την εξ Εθνών δι αυτών προμνηστευσάμενος Εκκλησίαν». Πόσο βαθειά νοήματα έχουν αυτά τα λόγια, αν τα προσέξετε! Εδικαιώθησαν οι Προπάτορες, πού αποτελούν το θεμέλιο της Εκκλησίας, και πού φανερώνουν την αφορμή της σχέσεως του Θεού μετά των ανθρώπων πρακτικά.
Και ποίοι ήσαν οι Προπάτορες; Ανθρωποι φυσικά, εθνικοί. Όπως και όλοι οι άνθρωποι, εθνικοί ήσαν τότε. Μετά την πτώσι, ο άνθρωπος τα έχασε και ακολουθούσε τον ιδικό του δρόμο. Και ο Θεός εξέλεξε από το σύνολο των ανθρώπων μερικούς, τους οποίους εκάλεσε να τον πιστεύσουν και να τον ακολουθήσουν. Και επείσθησαν. Διά της πίστεως απεδέχθησαν την κλήσι αυτή του Θεού και έγιναν φίλοι Του, ούτως ώστε, όταν ο Θεός απεκαλύφθη, να λέγεται «εγώ ειμί ο Θεός Αβραάμ και ο Θεός Ισαάκ και ο Θεός Ιακώβ».
Με την πίστι την οποία απεδέχθησαν και ακολούθησαν τον Θεό, έφθασαν σε τέτοιο ύψος, ούτως ώστε ο Θεός, όταν αποκαλύπτεται, να αποκαλείται Θεός αυτών. Και κατά αυτό τον τρόπο να δημιουργείται μία σχέσι, μια αγχιστεία, μια συγγένεια πλέον, μεταξύ ανθρώπων και Θεού. Και αυτός ο πανίσχυρος δεσμός να γεννάται μόνο από την πίστι. «Εν πίστει τους Προπάτορας εδικαίωσας». Βλέπετε τί μεγάλο πράγμα είναι η πίστι; Αυτό ακριβώς ζητά ο Θεός από τον άνθρωπο. Και ακούομε εν συνεχεία από τον Απ. Παύλο τον ωραίο εκείνο ύμνο. Διότι δεν είναι απλώς μια επιστολή, ένα σύγγραμα, πού έγραψε ένας φωτισμένος άνθρωπος. Αυτός είναι ένας θεοΰφαντος ύμνος. «Οι Άγιοι Πάντες διά πίστεως» – και αρχίζει να λέη εκεί βέβαια για τους Προπάτορες -«κατηγωνίσαντο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγεννήθησαν ισχυροί εν πολέμω, παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων έλαβον γυναίκες εξ αναστάσεως τους νεκρούς αυτών άλλοι δε ετυμπανίσθησαν…, έτεροι δε εμπαιγμών και μαστιγών πείραν έλαβον, έτι δε δεσμών και φυλακής· ελιθάσθησαν, επρίσθησαν, επειράσθησαν…» (Εβρ. 11, 33-37) και συνεχίζει όλο τον υπέροχο ύμνο τον οποίο γνωρίζετε.
Και όλα αυτά τα άθλα, όλοι οι θρίαμβοι οι οποίοι παρέτειναν και ολοκλήρωσαν την σχέσι της ανθρωπινής φυλής μετά του Θεού, εγεννήθησαν από την πίστι. Αυτή είναι, πού μάς σώζει. Η πίστι είναι πού προεκτείνεται και στον καθένα μας και στο σύνολο των πιστών και αυτό ακριβώς είναι πού δικαιώνει τα πάντα. Ερχόμεθα τώρα σε ένα βαθύτερο μυστήριο. Όλοι αυτοί οι Προπάτορες, ήσαν εκείνοι, οι οποίοι εξ αποκαλύψεως ήσαν κεκλημένοι και άρα εις αυτούς τους ανθρώπους επρόκειτο να δοθούν οι ευλογίες, διότι ο Θεός τους προώρισε και τους εκάλεσε και έμεινε μαζί τους, ούτως ώστε να καυχάται ότι είναι Θεός αυτών. Αυτοί έλαβαν κατ ευθείαν τις επαγγελίες και κατά πρόσωπο ωμιλούσαν με τον Θεό. Και όμως όλοι αυτοί παρ όλη την βεβαιότητα της επαγγελίας η οποία επεφαίνετο επάνω τους αποτελεσματικά, εκέρδισαν την Θεοσέβεια, την ευσέβειά τους και γενικά την προς τον Θεό στροφή τους, με ένα περιεκτικό σταυρό, δηλαδή με θλίψεις, με οδύνες, με διωγμούς, με ταλαιπωρίες, και σχεδόν παρήλθαν από τον κόσμο αυτό, χωρίς να ιδούν τίποτε από όλα εκείνα τα οποία τους υπεσχέθη ο Θεός, παρά μόνο σύμβολα και κατά περιόδους διάφορες αντιλήψεις. Βλέπετε το μυστήριο; Εις αυτή την κοιλάδα του Κλαυθμώνος, οι Θείες επαγγελίες από μέρους βλέπονται, από μέρους γινώσκονται και από μέρους αποκαλύπτονται. Εδώ ακριβώς είναι πού εφαρμόζεται το «τίς σοφός και φυλάξει ταύτα και συνήσει τα ελέη του Κυρίου» (Ψαλμ. 106,43).
Αυτός είναι ο τρόπος, με τον οποίο εμείς οι κεκλημένοι διά της πίστεως μένομε και εφαρμόζομε την υπόσχεσί μας προς τον Θεό και τις επαγγελίες Του. Πάλι ερμηνεύοντες διά της πίστεως, μέσα σε μία απέραντη μακροθυμία, υπομονή και καρτερία, μέσα στις διάφορες δοκιμασίες από πειρασμούς, θα τελειωθούμε και εμείς καθώς όλοι οι Άγιοι. Προχωρούμε λοιπόν με την ιδία πίστι, πού δεν είναι πλέον αφηρημένη, διότι οι επαγγελίες ήλθαν, το πλήρωμα του χρόνου έφθασε και έγινε η σάρκωσι του Θεού Λόγου και παρουσιάστηκε ο «τής μεγάλης βουλής Αγγελος» (Ζαχ. 9,6). Η πίστι μας είναι συγκεκριμένη, διότι ήλθε ο Μονογενής Υιός του Θεού. Τον είδαμε, Τον εψηλαφήσαμε, Τον ακούσαμε και ήδη Τον κατέχομε. Τώρα, σε μάς, η πίστι είναι κάτι παραπάνω. Δεν είναι η απλή εκείνη πίστι των Προπατόρων, πού προσδοκούσαν, ότι οπωσδήποτε σύμφωνα με την υπόσχεσί Του ο Θεός θα έλθη κάποτε και θα σώση τους απογόνους των και γενικά όλη την ανθρωπότητα. Επεράσαμε τα όρια αυτής της εισαγωγικής πίστεως και εισήλθαμε στην υψηλότερα πίστι, της πραγματικής πλέον παρουσίας της επαγγελίας του Θεού.
Τώρα πλέον με αναπεπταμένο το φρόνημα, χωρίς ποτέ να φοβούμεθα, είμεθα πεπεισμένοι ότι, εφ όσον ο Κύριος μάς εκάλεσε και ευρισκόμεθα πλέον στο δρόμο αυτό τον στενό, τον τεθλιμμένο, πού ανάγει στον Γολγοθά, θα ιδούμε και την ανάστασι.
Οι διάφορες αντιξοότητες και πειρασμοί πού προκύπτουν, είτε από τον σατανά, είτε από τα τόσα άλλα πού υπάρχουν μέσα στην ζωή μας, δεν είναι κάτι το οποίο μάς απειλεί, μάς φράζει τον δρόμο, μάς γεννά αμφιβολία, αλλά είναι τα μυστικά εκείνα πρακτικά μέσα, διά των οποίων κατεργάζεται το μυστήριο του Σταυρού. Είναι οι τρόποι μέσω των οποίων θα αποδείξωμε την πίστι μας ορθή, για να δικαιούμεθα της επαγγελίας Του. Όταν βλέπωμε πειρασμούς, σηκώνομε το ανάστημά μας και συνεχίζομε, διότι η παρουσία των είναι σαφής απόδειξι, ότι η Θεία Χάρις, η οποία μάς εκάλεσε και μάς έβαλε μέσα στον δρόμο της γνώσεως, ευρίσκεται αυτή την ώρα μαζί μας και μάς ερεθίζει για το βραβείο της προαγωγής. Τί χρειαζόμεθα τώρα; Καρτερία και υπομονή. Περισσότερο όμως η καρτερία και η υπομονή μας θα γιγαντώνεται, όταν το θέμα του πειρασμού, οποιουδήποτε πειρασμού, άγεται προς το θέμα της αγάπης του πλησίον μας. Εκεί θα είναι περισσότερο η προσοχή μας. Γιατί η αποκαλυφθείσα αλήθεια, «η Καινή Κτίσις», ο Ιησούς μας, αφού μάς απέδειξε με όλη την λεπτομέρεια τον τρόπο της καταγωγής μας, τον τρόπο της σχέσεώς μας μετά του Θεού και τανάπαλιν, απεφάσισε να μάς πή και μία καινή εντολή, «Εντολή καινήν δίδωμι υμίν, ίνα αγαπάτε αλλήλους» (Ιωάν. 13,34). Και όπως γνωρίζετε, από τις ερμηνείες των Πατέρων μας, «εκ του πλησίον ημών εστίν η σωτηρία». Υπερτονίζουν οι Πατέρες ότι η εντολή της αγάπης είναι το κεφάλαιο όλων των αρετών και εντολών. Δεν είναι μία ελεύθερη αρετή, την οποία κατά βούλησι κανείς κατεργάζεται. Για μάς είναι καθήκο, γιατί αυτό είναι το έμβλημά μας, είναι το ένσημό μας, πού αποδεικνύει από πού καταγόμεθα και πού κατευθύνεται ο δρόμος μας. Γι αυτό να είστε προσεκτικοί. Κάθε εντολή πού προήλθε από το στόμα του Θεού, για μάς είναι δόγμα.
Αλλά η εντολή της αγάπης, είναι κάτι παραπάνω. Γιατί, βλέπετε, ότι Αυτός Ούτος ο Ιησούς μας, πού είναι το κέντρο της αγάπης μας, ονομάζεται καθ αυτό Αυτοαγάπη. «Ο Θεός αγάπη εστι και ο μένων εν τη αγάπη, εν τώ Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (Α´ Ιωάν. 4,16).
Ιδού λοιπόν. Εάν θέλωμε να «μείνωμε εν τώ Θεώ και να μείνη ο Θεός εν ημίν», δεν υπάρχει άλλος τρόπος και άλλος δρόμος από το νόημα της αγάπης. Γι αυτό να μην είστε πρόχειροι μέσα στον δαίδαλο των παρεξηγήσεων, πού είναι το ευχερέστερο εργαλείο του σατανά, για να προκαλή συγκρούσεις και διαφωνίες. Εκεί να εντείνετε την προσοχή σας. Προκειμένου να πληγώσετε την αγάπη, καλύτερα να διαρρήξετε ο,τιδήποτε ευρίσκεται μπροστά σας. Κατά την γνώμη των Πατέρων, εκείνος ο οποίος πταίει στην αγάπη, είναι όμοιος με τον δούλο εκείνο πού εράπισε στην παρειά τον Ιησού.
Δεν εννοούμε, ότι δήθεν μόνο με την αγάπη, με μόνο μία λέξι, προδιαγράφαμε και χαρακτηρίζομε την χριστιανική μας ζωή. Γιατί η αγάπη είναι αποτέλεσμα. Μαζί με την προσοχή μας στη φυλακή πασών των εντολών, περισσότερο στρέφεται το ενδιαφέρο μας εις αυτό τον δεσμό. Γιατί, αν τούτο κρατήσωμε, να είσθε βέβαιοι, ότι εξουδετερώνεται ο σατανάς. Είναι ο «σύνδεσμος της τελειότητας».
Όλοι οι πειρασμοί, όταν επικρατήσουν, πράγματι μάς βλάπτουν και μάς φράζουν τον δρόμο. Ένα έχουν σκοπό· να διαβρώσουν την αγάπη. Ο σατανάς πλάθει υποθέσεις και γεγονότα πού στην ουσία είναι ανύπαρκτα και συγχίζει τον νου του ανθρώπου, πού τον βρίσκει είτε στην κόπωσί του, είτε στην αδυναμία του, είτε στην συστολή της Χάριτος· και προσπαθεί να τον πείση να πιστέψη στις παρεξηγήσεις και να αρχίση να μέμφεται, να πονηρεύεται, να υπονοή, να κατηγορή, να υποψιάζεται κατά του άλλου και έτσι χαλαρώνει τον δεσμό της αγάπης πού μάς οδηγεί στην τελειότητα.
Το ότι είμεθα πιστοί, αυτό δεν είναι τυχαίο, για μάς ιδίως τους μοναχούς. Εμεσολάβησε προσωπικά η ενέργεια της Μακαρίας Θεότητος. Κοιτάξετε τί λέει ο Ιησούς μας. «Ουδείς δύναται ελθείν προς με, εάν μή ο Πατήρ ο πέμψας με ελκύση αυτόν» (Ιωάν. 6,44). Δεν είπε ουδείς έρχεται προς με, εάν μή ο Πατήρ μου καλέση αυτόν. Διότι κλήσι γίνεται και από μακριά, με την φωνή, με ένα σύνθημα, με ένα νεύμα, με κάποιο άλλο μέσο. Εδώ δεν είναι έτσι. Είναι έλξι. Δηλαδή λέει ο Ιησούς μας, δεν ήλθετε σε μένα, αλλά ο Πατήρ μου πρώτος σάς τράβηξε, σάς ήλκυσε και σάς έφερε κοντά μου. Να η ενέργεια του Πατρός. Και πάλι λέει. «Ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μή δι εμού» (Ιωάν. 14,6). Διότι «Εγώ ειμί η οδός, η Θύρα και η ζωή». Να η δευτέρα ενέργεια του δευτέρου προσώπου. Και «ουδείς» λέει ο Παύλος «δύναται ειπείν Κύριον Ιησούν, ει μή εν Πνεύματι Αγίω» (Α´ Κορ. 12,3).
Και το ότι εμείς σήμερα ευρισκόμεθα μέσα στην οσμή της γνώσεως του Θεού, αυτό πλέον είναι απόδειξι – δεν είναι ένδειξι, δεν είναι σύμβολο, δεν είναι σημείο – ότι ενήργησε η Μακαρία Θεότης μέσα στην παναγάπη Της. Γιατί ο Θεός δεν κάνει λάθη και τα χαρίσματά Του είναι αμεταμέλητα. Είδατε τότε στην δημιουργία, όταν εβουλήθη ο Θεός να κατασκευάση την κτίσι, με πόση αρμονία και θεοπρεπή σύνεσι ετέθησαν τα πάντα, ούτως ώστε να είναι λίαν καλώς; Και στην κατασκευή του ανθρώπου, προετοίμασε τα πάντα – φώς, γήν, θάλασσα, εφύτευσε τον παράδεισο – και μετά έκανε αυτόν διά τον οποίο «τά πάντα εγεννήθησαν».
Το ίδιο και τώρα στην ανάπλασι και κάτι παραπάνω, διότι έχομε «περίσσειαν Χάριτος», κατά τον Παύλο. Ναί, γιατί αυτή την ώρα δεν «είπε και εγεννήθησαν», ο Μονογενής Λόγος του Θεού, αλλά ήλθε προσωπικά και εφόρεσε την ιδική μας φύσι και εβάδισε μαζί μας, ανέβηκε στον Σταυρό και με τα ημαγμένα Του δάκτυλα εσφράγισε την σωτηρία και κατέστρεψε την παγκόσμιο αμαρτία και συνέτριψε τον σατανά. Ανοιξε τον παράδεισο και εκαυχήθη ότι «θέλω, ίνα όπου ειμί εγώ, κακείνοι ώσι μετ εμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν» (Ιωάν. 17, 24). Αυτά συγκλονίζουν. Αυτές είναι θέσεις, δεν είναι διηγήματα. Είναι η Επαγγελία του Πατρός, με λίγα λόγια, η κληρονομιά μας. Και όλα αυτά επιτυγχάνονται με την πίστι.
Κρατούντες αυτή την πίστι, ότι μάς εκάλεσε ο Θεός, δεν αμφιβάλλαμε πλέον, δεν διερωτώμεθα. Εκείνο το οποίο φοβούμεθα και στενάζαμε είναι μήπως νυστάξωμε και γελαστούμε και αντί να βαδίζωμε προς ανατολάς, πού είναι η κατευθύνουσα οδός, γυρίσωμε προς δυσμάς, με την ιδική μας ραθυμία. Αυτός είναι ο φόβος μας, μήπως ραθυμήσωμε, μήπως ξεχαστούμε. Αλλά πάλι και τούτα είναι έωλα, γιατί λέμε, πώς είναι δυνατό να γίνη αυτό, αφού ο Θεός, εγνώριζε από πριν ότι είμεθα αδύνατοι και πάλι δεν απεποιήθη της αγάπης Του, να καλέση και εμάς, «τά μωρά και ασθενή και τα εξουθενημένα και τα μή όντα» (Α´ Κορινθ. 1,27-28). Η εορτή των Προπατόρων, πράγματι μάς συγκινεί. Όπως εκάλεσε αυτούς ο Θεός και τον ακολούθησαν και εβάστασαν με τον τρόπο τους τον Σταυρό τους και επέτυχαν των επαγγελιών, έτσι και εις εμάς έγινε κάτι πιο σπουδαίο. Γιατί εις εμάς υπάρχει όχι η προσδοκία, αλλά η απόδειξι του παρόντος και του μέλλοντος, πού κατέχαμε διά της πίστεως προς τον Ιησού μας και διά της αποδείξεως της αγάπης Του και της Χάριτός Του, πού ενεργεί μέσα στις ψυχές μας. Με αυτά ας ετοιμαζόμεθα να προσκυνήσωμε και την εορτή της γεννήσεώς Του και να εορτάσωμε την ιδική μας αναγέννησι. Αμήν.
Τέλος & τώ Θεώ δόξα
Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ, Αθωνικά μηνύματα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά,Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1999.

Το ίδιον θέλημα και η υπακοή (Μνήμη του Αγίου Ευθυμίου)

Το ίδιον θέλημα και η υπακοή (Μνήμη του Αγίου Ευθυμίου)

20 Ιανουαρίου 2014
Οι αναγνώσεις των βίων δυο κορυφαίων Πατέρων, του Αγίου Παχωμίου και του Μεγάλου Ευθυμίου, μάς δίδουν αφορμή να σχολιάσωμε θέματα πού αφορούν το πρακτικό μας καθήκο. Θα ήθελα να σάς υπενθυμίσω ότι το Άγιο Όρος έχει σχέσι με τον Άγιο Ευθύμιο και γενικά με τους αγιοσαββίτες μοναχούς. Από αυτούς παρέλαβε η μονή Στουδίου το τυπικό της και το ίδιο τυπικό μετέφερε στον Αθωνα ο ιδρυτής της κοινοβιακής μορφής του μοναχισμού Άγιος Αθανάσιος, το οποίο και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα. Εκείνο πού έχει σημασία να προσέξωμε στον βίο και των δυο Πατέρων, είναι το ότι μάς συνιστούν την ακρίβεια της συνειδήσεως του πρακτικού μας καθήκοντος και ιδιαίτερα την αποφυγή του «ιδίου θελήματος».
Το θέλημα γίνεται με πολλούς τρόπους, αλλά οι κεντρικοί είναι δύο. Το ένα είναι το «εκ δεξιών». Χάριν δήθεν ευλαβείας κάνει κάποιος το θέλημά του. Το άλλο είναι το «εξ αριστερών». Χάριν της φιλαυτίας κάνει πάλι το θέλημά του. Και τα δυο είναι ολέθρια. Πιο επικίνδυνο όμως είναι το «εκ δεξιών». Το «εξ αριστερών» είναι καταφανές. Εκείνος πού κάνει το θέλημά του για ηδυπάθεια, έχει μαζί και την εντροπή. Εκείνος όμως πού κάνει το θέλημά του από τα δεξιά, είναι σχεδόν ανίατος, διότι είναι δύσκολο να τον πείσης ότι σφάλλει, καθ ην στιγμή στηρίζεται στο καύχημα ότι ευσεβεί, ότι αγωνίζεται. Είδατε στον βίο του Αγίου Παχωμίου τον αδελφό πού έκανε ιδιορυθμία εκ δεξιών;
Ποιό είναι το νόημα του «εκ δεξιών» θελήματος; Ότι με τον αγώνα του ο άνθρωπος, κερδίζει την σωτηρία. Όπως όμως τόσες φορές ετονίσαμε, η σωτηρία δεν είναι αποτέλεσμα συναλλαγής. Ο Θεός δεν είναι σαν κάποιος δεσπότης πού επιδιώκει να πάρη κάτι από αυτούς πού εξουσιάζει, και αν δεν του τα δώσουν οι υποτελείς, τότε φυσικά τους αποκληρώνει. Αυτά είναι γελοία και βλάσφημα και μόνο να τα σκεφθή κανείς.
Η σχέσι του Θεού προς εμάς είναι πατρική και η ιδική μας προς Αυτόν υιική. Είναι σχέσι απολύτου πατρότητας και υιότητος. Επομένως δεν μάς σώζουν τα έργα μας. Εκείνο πού μάς σώζει είναι η αγάπη του Θεού Πατρός, η οποία ξεχύνεται στα αγαπητά του τέκνα, εάν αποδείξουν πρακτικά με την βιοτή τους, την υιική τους θέσι προς Αυτόν. Η προσπάθεια πού καταβάλλομε στο να πειθαρχούμε στο θέλημα του Θεού, αυτό το νόημα έχει. Δεν κάνομε έργα για να συγκεντρώσωμε ποσοστά, μέσω των οποίων θα εξαναγκάσωμε τον Θεό να μάς δώση αυτά πού μάς ανήκουν. Αυτά τα πιστεύουν οι Ιουδαίοι του Νόμου και οι αιρετικοί της Δύσεως.
Προσέξατε ότι ο αδελφός αγωνιζόταν εντατικά, εγκρατευόταν και έκανε περισσότερο αγώνα. Έπρεπε να είχε περισσότερο μισθό. Και όμως ο Θεός δεν τον αναγνώρισε και αντί να κερδίση περισσότερη Χάρι όπως επίστευε, εδαιμονίσθη και ο Άγιος διά της προσευχής του τον ελευθέρωσε.
Το ίδιο βλέπομε και στον βίο του Αγίου Ευθυμίου. Ένας από τους μαθητάς του ήτο υψηλός και δυνατός άνθρωπος. Το κοινόβιο εχρειάζετο την συνδρομή του για την μεταφορά αναγκαίων πραγμάτων. Επειδή καταγόταν από την ύπαιθρο και εγνώριζε από πρακτικές εργασίες, ήτο κατάλληλος και ικανός για την υπηρεσία αυτή. Ο Άγιος τον εκάλεσε και του είπε ότι τον εψήφισε γι αυτό το διακόνημα. Αυτός αντιδρούσε και πρόβαλλε: «Δεν ημπορώ να το κάνω αυτό, Γέροντα. Αν με βάλετε σε αυτό το διακόνημα, θα πηγαινοέρχομαι εδώ και εκεί και θα παραλείπω την ακολουθία μου και την λοιπή τάξι και έτσι δεν θα ημπορέσω να κρατηθώ». Χρησιμοποιούσε την ιδική του ασθενή λογική, την λογική της συναλλαγής και όχι την λογική της πίστεως. Ο Άγιος Ευθύμιος τον επαρηγόρησε. «Όχι τέκνο, δεν θα σου συμβή αυτό. Εμείς οι οποίοι σε εψηφίσαμε στην θέσι αυτή, γνωρίζομε καλά τί κάνομε και θα προσευχηθούμε και δεν θα γίνη αυτό πού λέγεις, αντιθέτως θα ωφεληθής πολύ από την διακονία αυτή».
Αυτός πάλι δεν εδέχθη να υποταχθή, παραμένοντας στην ασθενή του γνώσι και στο ότι αν φύγη από την γραμμή των Πατέρων και ασχοληθή με εργασία πολυσχιδή και πολυμέριμνο, δήθεν θα εχάνετο. Τότε του λέγει ο Άγιος: «Εμείς τέκνο, καθώς σε ωφελούσε σου παραγγείλαμε. Εσύ όμως εφ όσον θα κάμης αυτό πού θέλεις, πρόσεξε καλά, όταν θα τρύγησης τους καρπούς να μην μάς αιτιάσαι». Δεν πρόλαβε να τελείωση ο απόηχος της φωνής του Γέροντος και εισέρχεται μέσα του ο δαίμονας. Τον ρίχνει κάτω και αρχίζει να σπαράζη και να αφρίζη και να κάνη εκείνα τα οποία δίδει ο διάβολος στους ιδικούς του. Κατόπιν παρακλήσεως και των άλλων Πατέρων, ο Άγιος τον εθεράπευσε. Μόλις συνήλθε, πήγε στο διακόνημά του, στο οποίο και διέπρεψε.
Είναι ευχάριστο πού ευρίσκαμε τέτοια παραδείγματα στους βίους των Πατέρων μας, γιατί αυτά ακριβώς απασχολούν και εμάς. Αυτοί οι λογισμοί πάντοτε ενοχλούν και απασχολούν τον μοναχό. Και ο λόγος του Γέροντος μένει σαν μία γυμνή συμβουλή την οποία θέτετε σε αμφιβολία. «Αρα γε μάς τα λέγει καλά ή διότι τον συμφέρει τα προβάλλει έτσι;» Ευτυχώς πού οι Πατέρες μας δεν παρέλειψαν να περιγράψουν με λεπτομέρεια τα συμπτώματα, τις αφορμές και τις εικόνες των πραγμάτων για να παραδειγματιζόμεθα.
Κοιτάξετε τώρα τις σχέσεις πατρικής στοργής και υικής αγάπης. Φέρομεν ως παράδειγμα μίαν οικογένεια ιδανική. Πώς διάκειται ο πατέρας προς τα παιδιά του, στα οποία έχει δώσει καλή ανατροφή και πώς τανάπαλιν διάκηνται αυτά προς αυτόν; Έχετε μίαν αμυδράν εικόνα από αυτό. Αν δεν την είδατε προσωπικά ο καθένας σάς, την έχετε ιδεί δίπλα σας ή την ακούσατε. Εκεί υπάρχει σαν σύνδεσμος η αγάπη, η ευωδιά της Χάριτος, πού απορρέει από την παναγάπη του Θεού. Ο Θεός δεν είναι ο έχων ή ο πηγάζων αγάπη. Είναι ο Ίδιος αγάπη. Ο Ιωάννης, ο μέγας κλειδούχος των βαθυτάτων μυστηρίων, ονομάζει και βροντοφωνεί «ο Θεός Αγάπη εστί» (Α´ Ιωάν. 4.8). Δεν λέγει, ο Θεός καλείται αγάπη, έχει αγάπη, πηγάζει αγάπη, αλλά «ο Θεός αγάπη εστι». Είναι η απόλυτος αυτοαγάπη και «ο μένων εν τη Αγάπη εν τώ Θεώ μένει και ο Θεός εν Αυτώ» (Α´ Ιωάν. 4.16). Αν ξεκινούμε λοιπόν από την θέσι αυτή, οι σχέσεις μας είναι καθαρώς αγαπητικές. Υποτασσόμεθα στον Θεό όχι γιατί τον φοβούμεθα, αλλά γιατί τον αγαπούμε. Ανταποκρινόμενα στην αγάπη του, διότι πρώτος Αυτός «ηγάπησε ημάς».
Αρα η υπακοή είναι πραγματικό δείγμα της αληθινής αγάπης. Στην υπακοή και μόνο γίνεται η διαπίστωσι της πραγματικής αγάπης. Βλέπετε μόνοι σας ότι, όταν αγαπάτε κάποιον, πόσο είσθε έτοιμοι και τον προκαλείτε να εκδηλώση το θέλημά του, για να το εφαρμόσετε αμέσως. Και τότε ευρίσκετε ανάπαυσι. Η υπακοή, ένας από τους βασικούς θεσμούς της μοναστικής μας ιδιότητος, δεν είναι τίποτε άλλο παρά πρακτική αγάπη. Επειδή τον Θεό δεν είναι δυνατό να τον ιδούμε με τα αισθητήρια του κόσμου τούτου, αντί Αυτού έχομε την Εκκλησία, έχομε τους Πατέρες. «Ο ακούων υμών εμού ακούει, και ο αθετών υμάς εμέ αθετεί, ο δε εμέ αθετών αθετεί τον αποστείλαντά με», λέγει ο Ιησούς μας (Λουκ. 10,16).
Το ενδιαφέρο μας είναι πώς να αναπαύσωμε αυτόν από τον οποίο εξαρτώμεθα. Η όλη εξάρτησί μας από τον πνευματικό μας πατέρα, τον Γέροντα, έχει ως θεμέλιο και βάσι την προς τον Θεό αγάπη μας. Ο υποτακτικός πάντοτε έχει μπροστά του ως παράδειγμα τον Ιησού μας, ο οποίος έγινε «υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού» (Φιλιπ. 2,8). Η ιδική μας εξάρτησι και υποταγή, τις περισσότερες φορές είναι αναγκαία, διότι την προβάλλει η φύσι, η θέσι, η περίστασι, τα πρόσωπα, τα πράγματα. Στον Θεό Λόγο ποιό από όλα αυτά υπήρχε για να υποταχθή στον Θεό Πατέρα; «Μηδέν ων ήττον της πατρικής μεγαλωσύνης», έγινε το απόλυτο παράδειγμα της υποταγής και υπακοής σε όλα τα κτιστά όντα, για να μάθωμε εμείς, πού με την ανταρσία και τον «ετσιθελιτισμό» εξοριστήκαμε από την αιωνιότητα και την ζωή, ότι μόνο από αυτή την πόρτα θα επιστρέψωμε. Υπεδύθη ο Κύριός μας τον ρολό του απολύτου υποτακτικού όχι για μία στιγμή, αλλά σε ολόκληρο την παρουσία Του μαζί μας. Και όπως προφητικά απεκαλύφθη, «Εγώ δέ, ουκ απειθώ, ουδέ αντιλέγω» (Ησ. 50,5).

Αλλά ακόμα και εκεί πού θα ημπορούσε να πή κανείς ότι εδικαιούτο να προβάλη την αντίστασί Του, ή την δικαιολογία, δεν το έκανε, αλλά «τόν νώτον αυτού έδωκεν εις μάστιγας το δε πρόσωπον αυτού ουκ απέστρεψεν από αισχύνης εμπτυσμάτων» (Ησ. 50,6). Όλα αυτά μάς βοηθούν να καταλάβουμε το νόημα της εξαρτήσεως και της υπακοής. Διότι εάν δεν πιάσωμε αυτό το νόημα, μάτην κοπιώμεν.
Οφείλομε να είμεθα έτοιμοι, γιατί οι ημέρες πού έρχονται είναι πονηρές. «Έστωσαν αι οσφύες ημών περιεζωσμέναι» με την αυταπάρνησι και «οι λύχνοι καιόμενοι», με τον ζήλο πού θα ανάψη μέσα μας η θεία Χάρις, όταν εμείς δείξωμε την πρόθεσί μας κατά αυτό τον τρόπο. Καμμιά αφορμή να μην μάς ξεφύγη να αποδείξωμε με την όλη διαγωγή μας ότι πιστεύομε σωστά και αγαπούμε γνήσια τον Χριστό μας και χάριν αυτών των δυο κινούμεθα και δεν μάς ενδιαφέρει τίποτε, ούτε τίποτε υπολογίζομε, διότι τίποτε στον κόσμο αυτό δεν έχομε.
Γι αυτό εξήλθαμε του κόσμου, για να γίνωμε «νεκροί τώ κοσμώ» κατά το προφητικό, «εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε και ακαθάρτου μή «άπτεσθε» και τότε «εισδέξομαι υμάς και έσομαι υμίν εις πατέρα και έσεσθέ μοι εις υιούς και θυγατέρας, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ» (Κορινθ. 6,17-18).
Η μνήμη του μεγάλου φωστήρας Ευθυμίου, πού είναι καθηγητής των μοναχών, να μάς εύρη με γενναίες αποφάσεις και με σωστή τοποθέτησι των πραγμάτων, ούτως ώστε και η πρεσβεία των Πατέρων μας, να γίνη για μάς καρποφόρος, γιατί «πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη» (Ιάκ. 5,16). Αν λοιπόν κατά αυτό τον τρόπο ετοιμαστούμε, τότε θα είναι απόλυτα ενεργούμενη η δέησι των Πατέρων μας. «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω» (Αποκ. 3.20), λέγει ο Ιησούς μας. Και όστις μου ανοίξει, «εισελεύσομαι και δειπνήσω μετ αυτού»· και όποιος δεν μου ανοίξει θα φύγω και θα κτυπήσω άλλη πόρτα. Να φροντίσωμε όχι μόνο να εύρη την πόρτα μας έτοιμη, αλλά προκαταβολικά ανοικτή, για να μην χρειαστή καν να κτυπήση, αλλά να εισέλθη κατ ευθείαν. Αμήν.
Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ, Διδαχές από τον Άθωνα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 8, γ’ Έκδοσις, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονή του Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1999

Μνήμη γ. Εφραίμ Κατουνακιώτη

Μνήμη γ. Εφραίμ Κατουνακιώτη

27 Φεβρουαρίου 2014
Συμπληρώνεται σήμερα, 14/27 Φεβρουαρίου, μία δεκαεξαετία όλη από την οσιακή κοιίμηση του χαρισματικού γέροντα Εφραίμ Κατουνακιώτη (1912-1998). Τιμώντας τη μνήμη του, παραθέτουμε στη συνέχεια ένα απόσπασμα από τις διδαχές του σχετικά με την αξία των θλίψεων στη ζωή μας:
Oι θλίψεις, καλά είναι τα βάσανα, καλά είναι οι στενοχώριες, ξέρει ο Θεός γιατί τις δίνει. Γιατί έτσι περισσότερο πλησιάζουμε στον Θεό, με τις θλίψεις, με τα βάσανα. «Κύριε, εν θλίψει εμνήσθημέν Σου», λέει (Ησ. 26,16). Με τις θλίψεις πλησιάζουμε. Ο Θεός μας αφαιρεί τις θλίψεις; «Ο φεύγων πειρασμόν επωφελή, φεύγει ζωήν αιώνιον», λέει. Έτσι είναι. 
gerefraim
Γι’ αυτό ο άνθρωπος να μην απελπίζεται, να μην έρχεται σε απόγνωση για τη μια αποτυχία. Διότι δεν γνωρίζεις ποιο είναι το θέλημα του Θεού. Όταν το γνωρίσεις το θέλημα του Θεού, κάνεις υπομονή, αλλά το θέλημα του Θεού δεν είναι πάντοτε γλυκό, είναι και πικρό, είναι και πικρό! «Το ποτήριον, ου μη πίω αυτό;» λέει. «Δεν θα το πιω το ποτήρι, Πέτρο;» λέει. «Θα το πιω το ποτήρι», και τον ονόμασε και σατανά, «ύπαγε οπίσω μου, σατανά, το ποτήριον ο δέδωκε ο Πατήρ, ου μη πίω αυτό;» (Ιω. 18,11). Έτσι είναι. Ναι, αλλά διά μέσου του Σταυρού ήρθε η Ανάστασις. «Ιδού γαρ ήλθε δια του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω»· διά μέσου του Σταυρού.
Και ο άγιος Χρυσόστομος επαινεί τον Ιώβ όχι στον πρότερό του βίο, που ήταν ελεήμων. οικτίρμων, που ήταν φιλόξενος, που ήταν της προσευχής άνθρωπος, όχι. Την υπομονή που έκανε στη μεγάλη δοκιμασία που του παρεχώρησε ο Θεός, στον πειρασμό, στην ασθένειά του. Η ασθένεια αυτή έκζεμα ήταν, όλο το σώμα του τό ‘ξυνε κι έβγαζε ιχώρα, πύον έβγαζε. Εκεί επαινεί περισσότερο ο άγιος Χρυσόστομος τον Ιώβ. Αλλά «την υπομονήν Ιώβ ηκούσατε» (Ιακ. 5,11).
Εγώ σας έχω πει ότι κάποτε με πλησίασε μια Γερόντισσα εκεί και λέει:
-Θέλω να εξομολογηθώ.
-Μα εγώ δεν εξομολογώ τους καλογήρους, θα εξομολογήσω καλογριές;
-Όχι, θέλω να πω τον λογισμό μου, λέει.
-Ε, πες τον λογισμό σου.
Αφού είπε κι εκείνη τα βάσανά της -γιατί πάντα βάσανα θα σου πει, δεν θα σου πει χαρές- λέει: «Είδα σαν ένα όραμα, ότι πάνω σ’ ένα βουναλάκι καθόντουσαν οι Πατριάρχαι Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ. Και λέω:
-Οι Πατριάρχαι είσαστε;
-Ναι, λένε, Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ.
-Νά ‘ρθω κι εγώ εκεί;
-Έλα.
-Από πού νά ‘ρθω;
-Να, από ΄κει, απ’ τον δρόμο.
-Δεν βλέπω κανέναν δρόμο.
-Εκεί είναι, ψάξε να τον βρεις.
-Μα, δεν βλέπω δρόμο.
-Ψαξε, βρε ευλογημένη, ψάξε και θα τον βρεις.
-Μα, αυτός ο δρόμος είναι δεκαπέντε πόντους, πώς θα περάσω; Όλο αγριοπούρναρα και αγκάθια. Θα σχίσω τα φορέματά μου, θα ματώσω τα ποδάρια μου.
-Α, κι εμείς από ‘κει περάσαμε και ήρθαμε εδώ πάνω.»
Το πράγμα θέλει να πει ότι διά μέσου των θλίψεων, δια μέσου των στενοχωριών, διά μέσου του αίματος, ο άνθρωπος θ’ ανέβει στον ουρανό. Με αμεριμνία και με άνεση, με αυτοκίνητο δεν πάμε, πάτερ, στον Παράδεισο. Θα δώσεις αίμα, να πάρεις πνεύμα.
Έξω αυτή η Γερόντισσα, να πούμε, δεν αναφέρω τ’ όνομά της. Καρκίνο, εγχειρήσεις, τούτο, εκείνο, αυτό κι όμως προσευχομένη είδε την Παναγία στο θρόνο της. «Περάστε οι όσιοι», λέει. Όλοι οι όσιοι πέρασαν μπροστά σαν παρέλαση, στην Παναγία. «Περάστε οι μεγαλομάρτυρες».
Αυτή καθότανε εκεί, Γερόντισσα ήταν, Ηγουμένη. Και στο τέλος πήγε, έβαλε μετάνοια φίλησε το χέρι της Παναγίας, ήταν ένα βελούδο! Και η Παναγία της είπε: «Υπομονή, υπομονή, υπομονή», και ξύπνησε, να πούμε. Δηλαδή αν θέλεις να είσαι μαθήτρια και μαθητής του Χριστού, θ’ ανέβεις κι εσύ απάνω στο Σταυρό.
Απαλλαγή κανένας Άγιος δεν εζήτησε από τον Θεό. Υπομονή να χαρίσει. Αν κάνεις υπομονή θά ‘χεις και λιγάκι μισθό, αν θά ‘χεις απαλλαγή, δεν έχεις τίποτες, μισθό δεν έχεις.
Εγώ είχα μια ξαδέρφη, η οποία έπαθε το μυαλό της και υπέφερε, να πούμε. Περίπου μετά από είκοσι χρόνια πέθανε. Πιστεύσατέ με, την είδα μέσα στα τάγματα των αγγέλων· μαζί με τους αγγέλους υμνολογούσε την Αγία Τριάδα! Ακούτε; Λίγη υπομονή που έκανε στη λύπη, στη θλίψη. Δεν μπορούσε, είχε έτσι σαν μια παραλυσία και δεν μπορούσε ούτε τον εαυτό της να περιποιηθεί. Και εν τούτοις όμως την υπομονή που έκανε σ’ αυτόν τον πειρασμό, που τον έδωσε ο Θεός βέβαια, και που την αξίωσε ο Θεός! Μέσα στα αγγελικά τάγματα, μέσα κι αυτή. Βρε, Βασιλική, λέω, τέτοια δόξα ηξιώθη! Υμνολογούσε μαζί με τους αγγέλους την Αγία Τριάδα.

Οι πρώτοι φωτογράφοι του Αγίου Όρους


Οι πρώτοι φωτογράφοι του Αγίου Όρους

27 Φεβρουαρίου 2014
Όταν στις 19 Αυγούστου του 1839 ο Fransois Arago ανακοίνωσε στην Ακαδημία των επιστημών και καλών τεχνών στο Παρίσι την εφεύρεση της νταγγεροτυπίας τόνισε την ιδιαίτερη σημασία της φωτογραφικής τεχνικής στην αρχαιολογία αλλά και στις τέχνες γενικότερα. Δεν είναι τυχαίο που τρία χρόνια αργότερα, ο Καναδός  Joly de Lotdiniere πραγματοποίησε τις πρώτες λήψεις της Ακρόπολης.
Η Ελλάδα και ιδιαίτερα το Άγιον Όρος ως ένας ενδιάμεσος σταθμός του μεγάλου ταξιδιού προς  τις χώρες του Ανατέλλοντος Ηλίου ήταν ένας προορισμός που προσέλκυσε το φωτογραφικό φακό. Μέχρι τα τέλη του 19ου αι. τα ταξίδια προς το Άγιον Όρος και τη Θεσσαλονίκη διεξάγονταν συχνά ακτοπλοϊκώς από τη Μασσαλία και την Κωνσταντινούπολη.
DSC00488
Εδώ πρέπει να επισημαίνουμε ότι η νέα τεχνική της φωτογραφίας είχε διαφοροποιήσει σε μεγάλο βαθμό τη γενικότερη πρόσληψη του εξωτερικού κόσμου στη διάρκεια του 19ου αιώνα. Η ανυπέρβλητη αίσθηση ρεαλισμού και αδιάψευστης αλήθειας των φωτογραφικών λήψεων υποκαθιστούσε συχνά ακόμα και το βίωμα του ίδιου του ταξιδιού. Έως και τις αρχές του 20ού αιώνα, το φωτογραφικό άλμπουμ έπαιζε έναν σημαντικό ρόλο στο «εικονικό ταξίδι» των επιστημόνων, καλλιτεχνών, περιηγητών και τουριστών που επισκέπτονταν το Άγιον Όρος και τη Θεσσαλονίκη.
Παράλληλα είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι η διάδοση της φωτογραφίας στην Ελλάδα «έγραψε» μία από τις σημαντικότερες σελίδες της ιστορίας της στην Αθωνική Χερσόνησο. Οι πρώτοι που πραγματοποίησαν φωτογραφικές λήψεις στο Άγιον Όρος ήταν ο Γάλλος μηχανικός Ernest Caranza, επίσημος φωτογράφος του Σουλτάνου το 1854, και ο Ρώσος κόμης Pierre de Sebastastioanoff περίπου στα 1857.
DSC00491
Γύρω στα 1870 ιδρύθηκαν στο Άγιον Όρος φωτογραφικά εργαστήρια, όπως αυτό της Ιεράς Μονής του Αγίου Παντελεήμονος, του Βενιαμίν Κοντράκη και αργότερα του Ιερομονάχου Στέφανου στις Καρυές. Να υπενθυμίσουμε ότι, μέχρι αυτή την περίοδο, οι μεγάλοι χρόνοι λήψης και ο βαρύς εξοπλισμός της τεχνικής οριοθετούσε και δυσχέραινε τις εικονογραφικές λήψεις σε στατικά θέματα, όπως τα μνημεία, δίπλα στα οποία τοποθετούσαν συχνά ανθρώπινες παρουσίες για συσχετισμό κλίμακας. Μόνο μετά τα 1880, η μεγάλη τομή ή «επανάσταση», που επέφερε η ανακάλυψη της φωτοευαίσθητης επιφάνειας του ζελατινο-βρωμιούχου αργύρου, είχε ως συνέπεια σημαντικές βελτιώσεις στην ιστορία του μέσου: ελάττωση του χρόνου λήψης (ενσταντανέ), απλούστευση της χρήσης και δυνατότητα αποτύπωσης της κίνησης (που οδήγησε τελικά στην εγγραφή τηw κινηματογραφικής εικόνας).
DSC00503
Με αυτήν την «εκ δημοκρατικοποίηση» του φωτογραφικού μέσου την ευρύτερη πρόσβαση, όλο και περισσότερο ερασιτέχνες ταξιδιώτες, επιστήμονες και καλλιτέχνες μυήθηκαν στη φωτογραφία Ένας από τους πρώτους που φαίνεται να αξιοποίησαν τις νέες τεχνικέ δυνατότητες του μέσου ήταν ο νεαρός Άγγλος συγγραφέας Athelstan Riley, τo 1883. Παράλληλα, συντελέστηκε ένα άνοιγμα και μια άνοδος στη εμπορευματοποίηση της φωτογραφίας με αποτέλεσμα να αυξηθούν τα φωτογραφικά ατελιέ και οι επαγγελματίες φωτογράφοι.
Βασίλειος Χάδος

Ρώσοι Νεομάρτυρες και ομολογητές: Άγνωστες μαρτυρίες αυταπάρνησης

Ρώσοι Νεομάρτυρες και ομολογητές: Άγνωστες μαρτυρίες αυταπάρνησης

27 Φεβρουαρίου 2014
Η γερόντισσα Βαρβάρα
Μεταφέρουμε και μια εμπειρία μας από επίσκεψή μας στη Βόρεια Ρωσία το 1994 με τους νέους του Κέντρου Νεότητος της Ι. Μητροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας.
Στην περιοχή της Καρελίας πριν την επανάσταση υπήρχαν πάνω από 600 εκκλησίες. Όλες γκρεμίστηκαν ή μετατράπηκαν από τους μπολσεβίκους σε θέατρα, αποθήκες, εργοστάσια κ.λπ.
per1
Στην πόλη Ολονέτς σώθηκε η μικρή εκκλησία του κοιμητηρίου. Και αυτό χάρη στην αντίσταση μιας γυναίκας. Θελήσαμε να τη γνωρίσουμε. Την επισκεφθήκαμε στο φτωχικό σπιτάκι της. Ηλικιωμένη πλέον, πλησίαζε τα 100 χρόνια της, μας διηγήθηκε την ιστορία της.
Το 1925, όταν οι μπολσεβίκοι θέλησαν να γκρεμίσουν την εκκλησία, το έμαθε και έτρεξε εκεί. Μπήκε μέσα στην εκκλησία και παρά τις απειλές δεν έβγαινε. Οι εχθροί της πίστης είτε από φόβο είτε από σεβασμό, δεν τόλμησαν να την ενοχλήσουν. Περίμεναν ότι θα βγει μετά από λίγες μέρες. Η γυναίκα αυτή ήταν τότε περίπου 25 χρονών. Έμεινε μέσα στην εκκλησία 15 χρόνια. Την περιποιόταν, τη φρόντιζε κ.λπ. ενώ οι πιστοί κρυφά της προμήθευαν τα τρόφιμα. Το κρύο στην περιοχή φτάνει και 40 βαθμούς υπό το μηδέν. Όμως η γενναία ψυχή τα υπέμεινε όλα. Με την έναρξη του πολέμου, όταν χαλάρωσε ο διωγμός, έφυγε και πήγε σπίτι της.
Το 1961 με τους διωγμούς του Χρουστσώφ οι αρχές της πόλης αποφάσισαν πάλι να γκρεμίσουν την εκκλησία. Η γυναίκα αυτή μόλις το πληροφορήθηκε, έτρεξε πάλι στην εκκλησία. Αυτή τη φορά έμεινε μέσα 10 χρόνια! Η εκκλησία, χάρη στην αυτοθυσία της, σώθηκε. Όταν κατάλαβε ότι η εκκλησία δεν κινδυνεύει πλέον, επέστρεψε σπίτι της. Θέλησε όμως να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στον Κύριο. Έτσι ντύθηκε το μοναχικό σχήμα και πήρε το όνομα Βαρβάρα. Επειδή τα μοναστήρια είχαν κλείσει, μόναζε στο φτωχικό σπιτάκι της εκτελώντας τα μοναχικά καθήκοντά της. Το 1996 κοιμήθηκε, έχοντας περάσει συνολικά 25 χρόνια, δηλαδή το ¼ της ζωής της μέσα σε ένα μικρό ναό. Στην περιοχή όλοι μιλούν με συγκίνηση για την απλή αυτή γυναίκα που τόλμησε να τα βάλει με μια υπερδύναμη. Αντιστάθηκε και με τη χάρη του Θεού νίκησε. «Τα ασθενή του κόσμου εξελέξατο ο Θεός, ίνα καταισχύνη τα ισχυρά».
* * *
«Φοβερόν το εμπεσείν εις χείρα Θεού ζώντος»
Πολλές φορές οι διώκτες αντιμετώπιζαν επί τόπου την τιμωρία από το Θεό, όπως ο Οφνεί και Φινεές στην Παλαιά Διαθήκη και ο Ιεφωνίας που προσπάθησε να βεβηλώσει το αγιασμένο σκήνωμα της Θεοτόκου. Στο ναό των Αγίων Αναργύρων του Καζάν κάποια μέρα μπήκαν δύο στρατιώτες, οι οποίοι μόλις είχαν γυρίσει από το μέτωπο του Α’ παγκοσμίου πολέμου. Ο ένας έκανε με ευλάβεια το σταυρό του και προσκύνησε τον εσταυρωμένο, ευχαριστώντας τον Κύριο που τον διαφύλαξε και επέστρεψε σώος στην πατρίδα του. Ο άλλος άρχισε να γελάει και του είπε ειρωνικά:
-Γιατί κάνεις αυτή την κίνηση με τα χέρια σου; Αυτό δεν χρειάζεται στον εσταυρωμένο. Εγώ ξέρω τί χρειάζεται να του δώσουμε. Να του δώσουμε ένα τσιγάρο.
Έβγαλε ένα τσιγάρο και το πρόσφερε στον εσταυρωμένο. «Ικανοποιημένος» από το κατόρθωμά του γύρισε σπίτι του. Σε λίγο τον κατέλαβαν φρικτοί πόνοι σ’ όλο το σώμα του. Οι δυνάμεις του άρχισαν να τον εγκαταλείπουν. Ένιωσε ότι πεθαίνει και ζήτησε να του φέρουν τον ιερέα. Όταν ο ιερέας ήλθε, με δάκρυα στα μάτια ομολόγησε τη βλάσφημη πράξη λέγοντας:
-Πάτερ, σήμερα εγώ βλασφήμησα το Θεό και τώρα πεθαίνω. Σας παρακαλώ να προσεύχεστε για μένα, αν μπορείτε βέβαια να προσεύχεστε για έναν τόσο αμαρτωλό.
Αυτά ήταν και τα τελευταία του λόγια. Πέθανε μέσα σε οδυνηρούς πόνους, μπροστά στα έκπληκτα μάτια του ιερέα.
Σ’ ένα άλλο χωριό, ένας ακόμη στρατιώτης που γύρισε από το μέτωπο, επηρεασμένος από την νέα ιδεολογία, έγινε και αυτός προπαγανδιστής της αθεΐας. Μια μέρα συγκέντρωσε τους συγχωριανούς του και άρχισε να τους μιλάει ότι η πίστη είναι ξεπερασμένη υπόθεση και ότι οι ιερείς δεν χρειάζονται σε τίποτα. Μετά τη συγκέντρωση γύρισε στο σπίτι του και βρήκε νεκρή τη μητέρα του. Είχε πεθάνει την ώρα που μιλούσε κατά της Εκκλησίας. Συγκλονισμένος απ’ το γεγονός, σα να ξέχασε το πιστεύω του και τα αθεϊστικά επιχειρήματά του, έστειλε να ειδοποιήσουν τον ιερέα για να τελέσουν κανονικά την εκκλησιαστική κηδεία.
* * *
Η ελληνίδα μοναχή και ηγουμένη Μαργαρίτα
Η μοναχή Μαργαρίτα, ηγουμένη της Ι. Μονής Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στην πόλη Μενζελίνσκ, είχε ελληνική καταγωγή. Διακρινόταν για την εξαίρετη μόρφωσή της, τη σύνεση, αλλά και την αυστηρή ασκητική ζωή της. Οργάνωσε το μοναστήρι της κατά τα πρότυπα των παλιών μοναστηριών της Ελλάδος. Μια από τις μοναχές που επέζησε ως τις μέρες μας, η μοναχή Αλεφτίνα, τυφλή στα τελευταία της χρόνια, διέσωσε τις πληροφορίες που καταγράφουμε. Οι μοναχές, με την έμπνευση και καθοδήγηση της ηγουμένης Μαργαρίτας, ζούσαν αυστηρή μοναχική ζωή, τελώντας ανελλιπώς τις ακολουθίες και το μοναχικό τους κανόνα. Όλες εργάζονταν με πνεύμα θυσίας και πολύ φιλότιμο στα διακονήματά τους. Το μοναστήρι είχε πολλούς κήπους με οπωροφόρα δέντρα, λαχανόκηπους, χωράφια, μελίσσια κ.λπ.
Όπως θυμόταν η μοναχή Αλεφτίνα, όταν το Σεπτέμβριο του 1918 έφυγαν τα στρατεύματα των «λευκών» από το Καζάν και τις γύρω πόλεις, η ηγουμένη Μαργαρίτα, φοβούμενη τους μπολσεβίκους, αποφάσισε να φύγει προσωρινά μαζί με τους άλλους πρόσφυγες. Έφτασε μέχρι το λιμάνι του ποταμού, όπου οι πρόσφυγες επιβιβάζονταν στα ποταμόπλοια. Εκεί όμως εμφανίστηκε ο Άγιος Νικόλαος και της είπε.
-Γιατί φεύγεις από το στεφάνι που σε περιμένει;
Η ηγουμένη Μαργαρίτα συγκλονίστηκε. Αμέσως πήρε το δρόμο της επιστροφής. Γύρισε στο μοναστήρι και αμέσως κάλεσε έναν ιερέα. Πεπεισμένη πλέον ότι την περιμένει το μαρτύριο, παρακάλεσε τον ιερέα να ετοιμάσει το φέρετρο και τον τάφο της και αν μπορέσει να τη θάψει την ίδια μέρα. Ο ιερέας την άκουσε απορημένος.
Την επόμενη μέρα κατά τη διάρκεια της θείας Λειτουργίας, ομάδα επαναστατών μπήκαν στο καθολικό του μοναστηριού και τη συνέλαβαν. Η γερόντισσα Μαργαρίτα παρακάλεσε να την αφήσουν να κοινωνήσει. Οι επαναστάτες όμως δεν γνώριζαν τέτοιες ευγένειες. Την έσυραν στον έξω νάρθηκα και χωρίς άλλες εξηγήσεις την εκτέλεσαν ως αντεπαναστάτρια.
Οι μοναχές λυπημένες παρέλαβαν το σκήνωμά της, τέλεσαν τη νεκρώσιμη ακολουθία και την έθαψαν πίσω από το ιερό του καθολικού.
Την επόμενη ο ιερέας κατάλαβε τι σήμαινε αυτή η παράξενη παράκληση και επιμονή της ηγουμένης να τη θάψουν την ίδια μέρα. Οι μπολσεβίκοι έφεραν ένα μουσουλμάνο χότζα και τον εκτέλεσαν στο μοναστήρι. Ήθελαν, λοιπόν να τον θάψουν στον ίδιο τάφο με την ορθόδοξη μοναχή. Όμως δεν μπόρεσαν.
Αργότερα το μοναστήρι έκλεισε και ερήμωσε. Στη δεκαετία του ’70 συνέβη ένα θαυμαστό γεγονός. Όπως διηγείται η Μαρίνα Μιχαήλοβνα, η οποία ήταν κόρη ιερέα, οι αρχές αποφάσισαν τότε να σκάψουν κοντά στο ιερό. Δεν γνώριζαν τίποτα για τον τάφο της ηγουμένης Μαργαρίτας. Καθώς έσκαβαν, ξαφνικά βρήκαν άφθαρτο το σώμα μιας μοναχής ντυμένης με το ράσο, το μοναχικό σχήμα και το σταυρό στο στήθος. Φαινόταν ολοζώντανη σαν να κοιμόταν. Το σώμα της δεν έφερε σημάδια φθοράς. Οι εργάτες τρόμαξαν. Δεν πείραξαν το λείψανο. Έκλεισαν γρήγορα τον τάφο και άρχισαν να σκάβουν σε άλλο σημείο.
Τον ΙΘ’ αιώνα, ο μεγάλος στάρετς της Ρωσίας, Άγιος Αμβρόσιος της Όπτινα, ο οποίος μεταξύ των άλλων διακρινόταν για το προορατικό του χάρισμα, είχε πει τα εξής:
«Στην πόλη Μενζελίνσκ θα λειτουργήσει ένα μοναστήρι. Θα αποκτήσει φήμη και δόξα. Όταν θα προΐσταται η πρώτη ηγουμένη θα κτιστεί νέος ναός. Η δεύτερη ηγουμένη θα γίνει μάρτυρας. Και όταν θα έρθει η τρίτη ηγουμένη τότε θα πέσουν οι καμπάνες του μοναστηριού».
Πράγματι η πρόρρηση του Αγίου Αμβροσίου εκπληρώθηκε. Το καθολικό του μοναστηριού κτίσθηκε κατά τη διάρκεια της ηγουμενίας της πρώτης ηγουμένης. Η δεύτερη ηγουμένη ήταν η γερόντισσα Μαργαρίτα, η Νεομάρτυς. Κατά την διάρκεια της ηγουμενίας της διαδόχου της, το μοναστήρι έκλεισε βίαια, οι μοναχές διώχθηκαν και οι επαναστάτες έριξαν κάτω κι έσπασαν τις καμπάνες του μοναστηριού.
* * *
«Πρέπει να προσευχόμαστε. Βλέπω να ‘ρχονται στον ορίζοντα της Ρωσίας βαριά μαύρα σύννεφα.
Το σκάφος της ορθόδοξης Ρωσίας θα περάσει τρικυμίες.
Όμως με τη βοήθεια του Θεού τα κύματα θα ησυχάσουν και το σκάφος θα συνεχίσει απρόσκοπτα την πορεία του».
«Μετά από μερικά χρόνια θ’ αρχίσει μια περίοδος πολύ σκοτεινή. Ο ρωσικός λαός θα υποστεί πολλές συμφορές. Αμέτρητοι Ρώσοι θα διασκορπιστούν σ’ όλο τον κόσμο. Θα χυθούν ποταμοί αιμάτων.
Η ζωή θα ‘ναι σύντομη και οι Άγγελοι δεν θα προλαβαίνουν να μαζεύουν τις ψυχές. Όλα αυτά θα τα επιτρέψει ο Θεός για να καθαρίσει και να εξαγνίσει το ρωσικό λαό. Να προετοιμάζεστε με προσευχή και μετάνοια».
(Άγιος Σεραφείμ Σάρωφ 1759-1833)
ΠΗΓΗ: «Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΟ ΑΣΚΗΤΗΣ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (1884-1980)»Τεύχος 1. ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ – ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2001. Θεσ/νίκηΈκδοσις: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»