Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

Απόγνωση, αποθάρρυνση καὶ θάρρος Μνήμη Αγίου Νήφωνος

Απόγνωση, αποθάρρυνση καὶ θάρρος Μνήμη Αγίου Νήφωνος

Στὴν πνευματική μας πορεία, ὑπάρχει κάτι ποὺ εἶναι ὁ μεγαλύτερος σκόπελος. Καὶ εἶναι τόσο πολὺ σημαντικό, γιατὶ αὐτό, ἐὰν τὸ προσέξη ὁ ἄνθρωπος, πολλὰ κερδίζει. Ἐὰν ὅμως δὲν τὸ προσέξη, πολὺ ζημιώνεται. Ὁ σκόπελος αὐτὸς λέγεται ἀποθάρρυνσι, ἀπογοήτευσι καὶ εὑρίσκεται μέσα στὴν πρακτικὴ ὑφὴ τῆς ζωῆς μας. Ὅπως καὶ ἄλλες φορὲς εἴπαμε, οἱ ἀρχὲς καὶ οἱ γραμμὲς βάσει τῶν ὁποίων γίνεται τὸ ξεκίνημά μας, εἶναι ἡ ὀρθὴ πίστι καὶ ἡ ἀγαθὴ προαίρεσι. Ἡ πρακτικὴ ὅμως, ἡ κατ᾿ ἐνέργεια, ἡ ἐνεργοποιὸς μερὶς τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία τὸν ἀποδεικνύει πιστό, δηλαδὴ ἐπισφραγίζει τὴν ὁμολογία του. Μέσα σὲ αὐτὴ τὴν πρακτική, ὁ ἄνθρωπος εἴτε προβιβάζεται καὶ ἐπιτυγχάνει, εἴτε ὑποβιβάζεται καὶ χάνει. Τὸ σημεῖο ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο εἶναι τόσο ἐπωφελὲς γιὰ μᾶς, ἔγκειται σὲ τοῦτο, στὸ νὰ μὴν χάνωμε τὸ θάρρος μας, ἀλλὰ νὰ συνεχίζωμε, παρ᾿ ὅλες τὶς δυσχέρειες καὶ τὶς ἐπιπλοκὲς ποὺ ὑπάρχουν μέσα στὴν ἐνεργητικότητα τῆς πρακτικῆς.

Ἡ ἁμαρτία ἐπιδιώκει νὰ ἀπατήση τὸν ἄνθρωπο, διότι ἡ φύσι της, ἂν τὴν ἐρευνήσωμε, εἶναι ἀπάτη. Στὴν οὐσία δὲν ὑπάρχει κακό, ἀλλὰ τὸ νόημα εἶναι ποὺ τὸ μεταβάλλει. Ἐπειδὴ ἀκριβῶς μεταβαλλόμενη διὰ τοῦ νοήματος μία πρᾶξι γίνεται ἔνοχη, ἐὰν δὲν καλυφθῆ ἀπὸ τὴν πρόφασι τῆς ἀπάτης, δὲν πλανᾶται ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ βαδίση κανεὶς στὴν καταστροφή του καὶ στὴν ἀπώλειά του, βλέποντας τὸν προκείμενο κίνδυνο. Γιὰ νὰ ἀψηφᾷ τὸν κίνδυνο, πρέπει αὐτὸς νὰ συγκαλυφθῆ μὲ κάποιο τρόπο, οὕτως ὥστε νὰ ἀπατήση τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ πέση στὴν παγίδα. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀπατηλὸς τρόπος τῆς προβολῆς τῆς ἁμαρτίας, τοῦ κακοῦ καὶ μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο συλλαμβάνεται ὁ ἄνθρωπος, ἐλέγχεται ὡς ἄπιστος καὶ ὅτι οἱ ὑποσχέσεις του πρὸς τὸν Θεό, πὼς θὰ τὸν ἀγαπᾷ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς, εἶναι ψευδεῖς.

Ἕνας μεγάλος ἰσχυρὸς παράγων, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ συντελεστὴς τῆς ἐπιτυχίας μας, εἶναι ἀκριβῶς τὸ νὰ κρατήση ὁ ἄνθρωπος τὸ θάρρος του. Μοῦ ἐδόθη ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν βιογραφία τοῦ μεγάλου Πατρός μας Νήφωνος, Ἐπισκόπου Κωνσταντιανῆς, ποὺ σήμερα ἑορτάζομε, ὁ ὁποῖος πολλὰ ἔχει νὰ μᾶς διδάξῃ στὸ θέμα τοῦ θάρρους. Σὲ αὐτὸ ἔχει ἰδιαίτερη ἐπίδοσι.


Καθένας ἀπὸ τοὺς μεγάλους καὶ κορυφαίους Πατέρας, ἔχει μία ἐπίδοσι ἰδιαίτερη, παρ᾿ ὅλο ποὺ ὅλοι ἔχουν φθάσει στὸ τέρμα τῆς κατὰ ἄνθρωπο τελειότητας. Ἐν τούτοις κατὰ ἕνα ἰδιαίτερο φυσικὰ τρόπο ἐπέτυχαν περισσότερο σὲ ἕνα τομέα, τὸν ὁποῖο καὶ ἐκφράζουν. Εἰδικὰ στὸ πρόσωπο αὐτοῦ τοῦ μεγάλου φωστῆρος, εὑρίσκεται ἀκριβῶς αὐτὸς ὁ παράγων τοῦ θάρρους. Στὴν πραγματικότητα ἀποθάρρυνσι δὲν ὑπάρχει, γιὰ τὸν ἑξῆς λόγο. Τὸ ἐὰν εἴμεθα πιστοὶ καὶ ἰδίως ἂν ἀκολουθοῦμε αὐτὸ τὸν ἰδιαίτερο δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ -ἀνθρωπίνως - στὴν τελειότητα, δὲν εἶναι αὐτὸ τυχαῖο, οὔτε ἐξ ἰδιαιτέρας μόνο προθέσεως. Οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς εὑρεθήκαμε στὴν ζωὴ αὐτὴ καθαρῶς ἀπὸ ἕνα θαυματουργικὸ τρόπο τῆς ἐπεμβάσεως τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς μᾶς ὁδήγησε, γιατὶ ἀκριβῶς μᾶς εἶχε προορίσει. Ἔχοντας ἐπίγνωσι ὅτι εἴμεθα προσκεκλημένοι, προορισμένοι καὶ δεδικαιωμένοι ἤδη, δὲν τίθεται πλέον θέμα ἀποθαρρύνσεως, δὲν τίθεται θέμα ἐρεύνης καὶ ἀμφιβολίας. Τώρα γεννᾶται τὸ δεύτερο θέμα, τὸ πρακτικότατο. Στὴν ὥρα τῆς ἐνεργείας τῆς μάχης, ἐνδέχεται ὁ ἄνθρωπος νὰ πέση.

Ἀλάνθαστος ἄνθρωπος δὲν ὑπάρχει, καὶ ἰδίως ὅταν εἶναι ἀκόμα ἀτελὴς καὶ ἐμπαθής. Πολλὰ πράγματα δὲν τὰ γνωρίζει, πολλὰ πράγματα δὲν δύναται. Ἀλλὰ καὶ ἀπειρία ἔχει καὶ ἄνισο πόλεμο διεξάγει, διότι οἱ ἐχθροί μας εἶναι πνεύματα, δὲν εἶναι ὅπως ἐμεῖς, σώματα, τὰ ὁποῖα ὑφίστανται, τρόπο τινά, διάφορες τροπὲς καὶ ἀλλοιώσεις. Ὅλα αὐτὰ καὶ τὰ τόσα ἄλλα τὰ ὁποῖα ἄλλες φορὲς ἑρμηνεύσαμε, εἶναι ἐκεῖνα ποὺ μᾶς προκαλοῦν ὀλισθήματα, ἀποτυχίες καὶ γενικὰ λάθη.

Ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος εἶναι πονηρὸς καὶ γνωρίζει τὴν σημασία τῆς ἀποθαρρύνσεως πόσο εἶναι ἰσχυρά, δίδει τὸ μεγαλύτερο βάρος ἐδῶ, κατὰ τὴν γνώμη τῶν Πατέρων, στὸ νὰ προκαλέση ἀποθάρρυνσι, μετὰ τὸ λάθος τοῦ ἀγωνιστῆ. Νὰ τοῦ κόψη τὸ θάρρος, γιατὶ τὸ θάρρος εἶναι ὅπως στὸ σῶμα τὸ κεφάλι, ποὺ εἶναι τὸ κεντρικώτερο μέρος ἀπὸ τὸ ὁποῖο καὶ ἐξαρτᾶται ὁλόκληρο τὸ σῶμα. Ἔτσι καὶ στὴν ἐνεργητικότητα τοῦ ἀνθρώπου, τὸ μεγαλύτερο μέρος εἶναι ἀκριβῶς τὸ θάρρος, ὁ ζῆλος, ἡ ὁρμή, ἀπὸ ὅπου πηγάζει ἡ ἐνέργεια.

Τὸ θέμα τῆς μετανοίας καὶ τῆς πρακτικῆς πίστεως δὲν εἶναι ἀφηρημένο, εἶναι συγκεκριμένο. Πιστεύει κανεὶς καὶ βαδίζει· καὶ ὄχι μόνο βαδίζει, ἀλλὰ ἐντατικὰ ἀγωνίζεται, ἐπιμένει καὶ κρούει, περιμένοντας ὅτι θὰ τοῦ ἀνοίξουν. Ὅταν ὅμως χάση τὸ θάρρος; Τότε σταματᾷ, δὲν βαδίζει πλέον, οὔτε κρούει, οὔτε ζητεῖ, οὔτε αἰτεῖ καὶ τρόπον τινὰ παραδίδεται ἄνευ ὅρων. Εἶναι πάρα πολὺ μεγάλης σημασίας τὸ θέμα τοῦ θάρρους, στὸ νὰ τὸ κράτη κανεὶς καὶ νὰ τὸ ἀνακτᾶ, ὅταν τὸ βλέπῃ νὰ κινδυνεύῃ καὶ ποτὲ νὰ μὴν τὸ προδίδῃ.

Ἡ ἁμαρτία ποτὲ δὲν ἐμφανίζεται ὅπως εἶναι, γυμνή, ἀφηρημένη, γιατὶ ἐὰν ἐμφανισθῆ ἔτσι, δὲν ἀπατᾷ εὔκολα τὸν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε νὰ ἁμαρτήση. Ἔρχεται κεκαλυμμένη ἀπὸ μία πρόφασι καὶ μὲ τὸν δόλο αὐτὸ ἀπατᾷ τὸν ἄνθρωπο.

Ξέροντάς το λοιπὸν αὐτό, ποτὲ δὲν προδίδομε τὸ θάρρος μας ὑπὸ ὁποιανδήποτε μορφὴ καὶ ἂν γλιστρήσωμε. Ἀκόμη, νὰ πῇ κανείς, καὶ στὴν πιὸ πρόδηλη ἀφορμή, ποὺ νομίζει ὅτι εἶναι ἀπόλυτα ὑπαίτιος -ἂν ἤθελα, δὲν τὸ πάθαινα-, καὶ στὴν πιὸ προφανῆ ἀκόμα πρόφασι ποὺ ἐξ ὑπαιτιότητάς του ὁ ἄνθρωπος ἁμαρτάνει, δὲν πρέπει νὰ χάνῃ τὸ θάρρος του, δηλαδὴ καὶ ἐκεῖ ποὺ ἁμαρτάνει ἀπὸ ἰδική του ἀπροσεξία. Στὴ βιογραφία αὐτοῦ τοῦ μεγάλου φωστῆρος, εἶναι τόσο καταφανὲς αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἀκούσαμε στὴν ἀνάγνωσι, ὥστε πράγματι προκαλεῖ σὲ ὅλους κατάπληξι. Στὸ πῶς, ὄχι ἁπλῶς σὲ παρεμπίπτουσες καὶ λανθάνουσες καταστάσεις ποὺ τοῦ προκαλοῦσαν, τρόπο τινά, ἧττα, ἀλλὰ καὶ στὶς προφανέστερες, νὰ μὴν ὑποχωρῇ καὶ χάνῃ τὸ θάρρος του. Εὑρίσκαμε αὐτὸ τὸν φωστῆρα νὰ μεγαλουργῇ καὶ βλέπομε τὴν ἀνταπόκρισι τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, στὸ πόσο ἐναγκαλίζεται καὶ θεωρεῖ ἀθλητὴ αὐτόν, ὁ ὁποῖος, ἂν καὶ ἠμαγμένος, δὲν παραδίδεται.

Καὶ ἔτσι πρέπει. Διότι στὴν πραγματικότητα τὸ γεγονὸς εἶναι ἕνα. Κάνει κάποιος μιὰ ἔρευνα στὸν ἑαυτό του τὴν ὥρα ποὺ ἐγλίστρησε καὶ ἔπεσε καὶ συνετρίβη· σταματᾶ μία στιγμὴ καὶ λέει: - Καλά, τώρα ἐγὼ ἀρνήθηκα τὸν Θεό; Μέσα μου ἀλλοιώθηκε κάτι καὶ ἀπεφάσισα ὅτι θὰ παύσω νὰ εἶμαι χριστιανός; Τώρα μέσα μου ἐγεννήθη κάτι, ποὺ μὲ ἔπεισε ὅτι δὲν πρέπει νὰ πιστεύω στὸ Θεό, οὔτε πρέπει νὰ τὸν ἀκολουθῶ; Μὴ γένοιτο κάτι τέτοιο. Οὔτε ὡς σκέψι δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ εὑρέθη μέσα μου αὐτό. Μᾶλλον καραδοκῶ καὶ ἀναμένω νὰ μὲ ἀξίωση ἡ Χάρις Του, ἀκόμα καὶ νὰ ἀποθάνω. Ὄχι μόνο νὰ ἀγωνίζομαι, ἀλλά, ἐὰν δοθῆ ἀφορμή, νὰ ἀποθάνω μόνο γιὰ τὴν ἰδική Του ὁμολογία. Αὐτὸ δὲν ἀλλοιώθηκε μέσα μου ποτέ, δὲν ἄλλαξε· πῶς λοιπὸν τώρα, ἐπειδὴ ἐγλίστρησα, ἀποθαρρύνομαι καὶ προδίδω τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; Ἀπάτη εἶναι. Ἦταν μεγάλο τὸ τραῦμα, ἦταν μεγάλο τὸ γλίστρημα. Μέσα στὰ μυστήρια τοῦ τρόπου τῆς ἐνεργείας τῆς Χάριτος ἔγινε, τρόπον τινά, αὐτὸς ὁ πρακτικὸς τρόπος, ποὺ αὐτὴ τὴν ὥρα δὲν ἐρευνῶ. Φυσικὰ λαμβάνοντας τὴ μομφὴ ἐπάνω μου καὶ ξέροντας ὅτι ἐξ ὑπαιτιότητός μου ἀπεσύρθη ἡ Χάρις παιδαγωγοῦσα μὲ στὸ νὰ μὲ κάνῃ συνετότερο, εὐλαβέστερο, θερμότερο καὶ προσεκτικότερο. Μὲ παρέδωσε ἡ Θεία Χάρις σὲ αὐτὴ τὴν πτῶσι - δὲν ἀποθαρρύνομαι γι᾿ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα - δὲν τρομάζω, διότι ἂν καὶ ξέρω τὴν εὐτέλειά μου καὶ ἐλεεινολογῶ τὸν ἑαυτό μου ὅτι δὲν εἶμαι τίποτε, πιστεύω ὅτι ἐκεῖνο ποὺ μὲ κρατεῖ εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι δὲν χάνω τὸ θάρρος μου. Ὄχι ὅτι αἰσθάνομαι στὸν ἑαυτό μου καμμιὰ ἱκανότητα - ποτὲ αὐτὸ δὲν τὸ ἐσκέφθηκα οὔτε καὶ θὰ τὸ σκεφθῶ - ἀλλὰ ἔχοντας ἀποδείξεις τῆς ἐλεημοσύνης τοῦ Θεοῦ ἀπέναντί μου μέχρι σήμερα, στέκομαι ἀκίνητος καὶ λέω ὅτι ὁ χθὲς Θεὸς καὶ σήμερα καὶ αὔριο εἶναι ὁ ἴδιος. Δὲν ἔκανε λάθος ὁ Θεός, ὅταν μὲ ἐκάλεσε ὄχι βέβαια γιὰ τὴν ἱκανότητά μου, ἀλλὰ γιὰ τὴν ὑπερβολὴ τῆς ἀγάπης Του πρὸς ἐμὲ τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ὠρκίσθη στὸν ἑαυτό Του ὅτι «ζῶ ἐγώ, οὐ μὴ θελήσει θέλω τὸν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ ὡς τὸ ἐπιστρέψαι καὶ ζῆν αὐτόν» (Ἰεζεκ. 18,23). Αὐτὸς ὁ Πανάγαθος Θεὸς καὶ Πατήρ, ἐσύναξε καὶ μένα, τὸ μὴ ὅν, τὸ ἀσθενές, τὸ μωρό, τὸ ἐξουθενημένο καὶ μὲ βαστάζει ἀπὸ τότε ποὺ μὲ ἐκάλεσε μέχρι σήμερα, χωρὶς νὰ ἔχει βαρεθῆ, καὶ αὔριο ὁ ἴδιος εἶναι, καὶ μεθαύριο ὁ ἴδιος εἶναι, ἀφοῦ μένω καὶ ἐγὼ ὁ ἴδιος. Μένω πιστὸς στὴν ὁμολογία μου. Δὲν πρόκειται νὰ ὑποχωρήσω. Δὲν μὲ ἀπασχολεῖ τὸ πῶς ἐγλίστρησα, ἄλλωστε ἔχω καὶ πεῖρα τῆς εὐτέλειάς μου ποίος εἶμαι», Βλέπετε λογικὰ πῶς τοποθετεῖται τὸ πρᾶγμα;

Ἄρα λοιπὸν ὁ Ἅγιος αὐτός, ὁ ὁποῖος καὶ κατὰ αὐτὸ τὸν τρόπο ἀγωνίστηκε, δὲν εἶναι γιατὶ ἦταν ἐξαίρεσι. Ἀκριβῶς τὴν θέσι τῶν πραγμάτων ἐτόνισε. Ὅτι ποτὲ κανεὶς δὲν πρέπει νὰ ἀποθαρρύνεται, γιατὶ ἡ ἀποθάρρυνσι, ὅπως εἶπα, εἶναι ἡ μεγαλυτέρα χαρὰ τοῦ σατανᾶ, διότι βλέποντας αὐτὸς τὴν ἀποθάρρυνσι λαμβάνει προσωπικότητα, ἐνῷ δὲν ἔχει οὔτε θέσι, οὔτε τόπο, οὔτε προσωπικότητα. Ὡς ὀντότης ὑπάρχει, δὲν ἐννοῶ αὐτὴ τὴν προσωπικότητα. Προσωπικότητα ἐννοῶ, ὅτι δὲν ἔχει θέσι, δὲν ἔχει μέτρο νὰ σταθῇ ἀντίκρυ ἀπό μας. Ναί, διότι «νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἔρχεται καὶ ἐν ἡμῖν εὑρήσει οὐδέν» (Ἰωάν. 14,30) καὶ «νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω» (Ἰωάν. 12,31). Ὅταν ὅμως βλέπει τὸν ἄνθρωπο ὅτι ἀποθαρρύνεται καὶ ὑποχωρεῖ, τότε αὐτὸς παίρνει θέσι. Τότε ἀρχίζει νὰ πιστεύῃ ὅτι ὄντως τὸν ὑπελόγισε ὁ ἄνθρωπος, τὸν ἐφοβήθη καὶ παρέδωσε τὰ ὅπλα του. Αὐτὸ εἶναι ψεῦδος. Βλέπετε πόση μεγάλη σημασία ἔχει;

Πάντως ὅμως τὸ γεγονὸς εἶναι ἕνα. Ὅτι τὸ θέμα τῆς ἀποθαρρύνσεως ἔχει πάρα πολὺ μεγάλη βαρύτητα, ἰδίως γιὰ μᾶς τοὺς μοναχούς. Ἐπειδὴ ἐμεῖς οἱ μοναχοὶ ἔχοντες περισσοτέρα εὐχέρεια καὶ πολεμοῦντες λεπτομερέστερα, ἀκριβῶς εὑρισκόμεθα σὲ αὐτὰ τὰ περιθώρια, στὸ νὰ ἐλέγχωμε ἀκόμα καὶ τὶς σκέψεις καὶ τὰ νοήματα ἀπὸ τὰ ὁποῖα προέρχονται οἱ διάφορες ἐνέργειες· καὶ εὑρισκόμενοι συνεχῶς στὴν γραμμὴ τοῦ πυρός, εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ κάνωμε αὐτὲς τὶς ἀνασκοπήσεις καὶ ἔρευνες γιὰ νὰ ξέρωμε πόθεν ἐρχόμεθα καὶ ποῦ ὑπάγαμε. Ἑπομένως χρειάζεται μεγάλη προσοχή, γιατὶ οἱ τρόποι τῆς ἀποθαρρύνσεως εἶναι πάρα πολλοὶ καὶ ὁ ἄνθρωπος χάνει τὸ θάρρος του, χάνει τὸν ζῆλο του καὶ μειώνει τὴν μαχητικότητά του. Τὸ ὅτι σκυθρωπάζει καὶ ἀλλοιώνεται, ὅλα αὐτὰ εἶναι εἶδος ἀποθαρρύνσεως, εἶναι εἶδος ἡττοπαθείας. Ὅλα αὐτὰ ὁ σατανᾶς τὰ ἐκμεταλλεύεται. Κανένα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ δὲν πρέπει νὰ ἔχῃ θέσι. Δὲν συμβαίνει ἀπολύτως τίποτε. Στὴ γραμμὴ τοῦ πυρός, ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει συνεχὴς μάχη, δὲν εἶναι παράδοξο νὰ ὑπάρχουν πληγές.

Ὅπως μᾶς παρέδωσαν οἱ Πατέρες, πολλὲς φορὲς καὶ ἡ Ἴδια ἀκόμη ἡ Χάρις ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο -θέλοντας νὰ τὸν διδάξῃ καὶ νὰ τὸν ἀνεβάση σὲ ὑψηλότερα ἐπίπεδα πρακτικῆς ἐμπειρίας - τὸν ἀφήνει ἐπίτηδες νὰ κινδυνεύση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, -γιὰ νὰ ἐρεθίση ἔτσι περισσότερο τὸν θυμό του ἐναντίον της. Καὶ λαμβάνοντας πληγὲς ὁ ἄνθρωπος, μανθάνει τοὺς τρόπους ἀπὸ ποῦ συνέβησαν αὐτὰ καὶ τότε τὸν μὲν Θεὸ ἀγαπᾷ γνησίως, διότι βλέπει τὴν στοργή Του, τὸν δὲ διάβολο βδελύσσεται ἀξίως, βλέποντας τὴν κακότητά του καὶ τὴν πονηριά του καὶ τὸ ἀδίστακτό του στὸ νὰ μᾶς καταστρέψη.

Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο κατέχομε καὶ εἶναι γιὰ μᾶς ἄγκυρα πάσης ἐλπίδος, ἀναμφισβήτητης καὶ χειροπιαστῆς, εἶναι ὅτι παραμένει μαζί μας ἡ Θεία Χάρις. Ὁ καθένας μας ὀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς εὐσέβειάς μας, ἀπὸ τότε δηλαδὴ ποὺ εἰσήλθαμε ἑκουσίως μέσα στοὺς ὅρους τῆς μετανοίας μέχρι σήμερα, ποτὲ δὲν ἠμπορέσαμε, καμία ἡμέρα, νὰ φυλάξωμε τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. Καὶ ὅμως δὲν ἀπέστη! Παραμένει μαζί μας, μᾶς δικαιώνει ἐκ τῆς ἀγαθότητάς Του καὶ μόνο. Τὰ ἀμεταμέλητα χαρίσματα τοῦ Θεοῦ σὲ μᾶς εἶναι χειροπιαστά, δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία. Δὲν δικαιώνω τὴν ἁμαρτωλότητα, οὔτε συνιστῶ τὴν ρᾳθυμία. Αὐτὰ εἶναι προδοσία. Τέτοιο πρᾶγμα δὲν ὑφίσταται μέσα στὴν προαίρεση τῶν χριστιανῶν καὶ ὁ,τιδήποτε καὶ ἂν συμβαίνῃ εἶναι ἐξ αἰτίας τῆς ἀτέλειάς τους.

Ὁ ἄνθρωπος εὑρισκόμενος στὸ γίγνεσθαι, εἶναι ἀτελής. Βαδίζει πρὸς τὴν τελειότητα ζητώντας περισσοτέραν ἐπίδρασι τῆς Χάριτος καὶ μόνιμη ἐνοίκησι μέσα του. Τὴν ἀποκτᾷ σιγὰ-σιγὰ διὰ τῆς ἐλεημοσύνης τοῦ Θεοῦ, ἀγωνιζόμενος κατὰ τῶν παθῶν του, οὕτως ὥστε νὰ τὰ ἀποβάλῃ, γιὰ νὰ εὕρη περισσότερη θέσι μέσα του ἡ Θεία Χάρις. Μέχρι ποὺ νὰ γίνῃ αὐτό, ὑφίσταται ὅλες τὶς ἀλλοιώσεις καὶ τὶς τροπές.

Ἐπιμένω στὸ θέμα τῆς ἀποθαρρύνσεως, διὰ νὰ προσεχθῆ πάρα πολύ. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐπεσήμανε αὐτὸ τὸν τομέα καὶ τὸν ἀξιολόγησε, ἐπιτυγχάνει πάρα πολλά. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δὲν προσέχει καὶ ἀφήνει ἀκάλυπτη τὴν πλευρὰ αὐτὴ καὶ μὲ τὸ παραμικρὸ ἀποθαρρύνεται, ὀπισθοχωρεῖ καὶ ἀφήνει τὸν ζῆλο του, ἀδικεῖται κατάφωρα, χάνει χωρὶς νὰ ὑπάρχει λόγος καὶ μπορῶ νὰ πῶ φεύγει «χωρὶς διώκοντος».

Γι᾿ αὐτὸ μὲ παράδειγμα τὴν βιογραφία καὶ τὴν παιδεία τοῦ μεγάλου αὐτοῦ Πατρός, ὅλοι μας νὰ γίνωμε περισσότερο ζηλωταί, περισσότερο μαχηταί. Δὲν ὑπάρχει μέσα στὴν μερίδα μας ἀπογοήτευσι καὶ ἀποθάρρυνσι. Καὶ δὲν ὑπάρχει, γιατὶ ἁπλούστατα ἐμεῖς οἱ ἴδιοι καὶ τὸν χαρακτῆρα καὶ τὴν προσωπικότητά μας γνωρίζομε. Γνωρίζομε ὅτι ὁμολογοῦμε τὴν πίστι καὶ τὴν ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ὅτι οὐδέποτε τὴν ἀρνούμεθα καὶ ἀκόμα ξέρουμε τὴν σύμπραξι καὶ συμπαράστασι τοῦ Θεοῦ πρὸς ἡμᾶς, ἡ ὁποία εἶναι ἀμετάβλητη, ἀμεταμέλητη καὶ ἀναλλοίωτη.

Δι᾿ εὐχῶν τοῦ Ἁγίου Πατρὸς ἡμῶν Νήφωνος καὶ τῆς Κυρίας μας Θεοτόκου εἴθε νὰ ἐπιτύχωμε αἰσίως τὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας. Ἀμήν.


nektarios.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου