Μοναχός Μητροφάνης (1926)
Ο μοναχός Μητροφάνης γεννήθηκε το 1900 στην Κερασούντα του Πόντου. Το 1921, κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας των Ποντίων από τους Τούρκους, σφαγιάσθηκε όλη η οικογένειά του. Ο ίδιος, 21 ετών, αιχμαλωτίσθηκε και μεταφέρθηκε σε φυλακή στο Ντιγιάρμπακιρ, όπου οι αιχμάλωτοι εξαναγκάζονταν σε παραγωγή χαλικιού. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς ήταν καταδικασμένοι να πεθάνουν από το μολυσμένο φαγητό και τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Μετά από μερικούς μήνες παραμονής στα κάτεργα, ο π. Μητροφάνης κατάφερε να δραπετεύσει. Χωρίς πατρίδα και οικογένεια, μοναδικό σκοπό της ζωής του είχε πλέον να καταφέρει να φτάσει ζωντανός στην Ιερουσαλήμ, προκειμένου να προσκυνήσει στον Τάφο του Ιησού.
Επί εβδομάδες βάδιζε ξυπόλυτος μέσα στα βουνά, σαν το αγρίμι, κρυβόμενος από τους ανθρώπους. Κατευθυνόμενος προς νότο, έφτασε στο Αλέππο της Συρίας· απ’ εκεί μετέβη στη Βηρυτό του Λιβάνου και εν συνεχεία, βαδίζοντας επί ημέρες παράλληλα προς τις ακτές, κατέληξε στο λιμάνι της Χάιφας στο Ισραήλ. Η περιπλάνησή του ολοκληρώθηκε την 1η Νοεμβρίου του 1923, όταν έφτασε στην Ιερουσαλήμ, όπου και εκπλήρωσε το τάμα του στον άγιο Τάφο. Δύο χρόνια αργότερα χειροτονήθηκε μοναχός και διορίστηκε φύλακας του Παναγίου Τάφου. Με αυτή την ιδιότητά του συμμετείχε στην τελετή του Μεγάλου Σαββάτου του 1925. Επί πολλούς μήνες τον διακατείχε η απορία και η αμφιβολία σχετικά με την πραγματική φύση του θαύματος. Η πίστη του είχε κλονιστεί και αναρωτιόταν αν ήταν πραγματικά ένα γνήσιο θαύμα. Η απάντηση στο ερώτημά του ήρθε λίγους μήνες αργότερα, το Μεγάλο Σάββατο του 1926, όταν κατάφερε να κρυφτεί σε μια εσοχή στην οροφή του Τάφου, απ’ όπου μπορούσε να παρακολουθεί όσα συνέβαιναν στο εσωτερικό του.
Αυτά που βίωσε εκείνη την ημέρα τα διηγήθηκε μετά από 55 χρόνια, το Πάσχα του 1980, στον Κύπριο ιερέα Σάββα Αχιλλέως, ο οποίος τα κατέγραψε στο σύγγραμμά του Είδα το Άγιο Φως. Το έτος εκείνο ο πατήρ Μητροφάνης ήταν 80 ετών και αριθμούσε ήδη 56 συνεχόμενα έτη φύλακας του Παναγίου Τάφου.
Όπως ο ίδιος εξομολογήθηκε, όταν ήταν 25ετής νέος, είχε κυριευθεί από έναν ανεξέλεγκτο πόθο να αντικρίσει με τα ίδια του τα μάτια όσα συνέβαιναν στο εσωτερικό του Τάφου τη στιγμή που κατερχόταν το Άγιο Φως. «Έπρεπε να δω, ως άλλος άπιστος Θωμάς», λέει, «με τα μάτια μου, τι ακριβώς γίνεται μέσα στον Τάφο για να πιστέψω». Επί πολύ καιρό αναζητούσε τον τρόπο για να δώσει απάντηση στα ερωτήματά του, όταν, μια ημέρα που καθάριζε τον θόλο στην οροφή του Τάφου, ανακάλυψε μια μικρή εσοχή όπου μετά βίας χωρούσε το σώμα ενός άνδρα. Αυτό ήταν το μοναδικό μέρος στο οποίο θα μπορούσε να κρυφτεί προκειμένου να παρακολουθήσει αθέατος την έλευση του Φωτός.
Τα μεσάνυχτα της Μεγάλης Παρασκευής του 1926, ο π. Μητροφάνης βάζει σε εφαρμογή το παράτολμο σχέδιό του. Στις 00:30 τη νύχτα ζητά από έναν βοηθό του να του φέρει μια σκάλα για να ελέγξει τις κρεμάμενες κανδήλες. Αφού ανέβηκε στην οροφή του Τάφου, προέτρεψε τον βοηθό του να πάρει πίσω τη σκάλα, με τη δικαιολογία ότι θακατέβαινε με έναν πήδο αργότερα.
Ο π. Μητροφάνης,όμως, παρέμεινε στην κρύπτη όλη τη νύχτα. Οι ώρες πουακολούθησαν ήταν μαρτυρικές, όπως διηγείται, διότι άρχισε να διακατέχεται από έναν πρωτόγνωρο τρόμο. Ενοχές και τύψεις τον βασάνιζαν γι’ αυτό που τόλμησε να κάνει.
«Άρχισα να φτύνω τον εαυτό μου», λέει, «για το κατάντημα και την ανώριμη απόφασή μου... Όλος ο κόσμος πιστεύει. Μόνο εσύ, π. Μητροφάνη, δεν πιστεύεις».Επί δώδεκα ώρες παρέμεινε ακίνητος και σιωπηλός.Μαζί του είχε λίγο νερό και έναν μικρό φακό, τον οποίο χρησιμοποίησε στις 11 το πρωί, όταν ο Τάφος σφραγίστηκε με μελισσοκέρι και έμεινε μόνος στο σκοτάδι. Μια ώρα αργότερα, σύμφωνα με το τυπικό, η πόρτα του Τάφου αποσφραγίστηκε και αργότερα εισήλθε ο Έλληνας πατριάρχης. Ο π. Μητροφάνης διηγείται τα εξής:
«Τότε διέκρινα τη μορφή του πατριάρχη, που έσκυψε για να εισέλθει μέσα στο ζωοδόχο μνήμα. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, που η αγωνία μου βρισκόταν σε φοβερή υπερένταση μέσα στη νεκρική σιγή, που μόλις άκουγα την αναπνοή μου, ξαφνικά άκουσα έναν ελαφρύ συριγμό. Έμοιαζε με λεπτή πνοή ανέμου. Και αμέσως είδα ένα αλησμόνητο θέαμα, ένα γαλάζιο φως να γεμίζει ολόκληρο τον ιερό χώρο του ζωοδόχου Τάφου... Πόση ανησυχία είχε εκείνο το γαλάζιο φως, μέσα από το οποίο έβλεπα καθαρά τον πατριάρχη, από το πρόσωπο του οποίου κυλούσε ο ιδρώτας... Και σαν να φωτιζόταν από το φως εκείνο, άρχισε να αναγιγνώσκει τις ευχές... Και αμέσως το γαλάζιο φως άρχισε να μεταμορφώνεται σ’ ένα ολόλευκο φως, όπως εκείνο της Μεταμορφώσεως του Χριστού. Εν συνεχεία το ολόλευκο εκείνο φως μεταμορφώθηκε σε μια ολοφώτεινη σφαίρα σαν τον Ήλιο, που έμεινε ακίνητη πάνω από την κεφαλή του πατριάρχη. Κατόπιν, είδα τον πατριάρχη να κρατάει τις δεσμίδες των 33 κεριών. Και όπως ανύψωνε αργά τα χέρια του, άναψε αυτομάτως η αγία κανδήλα και οι τέσσερις δεσμίδες των κεριών του. Εκείνη τη στιγμή η ολοφώτεινη σφαίρα εξαφανίστηκε. Τα μάτια μου γέμισαν με δάκρυα και το σώμα μου καιγόταν ολόκληρο».
Αυτή είναι η διήγηση του π. Μητροφάνη σχετικά με το τόλμημά του το Μεγάλο Σάββατο του έτους 1926. Είναι ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας που, χωρίς να το δικαιούται, βίωσε την κάθοδο του Αγίου Φοιτάς μέσα στον Τάφο του Ιησού.
Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να παραθέσουμε μια ανάλογη μαρτυρία, η οποία αφορά το Μεγάλο Σάββατο του 2013. Το έτος εκείνο, βρισκόμουν για πρώτη φορά στο ψηλότερο σημείο του ναού, στον εσωτερικό εξώστη που βρίσκεται κάτω από τον μεγάλο τρούλο (στη θέση λήψης της φωτογραφίας της σελ. 273). Ακριβώς δίπλα μου βρισκόταν ένας Κύπριος ομογενής, ο MICHAEL XIOUROUPPA, 15 ετών, ο οποίος είχε έρθει για πρώτη φορά στην Ιερουσαλήμ από την Αυστραλία, μαζί με τους γονείς του. Ενώ στεκόμασταν στον εξώστη, ένα ιδιαίτερο συναίσθημα και ένας ξαφνικός ηλεκτρισμός που υπήρξε στην ατμόσφαιρα με ώθησαν να κοιτάξω ψηλά, χωρίς όμως να δω κάτι. Εκείνη τη στιγμή ο MICHAEL γύρισε προς το μέρος μου και με κοίταξε με έκπληξη, σαν να είχε συμβεί κάτι πολύ σημαντικό, χωρίς όμως να μου μιλήσει. Ας αφήσουμε τον ίδιο να περιγράψει τι είχε συμβεί:
«Κάποια στιγμή, ένα φως άρχισε να κατέρχεται από τον τρούλο. Ήταν σαν να έλαμπε ο Ήλιος μέσα από έναν μεγεθυντικό φακό. Η εστία του φωτός γινόταν ολοένα και πιο έντονη και φωτεινή, και άρχισε να μεταμορφώνεται αργά στο σχήμα μιας φωτεινής σφαίρας, που έμοιαζε με λευκό Ήλιο. Εκείνη τη στιγμή κοίταξα προς το μέρος σου Χάρη και σε είδα να κοιτάζεις ψηλά, και νόμισα ότι και εσύ τα έβλεπες όλα αυτά. Όταν ο Ήλιος κατήλθε, αιωρήθηκε πάνω από τον Τάφο, φωτίζοντας όλο τον ναό. Το φως αναπηδούσε στους τοίχους τόσο γρήγορα, που τα μάτια μου δεν μπορούσαν να το ακολουθήσουν. Δεν μπορούσα να δω τίποτε άλλο μέσα στον ναό εκτός από το λευκό φως. Είχαν γίνει όλα λευκά. Κάποια στιγμή, ο Ήλιος μπήκε ακαριαία μέσα στον Πανάγιο Τάφο. Και αμέσως μετά άκουσα τη μητέρα μου να φωνάζει ότι το Άγιο Φως είχε έλθει και έτσι έμεινα με την εντύπωση ότι όλα αυτά που είδα, τα είχε δει όλος ο κόσμος. Λίγο μετά χτύπησαν οι καμπάνες και ο κόσμος άρχισε να ανάβει τις λαμπάδες του με το Άγιο Φως».
Μία ώρα μετά την τελετή, και ενώ βρίσκονταν μέσα σε λεωφορείο, ο MICHAEL ρώτησε τους γονείς του: «Τι νομίζετε ότι ήταν ο λευκός Ήλιος;» Και εκείνοι του απάντησαν: «Ποιος Ήλιος;» Τότε συνειδητοποίησε ότι είχε δει το Άγιο Φως και ότι αυτά που είδε, δεν τα είχε δει κανείς άλλος. Μέχρι τότε πίστευε ότι αυτά συνέβαιναν κάθε χρόνο και ότι τα έβλεπαν οι πάντες.
Ο MICHAEL, που ήταν ένα παιδί με σπάνια αθωότητα, αξιώθηκε να βιώσει μια εμπειρία του Άκτιστου Φωτός. Βεβαίως, ο λευκός Ήλιος που κατήλθε από τον τρούλο, δεν ήταν μόνος του. Μαζί του κατήλθε και ο Αναστημένος Χριστός. Οι μαρτυρίες του π. Μητροφάνη και του MICHAEL έχουν πολλές ομοιότητες και φανερώνουν μία μυστική και αθέατη πλευρά του Αγίου Φωτός, η οποία εκδηλώνεται σε πολύ ολίγους.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΧΑΡΗΣ Κ. ΣΚΑΡΛΑΚΙΔΗΣ. ΑΓΙΟΝ ΦΩΣ . ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου