Σάββατο 12 Ιουλίου 2014

Φιλόθεος Ζερβάκος

 



 
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ
Αρχιμανδρίτου π. Αρσενίου Κομπούγια

   Ο π. Φιλόθεος Ζερβάκος υπήρξεν ο πρύτανις του οσίου βίου, μέγας κήρυξ και πνευματικός, ηγούμενος υπέρ τα πεντήκοντα έτη της μοναδικής δια την πνευματικότητα και αγιότητά των σε όλην την εκτός του Αγίου Όρους περιφέρειαν, Ιεράν Κοινοβιακήν Μονήν Ζωοδόχου Πηγής Λογγοβάρδας Πάρου.
Είναι ο μεγαλύτερος, μα ίσως και ο τελευταίος πνευματικός αστήρ ο π. Φιλόθεος, επειδή ο κόσμος αποσυντίθεται, επειδή πλέον ο κόσμος περιήλθεν εις χείρας του σατανά και θα είναι ανάξιος τοιούτων αγίων ανδρών και επειδή ίσως είναι τα τελευταία του, όπως ο ίδιος και διετύπωσε και έγραψε πολλάκις.

   Ο π. Φιλόθεος ήτο ο ηγούμενος, ο ασκούμενος εις την ασκητικήν ζωήν και ο Ιεροκήρυκας και Πνευματικός όλης της Ελλάδος. Η Ιερά αυτή Μονή της περιφήμου Λογγοβάρδας, η μοναδική από πολλά έτη εις την πνευματικότητα, αριθμούσε μόλις προ ολίγων ετών υπέρ τους τεσσαράκοντα μοναχούς, τους οποίους εποίμανεν ο σοφός και άγιος Γέροντας, πιο πολύ με το φωτισμένον και άγιον παράδειγμά του υπέρ τα πεντήκοντα έτη.

Υπήρξεν ο κήρυκας του Ευαγγελίου και ο Εξομολόγος, όχι μόνον εις την Μονήν που εποίμανεν, αλλά και εις όλην την νήσον Πάρον, τας πέριξ νήσους, αλλά και εις τας περισσοτέρας πόλεις της Ελλάδος. Συνεδύασεν ο μακάριος την μοναχικήν άσκησιν και την κοινωνικήν ιεραποστολικήν δράσιν. Σε όλα τα μέρη της Ελλάδος είχεν πνευματικά τέκνα. Μεγάλος ήτο ο σεβασμός που έτρεφον προς τον Γέροντα όχι μόνον τα πνευματικά του τέκνα, αλλά και κληρικοί, Αρχιεπίσκοποι, Αρχιερείς και αυτή η Ι. Σύνοδος. Είδον Αρχιερέα, όταν ο Γέροντας ήτο ακόμη εξήκοντα πέντε ετών, να σκύβη και να του ασπάζεται το χέρι.

   Έγραψε πολλά πνευματικά ωραία βιβλία, άρθρα, επιστολάς (εκτός των χιλιάδων προσωπικών επιστολών στα πνευματικά του τέκνα). Εξομολογούντο σ' αυτόν, εκτός εκατοντάδων κληρικών, αλλά και πολλοί Αρχιερείς. Αι λειτουργίαι του ήσαν πάντα με δάκρυα, αι κρυφαί προσευχαί και αγρυπνίαι πολλάκις ολονύκτιαι γενόμεναι μετά κλαυθμών ακατάπαυσται, η πραότης του αμίμητος. Είχε την ευτυχίαν ο γράφων τας γραμμάς ταύτας, να ανήκη είς την Ιεράν αυτήν Μονήν και να γαλουχηθή επί πολλά έτη πλησίον του και να καρή υπ' αυτού Μοναχός, να τον προωθήση εις την Ιερωσύνην και με την εντολήν του και άδειάν του να προχειρισθή Πρεσβύτερος υπό του Μητροπολίτου Ναυπακτίας, μακαριστού Χριστοφόρου, που απεσπάσθη τη αδεία του για δύο τρία έτη, δια να βοηθήση τούτον.

   Είχεν ο μακαριστός Γέροντας πάντα στο όνειρόν του, όπως χαρακτηριστικά μου έγραφεν εις επιστολήν του, να πλαισιώση την μονήν με μορφωμένους κατά κόσμον μοναχούς, καίτοι κατά καιρούς εγκαταβίωσαν αρκετοί πτυχιούχοι, αλλά δι' αγνώστους λόγους δεν παρέμεινον εις την Μονήν, δια να φέρωμεν όλοι ανάλογον ευθύνην δια την σημερινήν απογοητευτικήν αριθμητικήν σμίκρυνσιν της σημερινής Μονής.

   Ακόμη είχον την εξαιρετικήν τιμήν, ολίγας ημέρας προ της ειρηνικωτάτης εκδημίας του, να ευρεθώ πλησίον του και να του προσφέρω τας ταπεινάς μου υπηρεσίας, ως και την προτελευταίαν μετάδοσιν της θείας Κοινωνίας. Όντως υπέφερεν από την ουρίαν, που του δημιουργούσε διαρκή τάσιν προς έμετον και δεν ηδύνατο, ξεσπώντας σε δυνατόν βήχα.

 Του έλεγον: "Γέροντα, ο Κύριος με την δοκιμασίαν αυτήν θέλει να κατοχυρώση ογδοήκοντα ετών κόπους και μόχθους δια το Άγιον Όνομά Του, δια να μην τα λιχνίση ο σατανάς την τελευταίαν ώραν με το τελευταίον όπλον, την επάρατον υπερηφάνειαν".
Και μου απαντούσεν: "Δόξα σοι ο Θεός, ό,τι θέλει ο Κύριος".
 Επίσης του έλεγον: "Γέροντα, φεύγεις και αφήνεις τον εν αποστασία κόσμον και τα πνευματικά σου παιδιά εις χείρας του ερχομένου αντιχρίστου". Και αυτός απαντούσε: "Πράγματι, η αποστασία είναι μεγάλη και η καταστροφή και το τέλος του Κόσμου πολύ κοντά".
 Ακόμη του είπον: "Γέροντα, να προσεύχεσθε εις τον Κύριον, όταν θα πάτε εκεί, δια την ελεεινότητά μου, διότι είμαι ελεεινός και αδιόρθωτος, ως και δια τας δύο Μονάς σου, τας οποίας ο σατανάς θα θελήση μετά την κοίμησίν σου να σινιάση σαν το σιτάρι".
Και μου απαντούσε: "Εάν εύρω παρρησίαν εις τον Χριστόν μας, θα προσεύχωμαι δι' όλους".

Έφυγα από την Μονήν με την πεποίθησιν ότι δεν τον ξαναβλέπω πλέον ζωντανόν, όπως και έγινεν. Μετά την αναχώρησίν μου εκοιμήθη. Εκοιμήθη την ημέραν του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και του μεγάλου Αρσενίου. Τον επήρε ο μαθητής της αγάπης, ο Ιωάννης ο Θεολόγος και ο άγιος Αρσένιος, διότι σαν αυτούς ηγάπησε τον Χριστόν σαν και αυτούς εργάσθηκε ασκούμενος στην μοναχική άσκηση και το κήρυγμα του Ευαγγελίου.

 Έφυγε εκ των ματαίων, μόλις έκαμε επί του κρεββάτου την απόλυσιν του Όρθρου του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και του οσίου Αρσενίου, με τας τελευταίας λέξεις: "Τώρα πλέον φεύγω, θα κοιμηθώ". Και έκλεισε αμέσως για πάντα τους οσίους οφθαλμούς του.

Η κηδεία του ήτο κάτι το ασυνήθιστον και συγκινητικόν, με κλαυθμούς και δάκρυα, με πλήθος κόσμου, εντοπίου και ξένου, με πλήθος κληρικών και μοναχών και αρκετούς Αρχιερείς. Έγινε κηδεία την οποίαν θα επεθύμουν όλοι οι μεγιστάνες και όλοι οι Πατριάρχαι και Αρχιεπίσκοποι και Μητροπολίται, των οποίων η δόξα του αξιώματος στερεί τούτους της δόξης, που από εδώ αντιδοξάζει ο Κύριος τους ταπεινούς της γής.

Αξιοσημείωτον ήτο ότι ενώ είχον περάσει 36 ώρες με αρκετή ζέστη, το όσιον σώμα του Γέροντος δεν είχεν καν σημεία αποσυνθέσεως, αλλ' ούτε άφηνε την συνήθη σε όλους τους νεκρούς, νεκρικήν ατμόσφαιραν και οσμήν, αλλά διετηρείτο σαν να ήτο ολοζώντανον.

Αιωνία η οσία μνήμη σου, Γέροντα σεβαστέ, π. Φιλόθεε, και εύχου αυτού που είσαι να λυπηθή τον Κόσμον ο Κύριός μας και να αναδείξη και άλλους σαν και σένα στους σκοτεινούς μας τούτους καιρούς του αντιχρίστου, προς στηριγμόν των ευσεβών, που αγαπούν τον Κύριον εν αληθεία, διότι πολύ φοβούμαι μήπως εις το ανάστημα σου θα είσαι ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ!
 


(δημοσιεύθηκε στον "Ορθόδοξο Τύπο", 22-5-1980)
 



Ο αείμνηστος π. Φιλόθεος Ζερβάκος
μέσα από τις αναμνήσεις του Αρχιμ. π. Αρσενίου Κομπούγια


Ο Αρχιμανδρίτης π. Αρσένιος Κομπούγιας, πνευματικός του Ιερού Ησυχαστηρίου Παναγίας Γοργοεπηκόου Ναυπάκτου, διετέλεσε αδελφός της Ιεράς Μονής Ζωοδόχου Πηγής Λογγοβάρδας Πάρου, υπό την πνευματική καθοδήγηση του αειμνήστου Γέροντος π. Φιλοθέου Ζερβάκου, ο οποίος εκοιμήθη την 8η Μαΐου 1980.

Με την ευκαιρία της επετείου της κοιμήσεως του αειμνήστου γέροντος Φιλοθέου, ο π. Αρσένιος μας διηγήθηκε μερικά περιστατικά από την γνωριμία του μαζί του και μας παρέδωσε μερικές επιστολές που αντήλλαξε με τον Γέροντά του καθώς και ένα παλαιότερο άρθρο που είχε δημοσιεύσει.

Ο π. Αρσένιος (κατά κόσμον Αντώνιος Κομπούγιας) στην ηλικία των 21 ετών και διαβιώνοντας στην Αθήνα, κατ' αρχάς κοντά σε έναν θείο του και κατόπιν σε μία αδελφότητα νέων με κοινά πνευματικά ενδιαφέροντα, είχε έντονη την επιθυμία να γίνη μοναχός. Ρώτησε τον Πνευματικό του π. Ιγνάτιο Γκολιόπουλο, στέλεχος της Ζωής, ο οποίος του έδωσε την ευλογία.

Έτσι, ο τότε Αντώνιος Κομπούγιας έστειλε γράμμα στον π. Φιλόθεο Ζερβάκο, τον οποίο είχε δει μία φορά, όταν ο π. Φιλόθεος είχε έλθει στην Αθήνα για εξομολόγηση και ομιλίες, αλλά η φήμη του είχε ήδη επεκταθή πολύ έξω από τα στενά όρια της νήσου Πάρου, όπου κατηύθυνε την ανδρώα Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής Λογγοβάρδας, την οποία είχαν ιδρύσει Φιλοκαλικοί (Κολλυβάδες) Πατέρες, και την γυναικεία Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως - Οσίου Αρσενίου του εν Πάρω. Με την επιστολή αυτή ζητούσε από τον π. Φιλόθεο να τον δεχθή στο μοναστήρι και να τον κείρη μοναχό. Ο π. Φιλόθεος τον εδέχθη.

Έφθασε στην Πάρο τον Φεβρουάριο του 1939 και συγκατελέγη στο μοναχολόγιο της Ιεράς Μονής Ζωοδόχου Πηγής και φόρεσε το τίμιο ράσο ως αρχάριος μοναχός, όπως είχε τυπικό η Μονή.

Ο π. Φιλόθεος τον ρώτησε τί όνομα να του δώση και ο τότε Αντώνιος του απήντησε ή Ιγνάτιος ή Αυγουστίνος. Στην ερώτηση του Γέροντα γιατί διάλεξε αυτά τα ονόματα, ο Αντώνιος απάντησε ότι του άρεσε πολύ ο βίος του αγίου Ιγνατίου, ιδίως μάλιστα το τέλος του, όταν οι Χριστιανοί που περισυνέλεξαν τα απομεινάρια του σώματός του που είχαν αφήσει τα θηρία, βρήκαν την καρδιά του, και πάνω στην καρδιά του χαραγμένο το όνομα "Ιησούς", ενώ από τον ιερό Αυγουστίνο του άρεσαν πολύ οι προσευχές του που είχε διαβάσει στο "Κεκραγάριο" τις οποίες ο άγιος απηύθυνε στον Χριστό. Έτσι, ο αείμνηστος Φιλόθεος Ζερβάκος έδωσε προκαταβολικά στον Αντώνιο Κομπούγια το όνομα Αυγουστίνος.

Όμως, τον Οκτώβριο του 1939 ο Αυγουστίνος έπρεπε να παρουσιασθή στον στρατό, αφού κάλεσαν ακόμη και τους μοναχούς.

Ο π. Αρσένιος διηγείται ότι υπήρχε μοναχός ονόματι Νικηφόρος στην Ιερά Μονή Λογγοβάρδας, ο οποίος ήδη από το καλοκαίρι του 1939 έλεγε ότι θα γίνη μεγάλος πόλεμος και θα καλέσουν και τους μοναχούς να πολεμήσουν και ότι ο ίδιος, ο Νικηφόρος, θα σκοτωνόταν. Όπως και έγινε, αφού στον πόλεμο κάλεσαν και τους μοναχούς, και ο Νικηφόρος σκοτώθηκε από οβίδα πυροβολικού, ενώ βρισκόταν στα μετόπισθεν.

Κάνοντας μια παρένθεση να πούμε ότι ο π. Αρσένιος είχε υπ' όψη του και άλλες οσιακές μορφές μοναχών που έζησαν στην Ιερά Μονή Λογγοβάρδας, όπως ο π. Παύλος, ο οποίος ήταν αμόρφωτος κατά κόσμον, αλλά είχε συνέχεια στο στόμα του το όνομα και την ευχή του Ιησού και αξιώθηκε να κοιμηθή ακριβώς την ώρα που έλεγε την ευχή του Ιησού, γονατιστός, με το αριστερό του χέρι να κρατά το κομβοσχοίνι και με το δεξί του χέρι στο μέτωπο, την ώρα που σχημάτιζε το σχήμα του σταυρού. Στην στάση αυτή τον βρήκαν οι άλλοι μοναχοί να έχη παραδώσει το πνεύμα του.

Επίσης ενθυμείτο τον π. Ιλαρίωνα, ο οποίος εισήλθε στην αδελφότητα στην ηλικία των 70 ετών. Επειδή μάλιστα ήταν μεγάλος στην ηλικία, υπήρχαν αντιρρήσεις και δεν ήθελαν να τον κρατήσουν στο μοναστήρι, αυτός παρακαλούσε τον Γέροντα να τον δεχθή, βεβαιώνοντάς τον ότι δεν θα τους είναι βάρος, αλλά θα βοηθή όσο μπορεί. Πράγματι, ο π. Ιλαρίων κοιμήθηκε στην ηλικία των 107 ετών. Στο διάστημα αυτό έκανε γεωργικές δουλειές, καλλιεργούσε αμπέλια, ελαιώνες, έκτισε τοίχους - ξερολιθιές. Κοιμήθηκε δε ευλογημένα, αφού σε ηλικία 107 ετών, όπως είπαμε, κάποιο μεσημέρι, 15 ημέρες πριν το Πάσχα, άρχισε να γυρίζη όλη την Μονή, να κτυπά τις πόρτες των κελλιών των μοναχών και να τους λέγη: "αδελφέ, συγχώρεσέ με, φεύγω". Πήρε ευχή και από τον Ηγούμενο. Όλοι τον κοιτούσαν παραξενεμένοι. Αφού κτύπησε όλα τα κελλιά, γύρισε στο κελλί του και έκλεισε την πόρτα. Όταν τον αναζήτησαν μετά από 15 λεπτά, τον βρήκαν πάνω στο κρεβάτι του με τα χέρια σταυρωμένα πάνω στο στήθος να έχη "φύγη", όπως προείπε.

Έτσι, λοιπόν, ο Αντώνιος-Αυγουστίνος παρουσιάσθηκε στο Μεσολόγγι και κατετάγη στο σώμα των ευζώνων. Υπηρέτησε την Πατρίδα μέχρι τον Απρίλιο του 1941, όταν εισήλθαν στην Ελλάδα οι Γερμανοί.

Τότε, ο Αυγουστίνος μέσω Ραφήνας και Σύρου ξαναγύρισε στην Μονή της μετανοίας του, όπου έφθασε στις δύο η ώρα μετά τα μεσάνυχτα, την ώρα που κτυπούσε το τάλαντο. Εκείνη την ώρα κτυπούσε και ο Αντώνιος- Αυγουστίνος την πύλη της Μονής να του ανοίξουν. Ο Γέροντας τον δέχθηκε με τα λόγια: "Η Παναγιά σε ξανάφερε, παιδί μου".

Πριν εγκρίνη την κουρά του, ο τότε Μητροπολίτης Παροναξίας Χερουβίμ, ζήτησε να δοθή στον νέο μοναχό το όνομα Αρσένιος, προς τιμήν του οσίου Αρσενίου της Πάρου. Ο Ηγούμενος π. Φιλόθεος το δέχθηκε, λέγοντας στον Αντώνιο-Αυγουστίνο να μη στενοχωρήται και όταν θα τον έκανε μεγαλόσχημο θα τον ονόμαζε και πάλι Αυγουστίνο.

Ο π. Αρσένιος έμεινε στην Μονή της Λογγοβάρδας μέχρι τον Μάρτιο του 1945. Τότε τον εκάλεσαν και πάλι από την στρατολογία. Ο π. Αρσένιος ρώτησε τον Γέροντα Φιλόθεο αν μπορούσε να περάση να δη και τους δικούς του, αφού θα πήγαινε φαντάρος. Ο Γέροντας του έδωσε την άδεια. Στην Αθήνα, στην γειτονιά του θείου του όπου μεγάλωσε, συνάντησε τον Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως Ιωακείμ, με τον οποίο γνωριζόταν από μικρός. Όταν ο Μητροπολίτης συνάντησε τον μοναχό Αρσένιο, τον οποίο γνώριζε από παιδί, τον ρώτησε: "Συ είσαι ο Αντωνάκης; Και έγινες μοναχός; Πού;". Αμέσως, λοιπόν του ζήτησε να τον χειροτονήση Διάκο. Ο π. Αρσένιος συνεννοήθηκε με τον Ηγούμενό του π. Φιλόθεο, ο οποίος είχε έτσι και αλλιώς στην σκέψη του να τον κάνη Διάκο, και συγκατατέθηκε στην πρόταση του Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως.

Ήδη στην Αθήνα ήταν Πρωτοσύγκελλος ο Χριστοφόρος Αλεξανδρόπουλος, ο μετέπειτα Μητροπολίτης Ναυπακτίας και Ευρυτανίας, τον οποίο είχε γνωρίσει ο π. Αρσένιος στο Μεσολόγγι ως Γεώργιο Αλεξανδρόπουλο.

Ο π. Φιλόθεος προέτρεψε τον Διάκονο Αρσένιο να πάη στο Πανεπιστήμιο. Ο π. Αρσένιος απήντησε ότι δεν θέλει να συνεχίση στο Πανεπιστήμιο, πέραν μερικών μαθημάτων που παρακολουθούσε ως απλός ακροατής, γιατί το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν πώς θα σωθή. Τότε ο Γέροντας του είπε πώς δεν έχει καμμία δουλειά στην Αθήνα και πρέπει να επιστρέψη στην Μονή της μετανοίας του.

Ο π. Αρσένιος έμεινε στην Ιερά Μονή Λογγοβάρδας κατά την τρίτη αυτή σύντομη επιστροφή του, 7-8 μήνες.

Τον Μάρτιο του 1946 έλαβε από τον πρ. Πρωτοσύγκελλο Αθηνών Χριστοφόρο Αλεξανδρόπουλο, που εν τω μεταξύ είχε εκλεγή Μητροπολίτης Ναυπακτίας και Ευρυτανίας, επιστολή με την οποία τον καλούσε να τον βοηθήση ως Ιεροκήρυξ στην Μητρόπολη της γενετείρας του, η οποία, σύμφωνα με τα γραφόμενά του, εστερείτο Πρωτοσυγκέλλου, Ιεροκηρύκων, Πνευματικών κλπ. Ο Μητροπολίτης Χριστοφόρος ζητούσε και την συγκατάθεση του Ηγουμένου π. Φιλοθέου, γιατί με τον τρόπο αυτό θα βοηθούσε καλύτερα και την Εκκλησία του Χριστού, που στην επαρχία αυτή είχε μεγαλύτερη ανάγκη.

Ο π. Αρσένιος δέχθηκε τελικά την κλήση του αειμνήστου Χριστοφόρου και έτσι ήλθε στην Ναύπακτο το πρώτον ως Διάκονος. Όταν μετά από λίγους μήνες ο π. Φιλόθεος νοσηλεύθηκε στον Ευαγγελισμό, ο Μητροπολίτης Χριστοφόρος τον επισκέφθηκε μαζί με τον π. Αρσένιο, του φίλησε το χέρι, σύμφωνα με την μαρτυρία του π. Αρσενίου, και του ζήτησε την συγκατάθεσή του για να χειροτονήση τον π. Αρσένιο Ιερέα. Ο π. Φιλόθεος έδωσε την συγκατάθεσή του, με την προϋπόθεση ότι αν δεν ευδοκιμήση ο σκοπός για τον οποίο τον ζητούσε ο Μητροπολίτης, τότε θα έπρεπε να γυρίση και πάλι πίσω στην Μονή της μετανοίας του.

Ο π. Αρσένιος συνέχισε να έχη επαφή με τον Γέροντά του π. Φιλόθεο δια της αλληλογραφίας, τον επισκέφθηκε αρκετές φορές, μάλιστα του προσέφερε την προ τελευταία θεία Μετάληψη, μία εβδομάδα πριν κοιμηθή, την ημέρα του αγίου Αρσενίου, 8 Μαΐου 1980.

Δημοσιεύουμε στο τεύχος αυτό αποσπάσματα ενός παλαιοτέρου άρθρου του π. Αρσενίου στον Ορθόδοξο Τύπο που αναφέρεται στον π. Φιλόθεο Ζερβάκο.

Επίσης δημοσιεύουμε και μία χαρακτηριστική επιστολή, από τις πολλές που είχε αποστείλει ο π. Φιλοθέος προς π. Αρσένιο.


Α.Κ.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΡΧΙΜ. ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ 

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ
ΕΝ ΠΑΡΩ τη 23-12-1970


Αγαπητέ μοι Αρσένιε,

έλαβον την επιστολήν σας ευχαριστώ δια τας επί ταις Αγίαις εορταίς ευχάς υμών, αντεύχομαι ομοίως.

Ασπάζομαι την συνετήν και φρονίμην γνώμην σας. Αλλά τί είπω, και τί λαλήσω΄ ουδέν άλλο ειμή το του Παροιμιαστού. Επειδή η παρούσα γενεά εστί σκολιά και παραπικραίνουσα΄ προς τους σκολιούς σκολιάς οδούς εξαποστέλλει ο Κύριος, και τα του σοφού Γρηγορίου. Τα των φίλων άπιστα, τα της Εκκλησίας αποίμαντα. Έρρει τα καλά γυμνά τα κακά' ο πλούς εν νυκτί Χριστός καθεύδει' μία των κακών η λύσις ο θάνατος. Τον οποίον επιθυμώ και παρακαλώ και πιστεύω και ελπίζω ότι ήγγικε.

 Φεύγω λυπημένος δια την ολεθρίαν, ελεεινήν και αξιοθρήνητον κατάστασιν όλης της ανθρωπότητος και περισσότερον του λαού και του κλήρου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ελπίζω όμως ότι ο Πανάγαθος Θεός και Πατήρ ημών ο Ουράνιος δεν θα εγκαταλείψη εις τέλος την Εκκλησίαν, ην ο Ίδιος εθεμελίωσε και υπέρ ης το Αίμα Αυτού εξέχεε. Φεύγω και ευχαριστημένος και χαίρων, ελπίζων εις το άπειρον έλεος του Κυρίου, (ουχί εις τα έργα μου διότι ουκ εποίησα ουδέν αγαθόν επί της γης) ότι Εκείνος που με έβγαλε από την βρώμαν και δυσωδίαν του ματαίου κόσμου δια να Τον δουλεύσω δια της μοναχικής πολιτείας, θα ανοίξη τας πατρικάς αγκάλας Του, τα φιλάνθρωπα σπλάχνα, θα με δεχθή ουχί ότι ειμί άξιος, αλλ' ως τον άσωτον υιόν μετανοούντα και θα με συναριθμήση τοις προβάτοις Αυτού.

Αρχιμ. Φιλόθεος
 
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ:http://www.vic.com/~tscon/parembasis/2005/05_05_12.htm
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου