Ο Γερο Πέτρος ( ο Πετράκης) 2
Εμένα μου φάνηκαν παράξενα αυτά. Στα καλά καθούμενα ενώ είναι καλά να λέει οτι θα πεθάνει! Μετά όμως απο όλη τη συζήτηση και τις νουθεσίες του επί δυομισι ώρες, άρχισα να το πιστεύω τώρα.
Επειδή τον έβλεπα όρθιο συνέχεια να με νουθετεί τον παρακάλεσα κα καθίσει. Εκείνος όμως δεν δέχθηκε και μου είπε: “Δεν πρέπει το λόγο του Θεού να τον λέμε καθήμενοι”, ενώ ήταν κατάκοπος διότι είχε βαδίσει εννέα ώρες και μάλιστα φορτωμένος.
Αυτή την φορά τα εργόχειρα του θα τα έδινε για να οικονομήσει τα απαιτούμενα για τον ενταφιασμό του και να κάνει την τελευταία Θεία Λειτουργία στη Μετάνοια του του, τον Όσιο Νείλο, να συγχωρεθεί και να αποχαιρετήσει τους για τελευταία φορά τους φίλους του, τους λίγους, φυσικά, που είχε και ήταν σκορπισμένοι στο Άγιον Όρος. Επειδή ήταν η τελευταία του επίσκεψη, μου είπε και περισσότερα πράγματα από κάθε άλλη φορά ίσως και για να μου δώσει περισσότερη χαρά και να μετριάσει κάπως τη μεγάλη μου λύπη που θα τον έχανα πια. Πριν αρχίσει να με νουθετεί, τον είχα ρωτήσει για τις δυσκολίες του διακονήματος, που όλη την ημέρα σχεδόν βρισκόμουν με κοσμικούς και άκουγα, χωρίς να το θέλω, του κόσμου τις βρώμικες ιστορίες. Ο Γερο – Πέτρος μου απάντησε:
Πάτερ Παΐσιε, εμείς να τα βλέπουμε με καλό λογισμό
Είχε εξαγνισθεί ο Γέροντας και όλα τα έβλεπε καθαρά, διότι δεν υπήρχε αμαρτία μέσα του, αλλά κατοικούσε ο Χριστός.
Τον είχα ρωτήσει και για ένα γεγονός εάν ήταν από τον Θεό ή του πονηρού να να με πλανέσει και μου απάντησε οτι ήταν απο τον Θεό και στη συνέχεια μου είπε τα εξής:
Πάτερ Παΐσιε εγώ συνέχεια ζω τέτοιες καταστάσεις θείες. Εκείνη την ώρα που με επισκέπτεται η θεία Χάρις η καρδιά μου θερμαίνεται γλυκά από την αγάπη του Θεού και ένα φως παράξενο με φωτίζει εσωτερικά και εξωτερικά, αφού φωτίζεται και το κελλί μου. Βγάζω τότε το σκουφί μου και σκύβω ταπεινά το κεφάλι μου και λέγω στον Χριστό: “Χριστέ μου, χτύπησε με, με το κοντάρι της ευσπλαγχνίας σου στην καρδιά μου”. Τα μάτια μου τρέχουν γλυκά δάκρυα συνέχει απο ευγνωμοσύνη και δοξολογώ τον Θεό. Το δεν πρόσωπο μου το νιώθω να φωτίζει. Εκείνες τις ώρες, Πάτερ Παΐσιε όλα σταματάνε, γιατί νιώθω πολύ κοντά μου το Χριστό και δεν μπορώ πια να ζητήσω τίποτα, γιατί σταματάει και η προσευχή. Το κομποσχοίνι δε μπορεί να γυρίσει.
Για να μην τον παρεξηγήσω και αφήσω το κομποσχοίνι, ενώ δεν είχα φθάσει σε αυτή την ουράνια κατάσταση, μου είπε ένα περιστατικό:
Το κομποσχοίνι Πάτερ Παΐσιε, ποτέ δεν πρέπει να το αφήνουμε από τα χέρια μας, γιατί είναι το όπλο του Μοναχού και έχει μεγάλη δύναμη. Κάποτε είχα σταυρώσει με το κομποσχοίνι ένα δαιμονισμένο στις Καρυές και αμέσως ελευθερώθηκε ο άνθρωπος.
Το γεγονός αυτό το άκουσα και απο τον παπα – Ευμένιο, ο οποίος ήταν παρών και το είδε. Ενώ ο Γερο Πέτρος είχε απλωμένα τα κομποσχοίνια και το τσάι του βουνού στις Καρυές, για να τα πουλήσει, είδε τον άνθρωπο που βασανιζόταν απο το ακάθαρτο πνεύμα, χωρίς να μπορούν να τον βοηθήσουν οι άνθρωποι που ήταν γύρω του. Σηκώνεται σιγά – σιγά ο Γερο Πέτρος και συμμαζεύει τα εργόχειρα του, τον πλησιάζει αθόρυβα, τον σταυρώνει με το κομποσχοίνι του και φεύγει γρήγορα για να μη τον ιδούν. Οι άνθρωποι σχεδόν όλοι, είδαν μόνο τον δαιμονισμένο ξαφνικά θεραπευμένον και δόξασαν μετά τον Θεό, όταν κατάλαβαν πως υπάρχουν Άγιοι και στην εποχή μας! Τον μικρό όμως Όσιο Πέτρο δεν πρόλαβαν να τον ιδούν όλοι εκτός απο δύο – τρεις.
Ο Γέροντας φυσικά ήταν άγνωστος σε πολλούς γιατί δεν είχε επαφές, και προσπαθούσε να μένει άγνωστος αλλά όλοι άκουγαν για τον Πετράκη! Εάν τύχαινε να τον συναντήσει κανείς που τον γνώριζε και τον ρωτούσε για κάτι, του απαντούσε στα θέματα του με φωτισμένα παραδείγματα λες και είχε μεταφράσει το Γεροντικό! (Διαφορετικά μεν παραδείγματα, αλλά με το ίδιο νόημα) Εύκολα, φυσικά, μπορούσε να τον παρεξηγήσει κανείς, εάν δεν είχε βάθος Πατερικό. Έλεγε επί παραδείγματι: “Η προσευχή του ταπεινού τουμπάρει τον Θεό” και εννοούσε: “Η προσευχή του ταπεινού κάμπτει τον Θεό”. Όπως επίσης για τη νηστεία έλεγε: “Όταν δεν πέφτει νερό στη στερνούλα, ξηραίνεται και ψοφάνε τα βατράχια”. Δηλαδή ξηραίνεται το στομάχι, και πεθαίνουν τα πάθη. Όπως ανέφερε είχε δικό του Γεροντικό.
Μεταξύ των άλλων αρετών, διακρινόταν για την πολλή του διάκριση. Επειδή είχαν κάπως οξυνθεί τα Εκκλησιαστικά θέματα – βασικά του Εορτολογίου – είχε αποσυρθεί από μια φανατατική παράταξη και έκτοτε ερχόταν και στις Μονές. Όταν ερχόταν για να με ιδή παρακολουθούσε τις Ακολουθίες από τον Νάρθηκα. Όταν τον ρώτησα “γιατί δεν μπαίνεις μέσα στο Ναό”, απάντησε:
Για να μη σκανδαλίσω κανέναν, ευλογημένε μου. Εάν με ιδούν οι Ζηλωτές στο Νάρθηκα θα πουν: “Κάποιον περιμένει ο Γερο Πέτρος” και δε θα σκανδαλιστούν. Εάν με ιδούν οι Πατέρες του Μοναστηριού στο Νάρθηκα, και αυτοί δε θα σκανδαλιστούν γιατί θα ιδούν που έχω και τον τουρβά μου στην άκρη.
Είχε ξεπεράσει τις ανθρώπινες μικρότητες, φανατισμούς κ.α. γιατί είχε φώτιση Θεού. Ήταν ζηλωτής με την καλή έννοια. Κοινωνούσε συνήθως μια φορά την εβδομάδα, εκτός εάν τύχαινε και εορτή στα ενδιάμεσα της εβδομάδος. Παρακολουθούσε δε και Θείες Λειτουργίες που γίνονταν στα γειτονικά Καλύβια και έπαιρνε μόνο το Αντίδωρο για να παρακολουθήσει και άλλη και τότε έπαιρνε και Αγιασμό, όταν φυσικά δεν κοινωνούσε, αν και βρισκόταν σε αγία πνευματική κατάσταση και μπορούσε να κοινωνάει πιο συχνά.
Όπως ανέφερα πάντα νήστευε, έκανε ενάτη κάθε μέρα, και τις Σαρακοστές τις περνούσε όλο με τριήμερα. Μόνο Σαββατοκύριακο έτρωγε δύο φορές και έκανε κατάλυση ελαίου. Τις δε ακολουθίες του τις έκανε με κομποσχοίνι, με ευχή, και συμπλήρωνε επτά ώρες εκτός από τον κανόνα του που ήταν 700 μεγάλες μετάνοιες και 33 εκατοστάρια με μικρές μετάνοιες και Σταυρό.
Απ' όλα αυτά το ένα τρίτο ήταν για τον εαυτό του, γιατί τα άλλα δύο τρίτα ήταν μισά για τους ζώντας και μισά για όλυς τους κεκοιμημένους. Εάν θα μάθαινε για κάποιον που περνάει καμιά δοκιμασία, θα έκανε ξεχωριστή προσευχή με μετάνοιες. Επίσης τις Ώρες, τον Εσπερινό και το Απόδειπνο τα έκανε και αυτά με το κομποσχοίνι. Με άλλα λόγια το εργόχειρο του ήταν η προσευχή.
Ενώ βρισκόταν σ'αυτή την αγία κατάσταση ο Γερο Πέτρος είχε όμως τόσο πολλή ταπείνωση που θεωρούσε τον εαυτό του αμαρτωλό με πολλά πάθη. Την ώρα που διάβζε το Ευαγγέλιο ο παπάς, έβγαζε το σκουφάκι του και πλησίαζε την Ωραία Πύλη και έσκυβε το κεφάλι του κάτω από το Ευαγγέλιο για να του φύγουν, όπως έλεγε, τα κακά πνεύματα.
Επειδή θεωρούσε πολύ τιποτένιο τον εαυτό του γι αυτό και δεν έπαιρνε υποτακτικό. Κάποτε που τον είχα παρακαλέσει πολύ, το δέχθηκε να με κρατήσει υποτακτικό του, αλλά τότε δε μου έδωσε ευλογία η Μονή. Όταν είχε έρθει ο Γερο Πέτρος την τελευταία φορά και μου είπε οτι ετοιμάζεται για την άλλη ζωή και μου ζήτησε συγχώρεσει, που δε θα μπορέσει να με πάρει υποτακτικό του γιατί θα πεθάνει, τότε κατάλαβα το θέλημα του Θεού, που κρυβόταν μέσα στο εμπόδιο από τους Γεροντάδεςμ αφού τον Γερο Πέτρο θα τον έπαιρνε ο Θεός. Φαίνεται οτι δεν ήμουν άξιος να μένω με άγιο και το οτι με αξίωσε ο Θεός να τον γνωρίσω για να ωφεληθώ και αυτό πολύ ήταν για την αμαρτωλότητα μου. Εάν με αξίωνε ο Θεός να τον έβλεπα έστω απο μακριά στην άλλη ζωή αυτό θα ήταν μια από τις μεγαλύτερες οικονομίες του Θεού.
Αξέχαστες θα μου μείνουν οι τελευταίες του συμβουλές με τον τελευταίο αποχαιρετισμό. Εδώ βλέπει κανείς το μεγαλείο του Θεού στους Αγίου Του, όπως και στον μικρό Όσιο Πέτρο, τον οποίο δεν τον ασπάσθηκαν νεκρό οι φίλοι του, αλλά πέρασε μόνος του από τους φίλους του, για να τον ασπασθούν ζωντανό τον “τελευταίον ασπασμόν”.
Στη συνέχεια πέρασε απο τις Καρυές, πήρε τα απαιτούμενα για τον ενταφιασμό του και απο εκεί πήγε στη Μετάνοια του, στον Όσιο Νείλο. Την επομένη έκανε Θεία Λειτουργία, στις 12 Ιουνίου, που γιόρταζε και ο ίδιος (μνήμη του Οσίου Πέτρου του Αθωνίτου). Είχαν μαζευτεί και οι Πατέρες από γύρω (οι Ασκητές). Όταν τελείωσε η Θεία Λειτουργία και κοινώνησε ο Γερο Πέτρος βγήκε έξω, ετοίμασε για τους Πατέρες νερό και λουκούμι και αυτός, μόλις κάθισε κοντά τους, έκλεισε τα μάτια του και παρέδωσε την αγιασμένη του ψυχή στον Χριστό. Οι Πατέρες νόμιζαν οτι νύσταξε και περίμεναν να ανοίξει τα μάτια του, για να τον ευχηθούν. Όταν τον σκούντηξαν, κατάλαβαν πως έφυγε για τον Ουρανό και του ευχήθηκαν “καλή ανάπαυση”.
Ανεπαύθη στις 12 Ιουνίου του Οσίου Πέτρου του Αθωνίτου, το 1958. Την ευχή του να έχουμε. Αμήν.
Εμένα μου φάνηκαν παράξενα αυτά. Στα καλά καθούμενα ενώ είναι καλά να λέει οτι θα πεθάνει! Μετά όμως απο όλη τη συζήτηση και τις νουθεσίες του επί δυομισι ώρες, άρχισα να το πιστεύω τώρα.
Επειδή τον έβλεπα όρθιο συνέχεια να με νουθετεί τον παρακάλεσα κα καθίσει. Εκείνος όμως δεν δέχθηκε και μου είπε: “Δεν πρέπει το λόγο του Θεού να τον λέμε καθήμενοι”, ενώ ήταν κατάκοπος διότι είχε βαδίσει εννέα ώρες και μάλιστα φορτωμένος.
Αυτή την φορά τα εργόχειρα του θα τα έδινε για να οικονομήσει τα απαιτούμενα για τον ενταφιασμό του και να κάνει την τελευταία Θεία Λειτουργία στη Μετάνοια του του, τον Όσιο Νείλο, να συγχωρεθεί και να αποχαιρετήσει τους για τελευταία φορά τους φίλους του, τους λίγους, φυσικά, που είχε και ήταν σκορπισμένοι στο Άγιον Όρος. Επειδή ήταν η τελευταία του επίσκεψη, μου είπε και περισσότερα πράγματα από κάθε άλλη φορά ίσως και για να μου δώσει περισσότερη χαρά και να μετριάσει κάπως τη μεγάλη μου λύπη που θα τον έχανα πια. Πριν αρχίσει να με νουθετεί, τον είχα ρωτήσει για τις δυσκολίες του διακονήματος, που όλη την ημέρα σχεδόν βρισκόμουν με κοσμικούς και άκουγα, χωρίς να το θέλω, του κόσμου τις βρώμικες ιστορίες. Ο Γερο – Πέτρος μου απάντησε:
Πάτερ Παΐσιε, εμείς να τα βλέπουμε με καλό λογισμό
Είχε εξαγνισθεί ο Γέροντας και όλα τα έβλεπε καθαρά, διότι δεν υπήρχε αμαρτία μέσα του, αλλά κατοικούσε ο Χριστός.
Τον είχα ρωτήσει και για ένα γεγονός εάν ήταν από τον Θεό ή του πονηρού να να με πλανέσει και μου απάντησε οτι ήταν απο τον Θεό και στη συνέχεια μου είπε τα εξής:
Πάτερ Παΐσιε εγώ συνέχεια ζω τέτοιες καταστάσεις θείες. Εκείνη την ώρα που με επισκέπτεται η θεία Χάρις η καρδιά μου θερμαίνεται γλυκά από την αγάπη του Θεού και ένα φως παράξενο με φωτίζει εσωτερικά και εξωτερικά, αφού φωτίζεται και το κελλί μου. Βγάζω τότε το σκουφί μου και σκύβω ταπεινά το κεφάλι μου και λέγω στον Χριστό: “Χριστέ μου, χτύπησε με, με το κοντάρι της ευσπλαγχνίας σου στην καρδιά μου”. Τα μάτια μου τρέχουν γλυκά δάκρυα συνέχει απο ευγνωμοσύνη και δοξολογώ τον Θεό. Το δεν πρόσωπο μου το νιώθω να φωτίζει. Εκείνες τις ώρες, Πάτερ Παΐσιε όλα σταματάνε, γιατί νιώθω πολύ κοντά μου το Χριστό και δεν μπορώ πια να ζητήσω τίποτα, γιατί σταματάει και η προσευχή. Το κομποσχοίνι δε μπορεί να γυρίσει.
Για να μην τον παρεξηγήσω και αφήσω το κομποσχοίνι, ενώ δεν είχα φθάσει σε αυτή την ουράνια κατάσταση, μου είπε ένα περιστατικό:
Το κομποσχοίνι Πάτερ Παΐσιε, ποτέ δεν πρέπει να το αφήνουμε από τα χέρια μας, γιατί είναι το όπλο του Μοναχού και έχει μεγάλη δύναμη. Κάποτε είχα σταυρώσει με το κομποσχοίνι ένα δαιμονισμένο στις Καρυές και αμέσως ελευθερώθηκε ο άνθρωπος.
Το γεγονός αυτό το άκουσα και απο τον παπα – Ευμένιο, ο οποίος ήταν παρών και το είδε. Ενώ ο Γερο Πέτρος είχε απλωμένα τα κομποσχοίνια και το τσάι του βουνού στις Καρυές, για να τα πουλήσει, είδε τον άνθρωπο που βασανιζόταν απο το ακάθαρτο πνεύμα, χωρίς να μπορούν να τον βοηθήσουν οι άνθρωποι που ήταν γύρω του. Σηκώνεται σιγά – σιγά ο Γερο Πέτρος και συμμαζεύει τα εργόχειρα του, τον πλησιάζει αθόρυβα, τον σταυρώνει με το κομποσχοίνι του και φεύγει γρήγορα για να μη τον ιδούν. Οι άνθρωποι σχεδόν όλοι, είδαν μόνο τον δαιμονισμένο ξαφνικά θεραπευμένον και δόξασαν μετά τον Θεό, όταν κατάλαβαν πως υπάρχουν Άγιοι και στην εποχή μας! Τον μικρό όμως Όσιο Πέτρο δεν πρόλαβαν να τον ιδούν όλοι εκτός απο δύο – τρεις.
Ο Γέροντας φυσικά ήταν άγνωστος σε πολλούς γιατί δεν είχε επαφές, και προσπαθούσε να μένει άγνωστος αλλά όλοι άκουγαν για τον Πετράκη! Εάν τύχαινε να τον συναντήσει κανείς που τον γνώριζε και τον ρωτούσε για κάτι, του απαντούσε στα θέματα του με φωτισμένα παραδείγματα λες και είχε μεταφράσει το Γεροντικό! (Διαφορετικά μεν παραδείγματα, αλλά με το ίδιο νόημα) Εύκολα, φυσικά, μπορούσε να τον παρεξηγήσει κανείς, εάν δεν είχε βάθος Πατερικό. Έλεγε επί παραδείγματι: “Η προσευχή του ταπεινού τουμπάρει τον Θεό” και εννοούσε: “Η προσευχή του ταπεινού κάμπτει τον Θεό”. Όπως επίσης για τη νηστεία έλεγε: “Όταν δεν πέφτει νερό στη στερνούλα, ξηραίνεται και ψοφάνε τα βατράχια”. Δηλαδή ξηραίνεται το στομάχι, και πεθαίνουν τα πάθη. Όπως ανέφερε είχε δικό του Γεροντικό.
Μεταξύ των άλλων αρετών, διακρινόταν για την πολλή του διάκριση. Επειδή είχαν κάπως οξυνθεί τα Εκκλησιαστικά θέματα – βασικά του Εορτολογίου – είχε αποσυρθεί από μια φανατατική παράταξη και έκτοτε ερχόταν και στις Μονές. Όταν ερχόταν για να με ιδή παρακολουθούσε τις Ακολουθίες από τον Νάρθηκα. Όταν τον ρώτησα “γιατί δεν μπαίνεις μέσα στο Ναό”, απάντησε:
Για να μη σκανδαλίσω κανέναν, ευλογημένε μου. Εάν με ιδούν οι Ζηλωτές στο Νάρθηκα θα πουν: “Κάποιον περιμένει ο Γερο Πέτρος” και δε θα σκανδαλιστούν. Εάν με ιδούν οι Πατέρες του Μοναστηριού στο Νάρθηκα, και αυτοί δε θα σκανδαλιστούν γιατί θα ιδούν που έχω και τον τουρβά μου στην άκρη.
Είχε ξεπεράσει τις ανθρώπινες μικρότητες, φανατισμούς κ.α. γιατί είχε φώτιση Θεού. Ήταν ζηλωτής με την καλή έννοια. Κοινωνούσε συνήθως μια φορά την εβδομάδα, εκτός εάν τύχαινε και εορτή στα ενδιάμεσα της εβδομάδος. Παρακολουθούσε δε και Θείες Λειτουργίες που γίνονταν στα γειτονικά Καλύβια και έπαιρνε μόνο το Αντίδωρο για να παρακολουθήσει και άλλη και τότε έπαιρνε και Αγιασμό, όταν φυσικά δεν κοινωνούσε, αν και βρισκόταν σε αγία πνευματική κατάσταση και μπορούσε να κοινωνάει πιο συχνά.
Όπως ανέφερα πάντα νήστευε, έκανε ενάτη κάθε μέρα, και τις Σαρακοστές τις περνούσε όλο με τριήμερα. Μόνο Σαββατοκύριακο έτρωγε δύο φορές και έκανε κατάλυση ελαίου. Τις δε ακολουθίες του τις έκανε με κομποσχοίνι, με ευχή, και συμπλήρωνε επτά ώρες εκτός από τον κανόνα του που ήταν 700 μεγάλες μετάνοιες και 33 εκατοστάρια με μικρές μετάνοιες και Σταυρό.
Απ' όλα αυτά το ένα τρίτο ήταν για τον εαυτό του, γιατί τα άλλα δύο τρίτα ήταν μισά για τους ζώντας και μισά για όλυς τους κεκοιμημένους. Εάν θα μάθαινε για κάποιον που περνάει καμιά δοκιμασία, θα έκανε ξεχωριστή προσευχή με μετάνοιες. Επίσης τις Ώρες, τον Εσπερινό και το Απόδειπνο τα έκανε και αυτά με το κομποσχοίνι. Με άλλα λόγια το εργόχειρο του ήταν η προσευχή.
Ενώ βρισκόταν σ'αυτή την αγία κατάσταση ο Γερο Πέτρος είχε όμως τόσο πολλή ταπείνωση που θεωρούσε τον εαυτό του αμαρτωλό με πολλά πάθη. Την ώρα που διάβζε το Ευαγγέλιο ο παπάς, έβγαζε το σκουφάκι του και πλησίαζε την Ωραία Πύλη και έσκυβε το κεφάλι του κάτω από το Ευαγγέλιο για να του φύγουν, όπως έλεγε, τα κακά πνεύματα.
Επειδή θεωρούσε πολύ τιποτένιο τον εαυτό του γι αυτό και δεν έπαιρνε υποτακτικό. Κάποτε που τον είχα παρακαλέσει πολύ, το δέχθηκε να με κρατήσει υποτακτικό του, αλλά τότε δε μου έδωσε ευλογία η Μονή. Όταν είχε έρθει ο Γερο Πέτρος την τελευταία φορά και μου είπε οτι ετοιμάζεται για την άλλη ζωή και μου ζήτησε συγχώρεσει, που δε θα μπορέσει να με πάρει υποτακτικό του γιατί θα πεθάνει, τότε κατάλαβα το θέλημα του Θεού, που κρυβόταν μέσα στο εμπόδιο από τους Γεροντάδεςμ αφού τον Γερο Πέτρο θα τον έπαιρνε ο Θεός. Φαίνεται οτι δεν ήμουν άξιος να μένω με άγιο και το οτι με αξίωσε ο Θεός να τον γνωρίσω για να ωφεληθώ και αυτό πολύ ήταν για την αμαρτωλότητα μου. Εάν με αξίωνε ο Θεός να τον έβλεπα έστω απο μακριά στην άλλη ζωή αυτό θα ήταν μια από τις μεγαλύτερες οικονομίες του Θεού.
Αξέχαστες θα μου μείνουν οι τελευταίες του συμβουλές με τον τελευταίο αποχαιρετισμό. Εδώ βλέπει κανείς το μεγαλείο του Θεού στους Αγίου Του, όπως και στον μικρό Όσιο Πέτρο, τον οποίο δεν τον ασπάσθηκαν νεκρό οι φίλοι του, αλλά πέρασε μόνος του από τους φίλους του, για να τον ασπασθούν ζωντανό τον “τελευταίον ασπασμόν”.
Στη συνέχεια πέρασε απο τις Καρυές, πήρε τα απαιτούμενα για τον ενταφιασμό του και απο εκεί πήγε στη Μετάνοια του, στον Όσιο Νείλο. Την επομένη έκανε Θεία Λειτουργία, στις 12 Ιουνίου, που γιόρταζε και ο ίδιος (μνήμη του Οσίου Πέτρου του Αθωνίτου). Είχαν μαζευτεί και οι Πατέρες από γύρω (οι Ασκητές). Όταν τελείωσε η Θεία Λειτουργία και κοινώνησε ο Γερο Πέτρος βγήκε έξω, ετοίμασε για τους Πατέρες νερό και λουκούμι και αυτός, μόλις κάθισε κοντά τους, έκλεισε τα μάτια του και παρέδωσε την αγιασμένη του ψυχή στον Χριστό. Οι Πατέρες νόμιζαν οτι νύσταξε και περίμεναν να ανοίξει τα μάτια του, για να τον ευχηθούν. Όταν τον σκούντηξαν, κατάλαβαν πως έφυγε για τον Ουρανό και του ευχήθηκαν “καλή ανάπαυση”.
Ανεπαύθη στις 12 Ιουνίου του Οσίου Πέτρου του Αθωνίτου, το 1958. Την ευχή του να έχουμε. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου