Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

«Ο εκλεκτός του Θεού, Όσιος Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης, ο νέος ασκητής»

Στο πλαίσιο του προγράμματος των εκδηλώσεων – ομιλιών με γενικό τίτλο «ΑΓΙΑΣΜΕΝΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ», το οποίο κατήρτισε η Ιερά Μητρόπολίς Φθιώτιδος για τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο, την Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου στις 5:30 το απόγευμα, στο Αμφιθέατρο του Πνευματικού – Διοικητικού Κέντρου της Ιεράς Μητροπόλεως πραγματοποιήθηκε η 2η ομιλία, η οποία αναφερόταν στην αγιασμένη μορφή του Γέροντος της Εύβοιας π. Ιακώβου Τσαλίκη.
Ομιλήτής ήταν ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής του Οσίου Δαυίδ του Γέροντος, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π. Γαβριήλ Εμμανουηλίδης.
Τον π. Γαβριήλ καλωσόρισε εγκαρδίως ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Νικόλαος και το παρουσίασε στο φιλάγιο κοινό, το οποίο από νωρίς είχε κατακλύσει το Αμφιθέατρο της Ιεράς Μητρόπόλεως.
Ο Ποιμενάρχης έκανε μια σύντομη εισαγωγή αναφερόμενος στον θαυμαστό και αγιασμένο βίο του Οσίου Γέροντος π. Ιακώβου παραθέτοντας προσωπικές του εμπειρίες μιας και τον εγνώριζε και τον έζησε από κοντά, τον καιρό που διακονούσε ως Αρχιδιάκονος της Ιεράς Μητροπόλεως Χαλκίδος επί Αρχιερατείας του Μακαριστού Μητροπολίτου Χαλκίδος κυρού Νικολάου Σελέντη.
«Απόψε ο θαυμαστός βίου του Οσίου Γέροντος Ιακώβου θα μας ενισχύσει, θα μας ευλογήσει και θα μας δείξει τον δρόμο της αγιότητος. Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Χαλκίδος κυρός Νικόλαος μας έλεγε συνεχώς, ότι ο π. Ιάκωβος είναι άγιος. Μια αλήθεια την οποία διαπιστώσαμε όλοι όσοι είχαμε την ευλογία τον γνωρίσουμε», είπε χαρακτηριστικά ο Σεβασμιώτατος.
Στην συνέχεια ο π. Γαβριήλ ξεκίνησε την ομιλία του εξιστορώντας θαυμαστά γεγονότα από την ζωή του Οσίου Γέροντος π. Ιακώβου καθώς και πολλά θαύματα, τα οποία επιτελούσε όντας εν τη ζωή δια της προσευχής και της ακτινοβολούσας πνευματικότητός του και μέχρι σήμερα, 25 χρόνια μετά την οσιακή κοίμησή του υπάρχει πλήθος μαρτυριών όπου ο γέροντας επεμβαίνει θαυματουργικώς .
Ο Πανάγαθος Θεός τον χαρίτωσε με σπάνια πνευματικά χαρίσματα, όπως της διοράσεως και προοράσεως, της διακρίσεως και αυτό της παραμυθίας καθώς πολλοί ήταν αυτοί που βρήκαν καταφύγιο στο πετραχήλι του δια του μυστηρίου της εξομολογήσως.
« Ο Όσιος Γέρων Ιάκωβος(1920 – 1991), ο νέος ασκητής, ο εκλεκτός του Θεού, γεννήθηκε στα αγιασμένα χώματα της Μικρασιατικής Μάκρης από γονείς ευσεβείς και ανδρώθηκε στα Φάρακλα της Ευβοίας. Από μικρή ηλικία ξεχώριζε στο χωριό του για την πολλή ευσέβεια και σύνεση, ώστε όλοι τον αποκαλόύσαν ¨παπά-Ιάκωβο¨. Αν και αποστερήθηκε την κοσμική σοφία, πλουτίσθηκε δαψιλώς από τη σοφία του Θεού.
Καθαγίασε την εποχή μας με τη θεοφιλή πολιτεία του στην μονή του Οσίου Δαβίδ, όπου ασκήτευσε επί σαράντα συναπτά έτη και αναδείχθηκε σε πρότυπο ταπεινώσεως και αδιαλείπτου προσευχής, διακονώντας την ημέρα τους πατέρες της μονής με περισσή αγάπη και αγρυπνώντας τη νύκτα στο ασκητήριο του Οσίου Δαύιδ.
Ως ηγούμενος της μονής επί δεκαέξι έτη την ανέδειξε φάρο τηλαυγή της Ορθοδοξίας, προσελκύοντας πλήθος μοναστών και πιστών.
Βράχος ακλόνητος υπομονής και πραότητος δείχθηκε, ισοστάσιος των παλαιών ασκητών, διακρινόμενος για την απλότητα και διακριτικότητά του. Προικήσθηκε με προορατικό χάρισμα και με την προσευχή του εστήριξε και εθεράπευσε πολλόύς. Όασις πνευματική η παρουσία του στον κόσμο, ανέψυχε τους οδοιπόρους της ζωής και ξεκούραζε τις ταλαίπωρες ψυχές, παρέχων φιλοξενία σε κάθε προσερχόμενο.
Στύλος φωτοειδής γενόμενος αρετών, εφώτισε την εσκοτισμένη γεννεά μας με τις χρυσόλαμπες ακτίνες των λόγων και των έργων της ευποίας του. Άφησε τον κόσμο τούτο, για να εορτάσει τα προσωπικά του Εισόδια στην Βασιλεία των Ουρανών, ανήμερα των Εισοδίων της Θεοτόκου του 1991. Ας έχουμε όλοι την ευχή του και τις πρεσβείες του στον Κύριο».
Κατακλείνοντας την θαυμάσια ομιλία του ο π. Γαβριήλ ευχαρίστησε για ακόμη μια φορά τον Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη μας κ. Νικόλαο για την πρόσκληση και ευχήθηκε σε όλους κάθε ευλογία του Θεού, του Οσίου Δαυίδ και του Γέροντος π. Ιακώβου.
Κατά την διάρκεια της ομιλίας στην μεγάλη οθόνη προβαλλόταν φωτογραφικό υλικό από την ζωή του π. Ιακώβου και στο τέλος οι παρευρισκόμενοι πιστοί και όσοι ακούγαν την εκδήλωση από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Ιεράς Μητροπόλεως, άκουσαν ένα σπάνιο ηχητικό ντοκουμέντο με τον π. Ιάκωβο να ψάλλει το Χριστός Ανέστη.
Τέλος ο π. Γαβριήλ προσεκόμισε προς προσκύνηση και αγιασμό όλων τεμάχιο της τιμίας χείρας του Οσίου Δαυίδ και προσέφερε σε όλους ως ευλογία ένα εικονάκι του Γέροντος.
Την εκδήλωση ετίμησαν με την παρουσία τους, ο Υποστράτηγος Ανδρέας Αποστολόπουλος Διευθυντής της Οικονομικής Υπηρεσίας της Ελληνικής Αστυνομίας, πολλοί ιερείς της πόλεως και πλήθος ευσεβών πιστών.
iakovos_tsalikis1 iakovos_tsalikis2 iakovos_tsalikis3 iakovos_tsalikis6 iakovos_tsalikis5 iakovos_tsalikis4 iakovos_tsalikis7 iakovos_tsalikis8 iakovos_tsalikis9 iakovos_tsalikis10 iakovos_tsalikis11 iakovos_tsalikis12 iakovos_tsalikis13 iakovos_tsalikis14 iakovos_tsalikis15 iakovos_tsalikis16 iakovos_tsalikis17 iakovos_tsalikis18 iakovos_tsalikis19 iakovos_tsalikis20 iakovos_tsalikis21 iakovos_tsalikis22 iakovos_tsalikis23 iakovos_tsalikis24 iakovos_tsalikis25 iakovos_tsalikis26 iakovos_tsalikis27 iakovos_tsalikis28Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, Φωτό imfth & Δημήτριος Ανάγνου

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2017

Η πέντε αἰτίες που παραχωρεῖ ὁ Θεὸς νὰ πολεμούμαστε ἀπὸ τοὺς δαίμονες ( Μικρὸς Εὐεργετινός )



Λένε ὅτι γιὰ πέντε αἰτίες παραχωρεῖ ὁ Θεὸς νὰ πολεμούμαστε ἀπὸ τοὺς δαίμονες.

Καὶ πρώτη εἶναι, λένε, ν᾿ ἀποκτήσουμε τὴ διάκριση τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς κακίας, καθὼς μᾶς πολεμοῦν καὶ τοὺς πολεμᾶμε.

Δεύτερη, ν᾿ ἀποκτήσουμε τὴν ἀρετὴ μὲ πόλεμο καὶ κόπο, κι ἔτσι νὰ τὴν ἔχουμε βέβαιη καὶ σταθερή.

Τρίτη, νὰ μὴν ὑψηλοφρονοῦμε, καθὼς προοδεύουμε στὴν ἀρετή, ἀλλὰ νὰ μάθουμε νὰ ταπεινοφρονοῦμε.

Τέταρτη, νὰ μισήσουμε τελείως τὴν κακία, ἀφοῦ τὴ γνωρίσουμε μὲ τὰ παθήματά μας.

Πέμπτη καὶ κυριότερη ἀπ᾿ ὅλες, νὰ μὴν ξεχνᾶμε, ἀφοῦ ἀποκτήσουμε τὴν ἀπάθεια, οὔτε τὴ δική μας ἀδυναμία οὔτε τὴ δύναμη Ἐκείνου ποὺ μᾶς βοήθησε.

Τοῦ ἁγίου Μαξίμου

Μικρὸς Εὐεργετινός

Οι αληθινοί Χριστιανοί δεν φοβούνται. Φοβάται αυτός που βρίσκεται μακριά από Τον Ιησού Χριστό




Η δειλία είναι νηπιακή συμπεριφορά μιας ψυχής πού εγήρασε στην κενοδοξία. Η δειλία είναι απομάκρυνσις της πίστεως, με την ιδέα ότι αναμένονται απροσδόκητα κακά.

Ο φόβος είναι κίνδυνος που προμελετάται. Ή διαφορετικά, ο φόβος είναι μία έντρομη καρδιακή αίσθησις, πού συγκλονίζεται και αγωνιά από αναμονή απροβλέπτων συμφορών. Ο φόβος είναι μία στέρησις της εσωτερικής πληροφορίας. Η υπερήφανη ψυχή είναι δούλη της δειλίας∙ έχοντας πεποίθησι στον εαυτόν της και όχι στον Θεόν, φοβείται τους κρότους των κτισμάτων και τις σκιές.

Όσοι πενθούν και όσοι καταπονούνται χωρίς να υπολογίζουν κόπους και πόνους, δεν αποκτούν δειλία. Πολλές φορές όσοι υποκύπτουν στην δειλία χάνουν το μυαλό τους. Και είναι φυσικό αυτό, διότι είναι δίκαιος Εκείνος πού εγκαταλείπει τους υπερηφάνους, ώστε και οι υπόλοιποι να μάθωμε να μη υψηλοφρονούμε.

Όλοι όσοι φοβούνται είναι κενόδοξοι, αλλ΄ όμως όλοι όσοι δεν φοβούνται δεν σημαίνει ότι είναι ταπεινόφρονες, αφού και οι λησταί και οι τυμβωρύχοι δεν υποκύπτουν εύκολα στην δειλία.

Σε όποιους τόπους συνηθίζεις να φοβήσαι, μη διστάζης να πηγαίνης, όταν ακόμη δεν έχη ξημερώσει. Εάν δείξεις κάποια χαλαρότητα στο σημείο αυτό, τότε θα γηράση μαζί σου το νηπιακό και αξιογέλαστο τούτο πάθος. Ενώ βαδίζεις προς τα εκεί οπλίζου με την προσευχή. Μόλις φθάσης σ΄ εκείνους τους τόπους, ανύψωσε τα χέρια σου. Με το όνομα του Ιησού μάστιζε τους εχθρούς, διότι δεν υπάρχει ούτε στον ουρανό ούτε στην γη ισχυρότερο όπλο. Αφού απαλλαγής από την αρρώστεια αυτή, ας ανυμνήσης τον Λυτρωτή σου∙ διότι εάν τον ευγνωμονής, θα σε σκεπάζη παντοτινά.

Ποτέ δεν μπορείς διά μιας να γεμίσης την κοιλία. Παρόμοια βέβαια δεν μπορείς διά μιας να νικήσης την δειλία. Όταν έχωμε πολύ πένθος, θα υποχωρήση πιο γρήγορα∙ όταν όμως αυτό μας λείπη, θα παραμένουμε συνεχώς δειλοί. «Έφριξάν μου τρίχες και σάρκες» είπε ο Ελιφάζ (Ιώβ δ΄ 15), περιγράφοντας την πανουργία τούτου του δαίμονος.

Άλλωτε εδειλίασε πρώτα η ψυχή και άλλοτε το σώμα, και εν συνεχεία μεταβίβασε το ένα στο άλλο το πάθος. Αν συμβή να φοβηθή το σώμα, χωρίς όμως να εισδύση ο άκαιρος φόβος στην ψυχή, ευρισκόμεθα πλησίον στην θεραπεία. Όταν δε όλα τα δυσάρεστα και απροσδόκητα τα δεχώμεθα πρόθυμα, με συντριμμένη καρδιά, τότε ελευθερωθήκαμε πραγματικά από την δειλία.
Δεν ενισχύει τους δαίμονας εναντίον μας το σκότος και η ερημία των τόπων, αλλά η ακαρπία της ψυχής μας. Μερικές φορές όμως πρόκειται για οικονομική παίδευσι εκ μέρους του Θεού.

Εκείνος που έγινε δούλος του Κυρίου, θα φοβηθή μόνο τον ιδικό του Δεσπότη. Και εκείνος πού δεν φοβείται ακόμη Αυτόν, φοβείται πολλές φορές την σκιά του.

Όταν πλησιάση αοράτως ένα πονηρό πνεύμα, φοβείται το σώμα. Όταν όμως πλησιάση κάποιος Άγγελος, αγάλλεται η ψυχή των ταπεινών. Γι΄αυτό, μόλις από την ενέργεια αυτή αντιληφθούμε την παρουσία του, ας τρέξουμε γρήγορα στην προσευχή, διότι ήλθε να προσευχηθή μαζί μας ο αγαθός μας φύλαξ.

Όποιος ενίκησε την δειλία, είναι φανερό ότι ανέθεσε στον Θεόν και την ζωή και την ψυχή του.


«Περί Δειλίας» ΚΛΙΜΑΞ Αγίου Ιωάννου Σιναΐτου 

Δεν πρέπει ούτε για αστείο να επικαλούμαστε τον Διάβολο - «Γεροντικό Αγίου Όρους»




«ευλογείτε και μη καταράσθε»

Το περιστατικό του μοναχού Ιωσήφ

Στην Σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος στο Κουτλουμούσι, ο μοναχός Ιωσήφ, θέλησε να επισκευάσει, στο πάτωμα της καλύβας του, ένα σανίδι που είχε σπάσει. Καθάρισε το σάπιο, πήρε με ακρίβεια τα μέτρα, έκοψε το σανίδι και πήγε να το τοποθετήσει. Όταν το έβανε στη θέση του, το σανίδι ήταν μεγαλύτερο. Το πήρε, έκοψε το περίσσιο και πήγε πάλι να το τοποθετήσει. Το είδε πως ήταν μικρότερο απ΄ ότι έπρεπε.

Ο Γέρο - Ιωσήφ, ήταν μαραγκός στο επάγγελμα. Παίρνει για δεύτερη φορά τα μέτρα, κόβει άλλο σανίδι στα μέτρα που χρειάζονταν με ακρίβεια, πήγε να το βάλει στη θέση του, αλλά και πάλι περίσσευε, το έκοψε, κι όταν πήγε να το καρφώσει, έγινε μικρότερο. Τότε έχασε την υπομονή του και με θυμό είπε : «Άει στο διάβολο, διάβολε, τί έχεις, τί να σου κάμω για να ταιριάξεις ; Τέσσερις φορές σε μέτρησα και τέσσερις σε έκοψα, τώρα τί διάβολο έχεις και δεν ταιριάζεις»;

Ο ταλαίπωρος αυτός μοναχός, αντί να ειπεί την ευχή και να επικαλεστεί τη θεία βοήθεια στην εργασία του, προτίμησε να μνημονεύσει τον διάβολο, ο οποίος δεν άργησε αλλά κάτι τέτοιες ευκαιρίες ζητάει, γι΄ αυτό παρουσιάστηκε μπροστά του, ο διάβολος, μ΄ όλη την αγριωπή μορφή του και του είπε : «Με φώναξες γέροντα, τί είναι, τί θέλεις ; Εδώ είμαι 'γω για να σε βοηθήσω».

Ο Γέρο - Ιωσήφ τρομαγμένος έκαμε το σταυρό του, παράτησε το σανίδι κι έτρεξε στον Πνευματικό του να εξομολογηθεί, αλλά από τότε μέχρι σήμερα έχουν περάσει περισσότερα από 30 χρόνια και δεν μπορεί να συνέλθει, του έμεινε ο φόβος και μια αφηρημάδα στο μυαλό, σαν αντιμισθία από τον διάβολο.

Τούτο ας γίνει μάθημα σε όλους, μικρούς και μεγάλους, να μη λένε το διάβολο, ούτε για αστεία. Επειδή, ο διάβολος βάνει τον άνθρωπο να θυμώνει και στον θυμό του επάνω, τον βάνει να βρίζει ή να βλασφημεί τα θεία, κι αν δεν κατορθώσει τούτο, τον πείθει να ειπεί στον συνάνθρωπό του, στον αδελφό του, στο παιδί του, ή και στον εαυτό του ακόμη, «Άει στο διάβολο». Τούτο γίνεται κακίστη συνήθεια και πολλοί γονείς στέλνουν τα παιδιά τους στον διάολο.

Ενώ μπορεί ο άνθρωπος να αποκτήσει καλές συνήθειες κι αντί να λέει «άει στο διάβολο», να λέει «άει στην ευχή» ή «άει στο καλό σου» ή όπως συνηθίζουν οι πατέρες να λένε «να σε πάρει η ευχή» ή «ο Θεός να σ΄ ελεήσει», που είναι το καλύτερο απ΄ όλα. Έτσι συνηθίζει ο άνθρωπος να εύχεται και να λέει πάντοτε τα καλά, σύμφωνα με την Αγία Γραφή «ευλογείτε και μη καταράσθε» (Ρωμ. 12, 14».
Ανδρέου Μοναχού Αγιορείτου
«Γεροντικό Αγίου Όρους»

Ανταύγειες από την εν Χριστώ αγάπη του Γέρ. Γεωργίου Γρηγοριάτη


Ο άγιος Καστορίας έγραψε για τον Γέροντα, ότι ήταν «στολισμένος με την αρετή της ευγενείας… Κι αυτή η ευγένεια, την οποία είχε κι η οποία έβγαινε από τον χώρο της ψυχής του, δεν ήταν απλώς μία καλή συμπεριφορά… ήταν καρπός του Αγίου Πνεύματος. Ήταν μία εσωτερική κατάσταση που οφειλόταν στην παρουσία του Παρακλήτου, που ήταν ενιδρυμένος στον χώρο της ψυχής του… Ο ευγενής είναι αυτός… που βρίσκει τρόπους και ευκαιρίες να τιμήσει και να δείξει την αγάπη του στο πρόσωπο του άλλου, γιατί στο πρόσωπο του άλλου συναντά τον Χριστό… Και η τιμή αυτή δεν είναι υποκριτική, αλλά πηγαία και αληθινή». Επίσης έχει λεχθή για τον Γέροντα, ότι ήταν «ένας άνθρωπος που ήξερε να τιμά, να σέβεται και να αγαπά τον μικρότερό του, τον ασήμαντο και φτωχό».
gkapsan2Και εμείς που είχαμε την ευλογία να είμαστε υποτακτικοί του, απολαύσαμε αυτή την ευγένειά του και την αγάπη του, που σκόρπιζε αφείδωλα όχι μόνον στα καλογέρια του αλλά και προς κάθε άνθρωπο, μικρό ή μεγάλο, επίσημο ή άσημο, και που ανέβλυζε από την αγάπη του προς τον Θεό.
Έλεγε συχνά: «Είμαστε αδύνατοι και αμαρτωλοί. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Μόνο λίγη αγάπη να δείξουμε στους αδελφούς μας». Θυμούμαι κάποτε που, ενώ συνομιλούσα με κάποιον, ταυτόχρονα έπλεκα κομποσκοίνι. Με κάλεσε ιδιαιτέρως, για να μου πη: «Αυτό που κάνεις δεν είναι σωστό. Δίνεις προσοχή στο εργόχειρό σου και όχι στην εικόνα του Θεού, τον άνθρωπο, με τον οποίο συνομιλείς».
Αυτή η διπλή αγάπη του, προς τον Θεό και τον άνθρωπο, τον κινούσε σε όλες τις ενέργειές του.
Μόλις 19 ετών, ως πρωτοετής φοιτητής της Θεολογίας, άρχισε το έργο της κατηχήσεως των νέων. Τότε δημιούργησε με μεγάλους αγώνες τον «Παντοκράτορα», Ίδρυμα Νεότητος, με ναό αφιερωμένο στην θεία Ανάληψι του Σωτήρος και χώρους καταλλήλους για ομιλίες, κατήχησι των νέων και αθλοπαιδιές. Στο Ίδρυμα αυτό ο κ. Γεώργιος υποδεχόταν τους νέους με χειραψία, εγκαρδιότητα, πνευματική ζεστασιά και πολλή αγάπη. Τους συγκέντρωνε και τους μιλούσε για πνευματικά θέματα, συχνά δε και ιδιαιτέρως. Πολλές φορές κάλυπτε και τις υλικές τους ανάγκες. Από το Ίδρυμα αυτό πολλοί νέοι γαλουχήθηκαν πνευματικά και οδηγήθηκαν στον Χριστό.
Την θεοφιλή αγάπη του προς τον άνθρωπο, την αποτυπώνει και στα κείμενά του. Σε άρθρο του για τον μοναχισμό το 1989 πρόβαλε την «κοινωνικότητα του Ορθοδόξου μοναχισμού»: «Το απόκοσμο του μοναχού δεν σημαίνει και αντικοινωνικότητα, όπως και η κοσμικότητα δεν σημαίνει κοινωνικότητα. Είναι θαυμαστό πως οι απόκοσμοι μοναχοί είναι ανοικτοί στον κάθε άνθρωπο. Πως δέχονται τον κάθε άνθρωπο ως εικόνα Θεού και ως αδελφό. Πως οι πιο προχωρημένοι και χαριτωμένοι εκ των μοναχών μπορούν να αναπαύσουν τον κάθε άνθρωπο, όσο ταλαιπωρημένος και συγκεχυμένος και αν είναι… Μυστικώτερα οι μοναχοί εκφράζουν την αγάπη τους για τους συνανθρώπους των με τις προσευχές των υπέρ αυτών… Σε περιπτώσεις έκτακτες εθνικών συμφορών, διωγμών, αιχμαλωσιών, και λοιπών δοκιμασιών, οι μοναχοί εκφράζουν την αγάπη τους προς τους συνανθρώπους των με κοινωφελή και προνοιακά έργα, όπως έκαμε η αγία Φιλοθέη στην Αθήνα επί τουρκοκρατίας».
Τις θέσεις του αυτές είχε αποδείξει εμπράκτως το 1973, όταν κάποια πνευματικά του παιδιά βρέθηκαν στα κρατητήρια της παντοδύναμης τότε ΕΣΑ. Ο π. Γεώργιος -νεαρός πνευματικός τότε- αψηφώντας τον κίνδυνο ζήτησε να τα δη, για να τα παρηγορήση και ενισχύση. Οι υπεύθυνοι όχι μόνον του το αρνήθηκαν, αλλά και τον συκοφάντησαν στα παιδιά λέγοντάς τους: «Ούτε και ο πνευματικός σας ήλθε να σας δη».Ο π. Γεώργιος φεύγοντας τους είπε: «Η ζωή είναι σαν μία ρόδα. Σήμερα είστε εσείς επάνω. Αύριο θα είστε κάτω. Και τότε θα θελήσετε να έλθη ο πνευματικός σας να σας δη και δεν θα τον αφήσουν».
Χαρακτηριστικό επίσης παράδειγμα της αγάπης του ήταν και ο τρόπος, με τον οποίο ο Γέροντας αντέδρασε στην ψήφισι από την Βουλή των Ελλήνων, την Μ. Τεσσαρακοστή του 1986, του νόμου περί νομιμοποιήσεως των αμβλώσεων. Είχε πονέσει πολύ τότε. Σε κείμενό του της εποχής εκείνης έγραφε: «(Οι αμβλώσεις) τώρα είναι «νόμιμες» κατά τον νόμο των ανθρώπων. Κατά τον θείο Νόμο όμως είναι παράνομες και αποτροπιαστικές. Βλέπω το πλήθος των αμβλώσεων, όπως και την νομιμοποίησί τους, ως το μεγαλύτερο αμάρτημα του νέου Ελληνισμού. Αμάρτημα με το οποίο ανασταυρώνουμε τον Υιό του Θεού. Ας προσευχώμεθα όλοι εκτενώς να υπάρξη συναίσθησις της φοβεράς αποστασίας και μετάνοια…». Τον πόνο του αυτόν εκδήλωσε και με την απόφασί του να μη κάνη εκκλησιαστική υποδοχή στους πολιτικούς που ψήφισαν τον νόμο αυτό.

Μοναχός Λεόντιος Σιμωνοπετρίτης (1859 – 24 Φεβρουαρίου 1949)

Μοναχός Λεόντιος Σιμωνοπετρίτης
Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας

Γεννήθηκε στο χωριό Νεοχώρι Κυνουρίας της Πελοποννήσου. Ήταν μεγαλέμπορος στην Αμερική και ήλθε στο Άγιον Όρος με τον υπάλληλό του, που μοναχός ονομάσθηκε Δανιήλ και τον διακονούσε στις ανάγκες του με αφοσίωση. Κατοίκησε πρώτα στην Καλύβη της Υπαπαντής της σκήτης Κουτλουμουσίου. Το μοναχικό σχήμα είχε λάβει στη μονή του Οσίου Γερασίμου στα Ιεροσόλυμα το 1897. Τους αγώνες του συνέχισε και τελείωσε στην ουρανογείτονα μονή της Σιμωνόπετρας, που ήλθε το 1908. Τα τελευταία του είκοσι χρόνια τα πέρασε τυφλός στο Κάθισμα της μονής του Αγίου Σίμωνος του Μυροβλύτου. Όταν τυφλώθηκε έλεγε: «Τώρα όλα τα βλέπω καλύτερα, όλα τα αισθάνο­μαι καλύτερα. Ο Θεός μου έδωσε πιο δυνατό φως, από εκείνο που είχα, όταν ήμουν υγιής». Οι ασκητές που περνούσαν με το καραβάκι κι έβλεπαν το κελλί του υποκλίνονταν. Τον ονόμαζαν «Γέρων Λεόντιος ο τυφλός και ενάρετος». Για ένα διάστημα έκανε στην έρημο του Αγίου Βασιλείου και στα Κατουνάκια. Στη Σιμωνόπετρα έμενε με άλλους δύο αγωνιστές πατέρες: τον μοναχό Δανιήλ (+1949) και τον μοναχό Αλύπιο (+1954).
Γράφει ο ευλαβής συμμοναστής του παπα-Χρύσανθος: «Ο Γερο- Λεόντιος, όπου ήτο τυφλός, έκανε το ημερονύκτιον τρεις χιλιάδες έως τρισήμισι χιλιάδες μετάνοιες. Θέρμανση ουδέποτε εδέχετο εις το κελλί του. Κατά την διακοπή των αγρυπνιών είχον κελλία εις το βόρειον μέ­ρος και άκουγαν τους διακονητάς και λοιπούς θορύβους εις τα μαγει­ρεία, και ενώ τα κελλία των είχον παράθυρα προς βορράν δεν εδέχοντο να τους βάλουν τζάμια, αλλά υπέμεναν το δριμύτατο ψύχος εμμένοντες εις το προαιρετικόν μαρτύριον. Ο Γερο-Λεόντιος ήτο τυφλός, ωθούμενος δε από θείον έρωτα εράπιζεν το πρόσωπόν του ακαταπαύστως. Εάν κανείς αδελφός τον επλησίαζε και τον ερώταγε διά την υψηλήν ζωήν, και το πως να φθάση ο νους του, όσον είναι δυνατόν ανθρώπου, εις τον μετά τον εμπύρινον ουρανόν, όπου είναι αι ουράνιαι δυνάμεις, αναστενάζων του έλεγεν: “Αχ, παιδί μου, δεν έφθασα εις το βάθος της ταπεινοφροσύνης του προ της παρακοής Αδάμ. Εάν είχον φθάσει εις αυτό το βάθος, θα ημπορούσα να σου έλεγον ένα λόγον. Πλην μάθε, εάν θέλης να φθάσης εις αυτά τα ύψη, μακράν σου δεν είναι, αλλά ιπόμενον εις το κελλίον σου πείναν, δίψαν, ψύχος και τα λυπηρά, διά των οποίων ανέρχεται εις αυτά τα ύψη ακόπως ο νους του μοναχού”».
Συνεχίζει τις μυρίπνοες διηγήσεις του περί των διδακτικών διδαχών του αομμάτου, νηπτικού Γέροντος: «Εάν θέλης να αποκτήσης την καρδιακήν προσευχήν, θα φυλάξης άκραν υπακοήν και θα πωληθής εις τον ηγούμενον και θα παραδοθής ψυχή τε και σώματι, διά να αξιωθής της καρδιακής προσευχής, η οποία είναι πηγή πάσης θεολογίας. Εάν θέλης να φθάσης εις τα ύψη των πατέρων μας, εις άλλο τι δεν θα καταγίνεσαι παρά μόνον εις τον θείον έρωτα. Εάν πεινάς, μη φοβήσαι, η ούράνιος άνασσα, η Κυρία Θεοτόκος, θα σε θρέψη, εάν διψάς μη φοβήσαι, θα σε ποτίση Αυτή, όχι εκ του φθαρτού ύδατος όπου παρέρχεται, αλλά εκ του αφθάρτου, που είναι ο θείος έρως. Και εάν θέλης να αποκτήσης τον θείον έρωτα, να βιάζεσαι, διότι η Βασιλεία του Θεού βιάζεται από τους βιαστάς μοναχούς».
Κάποτε ένας νέος μοναχός είδε τον Γέροντα Λεόντιο, μαζί με άλλους δύο πατέρες, σε μία σφοδρή κακοκαιρία, ανυπόδητους να έχουν τη νύχτα ανάψει τη λάμπα πετρελαίου και να μελετούν την Αγία Γραφή. «Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην …». Κι έβλεπαν τα μυστήρια της θείας δημιουργίας κι έκλαιγαν ακατάπαυστα. Όταν ήταν νέος, πήγαινε για τη νηπτική θεωρία να συμβουλεύεται τον ησυχαστή Γέροντα Καλλίνικο τον Κατουνακιώτη (+1930).
Ανεπαύθη εν Κυρίω στο Κάθισμα του Αγίου Σίμωνος στις 24.2.1949, γηροκομούμενος από τον υποτακτικό του Δανιήλ.
Πηγές – Βιβλιογραφία:
Χερουβείμ αρχιμ., Από το Περιβόλι της Παναγίας νοσταλγικές αναμνήσεις, Ωρωπός Αττικής 1981, σσ. 209-210. Χρυσάνθου Αγιαννανίτου ιερομ., Γεροντικαί ενθυμήσεις και διηγήσεις, τ. Α’, Μώλος Λοκρίδος 2008, σσ. 98-102.

Γέροντας Εφραίμ, Προηγούμενος Ι.Μ. Φιλοθέου «Η απάθεια έρχεται μόνον δια της νοεράς προσευχής..»



Κάθεται λοιπόν ο άνθρωπος και ακούει την καρδιά που δουλεύει. Έ! το δούλεμα αυτό βγάζει εμπόριο. Όπως μια μηχανή, την βάζουμε μπροστά και δουλεύει, το ίδιο συμβαίνει όταν προχωρήση η επιστήμη της προσευχής. Όπως όταν στις αρχές είναι χειροκίνητες οι μηχανές χρειάζονται κόπο· όταν όμως τις ρυθμίση ο μηχανικός ώστε να γίνουν αυτόματες και με ηλεκτρισμό, τότε βγάζουν περισσότερη δουλειά και χωρίς κόπο. Παρόμοια συμβαίνει και με την προσευχή. Στην αρχή χρειάζεται κόπος για να ρυθμίση κανείς την προσευχή με την αναπνοή του· κατόπιν όμως γίνεται αυτόματα αυτή η εργασία και ο νους την παρακολουθεί, όπως ο μηχανικός παρακολουθή την αυτόματη μηχανή. Εν τω μεταξύ αν βρήτε και καμμιά δυσκολία ώσπου να μπήτε στο ρυθμό, μου την λέτε. Εσείς θα βάλλετε αρχή και ό,τι δυσκολία βρήτε να μου την πήτε να την ρυθμίσω εγώ, να μπή το νερό στο αυλάκι, μετά θα τρέχη μόνο του.
Gerontas Efraim Filotheiis, Mega Synodiko Ieras Megistis Monis Vatopaidiou 012
Την προσευχή θα την βοηθήση, όπως είπαμε, η σιωπή των χειλέων, να μη έχουμε παρρησία και υπερηφάνεια. Είναι πάρα πολύ μεγάλο εμπόδιο στην προσευχή η υπερηφάνεια. Όταν θα προσεύχεσθε, μόλις θα γεννά το μυαλό λογισμούς, θα κατηγορήτε τον εαυτόν σας συνεχώς – συνεχώς για να μη σηκώση κεφάλι η υπερηφάνεια μέσα. Ματσούκι, ξύλο. «Είσαι τέτοιος, είσαι τέτοιος, είσαι τέτοιος…», ώστε ο εγωισμός να μή σηκώση κεφάλι καθόλου. Τίποτε να μή σκέπτεται ο άνθρωπος εκείνη την ώρα, μονάχα να προσπαθήση να προσεύχεται μετά φόβου.
Αυτά δεν τα ξέραμε όταν είμασταν στον κόσμο, δεν είχαμε αυτή την λεπτομέρεια, την διδαχή αυτή απ’ τον πνευματικό μας, και προσευχόμασταν και με φαντασίες, προσευχόμασταν έτσι και αλλοιώς. Δεν μας παρεξηγούσε βέβαια ο Θεός, γιατί δεν ξέραμε. Αλλά το θέμα είναι να διδαχθούμε πράγματα στην πράξι γενόμενα και όχι στη θεωρία, και ό,τι πηγάσει απ’ αυτήν την προσευχή είναι γνήσιο και δεν είναι από τη φαντασία, ούτε το φαντασθήκαμε διότι μας ήρθε ένας συναισθηματισμός, όταν π.χ. είδαμε μια ωραία Παναγία και την φαντάστηκα μετά στην προσευχή. Ποιός μπορεί να αποδώση αυτό στη θεία χάρι, και να πή ότι δεν είναι από την φαντασία και την ηδονή του μυαλού και από συναισθήματα αυταρεσκείας. Αλλ’ εκείνο που θα πηγάση από τον αμετεώριστον νουν και από το Όνομα του Χριστού είναι γνήσιο.
Λοιπόν, έτσι θα προσευχόμαστε επ’ εδώ και πέρα. Αυτός ο τρόπος θα γίνη πλέον κανών προσευχής, διότι θα μας βοηθήση πολύ να δούμε τα πάθη μας, τα σφάλματά μας. Όλος ο κόπος αυτός θα μας βοηθήση να συμμαζέψουμε το νου μας. Διότι το φως, το πέρα – δώθε, το κούνημα δημιουργεί σύγχυσι στο νου. Αλλά όταν στέκεται ο άνθρωπος είτε όρθιος, είτε καθισμένος, είτε γονατιστός δεν συγχύζεται ο νούς. Αυτός ο τρόπος έχει πολλή ουσία μέσα. Αυτό θα το δουλέψετε και θα δήτε, μεγάλα πράγματα θα βρήτε. Αφού, πιστέψτε με, όταν λέγαμε την ευχή έτσι, αρχάριοι κι εμείς, τόση ευωδία υπήρχε, ευωδίαζαν όλα.
Oύτε από την πολλή μελέτη, ούτε απ’ τα πολλά ψαλσίματα ποτέ ο άνθρωπος έφθασε στην απάθεια. Η απάθεια έρχεται μόνον διά της νοεράς προσευχής. Θα μισήση μόνος του και την αργολογίαν και την παρρησίαν, θα προσπαθή να ξεμοναχιάζεται ο άνθρωπος να μή χάση αυτό το πράγμα.
Αυτό εύχομαι να σας δώση ο Θεός, την αίσθησι της προσευχής αυτής. Και όταν την γνωρίσετε στην πράξι, τότε θα δήτε και θα εννοήσετε καλά – καλά τα πράγματα που σας λέω. Τώρα πολύ – πολύ μπορεί να μή με εννοήτε, αλλά μετά που θα ’ρθή η χάρις του Θεού, τότε θα καταλάβετε και θα πήτε: Ά, καλά μας έλεγε ο Γέροντας. Και την ημέρα που θα πηγαίνετε στις εργασίες σας θα βλέπετε να λέτε «Κύριε Ιησού Χριστέ» στην εισπνοή, «ελέησόν με» στην εκπνοή. Θα είναι προσευχή χωρίς κομποσχοίνι. Θα λέγεται μόνη της και θα δημιουργήται η θέρμη, και η θέρμη θα φέρη μετά όλα τα καλά.

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2017

Π. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΣ ΙΑΚΩΒΟΥΚΕΦ .1

Κύριλλος Παβλόβ

Σε ηλικία 98 ετών εκοιμήθη εν Κυρίω ο Αρχιμανδρίτης Κύριλλος Παβλόβ από τους πλέον σεβάσμιους Ιερείς της Ρωσικής Εκκλησίας.
Ο Αρχιμανδρίτης Κύριλλος εξομολογούσε τον Πατριάρχη Ρωσίας Αλέξιο Α΄, ενώ υπήρξε ο πνευματικός πατέρας του Πατριάρχη Ρωσίας Αλέξιου Β’.
Επίσης ο Αρχιμανδρίτης Κύριλλος είχε ευλογήσει τον νυν Πατριάρχη Κύριλλο, λίγο πριν αυτός εκλεγεί.

Μνήμη του Οσίου Γέροντος Ιακώβου Βαλαδήμου


Η μνήμη του σημειοφόρου Γέροντος Ιακώβου, του Αγίου της Βίτσας Ζαγορίου, μας ενθυμίζει κάθε χρόνο στις 15 Φεβρουαρίου το μεγάλο ασκητή, γέροντα και ιεραπόστολο της Ηπείρου μας. Άλλωστε ο Γέροντας Ιάκωβος έχει τη χάρη να πρεσβεύει στον Κύριο για εξεύρεση εργασίας στους ανέργους με πολλούς ευεργετηθέντες να καταθέτουν τη μαρτυρία τους.
Ο Γέροντας Ιάκωβος, τον οποίο πρώτος ανέδειξε ο μακαριστός π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος, ο αγωνιστής ιδρυτής του «Ορθοδόξου Τύπου», με το βιβλίο του «Ένας σύγχρονος Άγιος», είναι ο πνευματικός αλείπτης του Οσίου Παϊσίου, όταν εκείνος ήταν νεαρός στην Κόνιτσα και έχει πολλά να μας διδάξει με την ιεραποστολική του δράση, με το ταπεινό του φρόνημα, με την απλότητα του χαρακτήρος του και με το πλήθος των θαυμασίων του. Στα αυτιά μας αντηχούν τα λόγια του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σπυρίδωνος, όταν τον επισκέφθηκε ο Γέροντας Ιάκωβος στην Αρχιεπισκοπή:
valadimos
-Καλώς τον πατέρα Ιάκωβο που πάτησε τη νάρκη και δεν έπαθε τίποτα.
Το περιστατικό αυτό με τη νάρκη παραθέτουμε για να τονίσουμε το πνευματικό ανάστημα του Γέροντος Ιακώβου Βαλαδήμου, που κοιμήθηκε το 1960, και έχει να μας δείξει άπειρα θαυμαστά στοιχεία αγιότητος.
Μια ημέρα κατά την περίοδο του εμφυλίου, στις 23 Ιανουαρίου του 1948, ο πατήρ Ιάκωβος επέστρεφε στο Μοναστήρι του στη Βίτσα του Ζαγορίου της Ηπείρου από το χωριό Σουδενά, όπου είχε πάει να λειτουργήσει. Η πεζοπορία διαρκούσε περίπου δύο ώρες. Εν τω μεταξύ άνδρες του στρατού είχαν τοποθετήσει παγιδευμένες χειροβομβίδες στο δρόμο και περίμεναν στα γύρω υψώματα. Ξαφνικά εμφανίσθηκε από μακριά ο πατήρ Ιάκωβος να έρχεται, προσευχόμενος όπως πάντοτε, αφού εφάρμοζε το «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι» (Α Θεσ. ε 17). Για τον Γέροντα χρόνος που δεν ήταν αφιερωμένος στο Θεό μας ήταν χαμένος χρόνος ζωής, για τον οποίο κάποτε θα λογοδοτήσουμε ενώπιόν Του, αφού ο χρόνος της ζωής μας είναι πολύ σύντομος και η σπατάλη του βλαβερή και επικίνδυνη. Άρχισαν να φωνάζουν οι στρατιώτες, μα ο πατήρ Ιάκωβος δεν τους άκουγε ευρισκόμενος σε υψηλές θεωρίες και απορροφημένος από τη γλυκύτητα της διαπροσωπικής του συναντήσεως με τον Κύριο της δόξης. Έτσι προχωρώντας, έπεσε επάνω σε τέσσερις παγιδευμένες χειροβομβίδες τύπου ‘Μιλς’, οι οποίες και εξερράγησαν. «Πάει ο παππάς», είπαν όλοι και περίμεναν να φύγουν οι καπνοί και οι σκόνες και να δουν το ανατριχιαστικό θέαμα του διαμελισμού του. Έκπληκτοι, όμως, αντίκρυσαν τον Γέροντα Ιάκωβο κάτασπρο από τις σκόνες, να τινάζει τα ράσα του, χωρίς να έχει πάθει την παραμικρή αμυχή. Το θαύμα επέτρεψε ο Θεός να γίνει, για να κερδηθούν ψυχές, αφού βλέποντας αυτό πολλοί στρατιώτες ζήτησαν να εξομολογηθούν κοντά του και τον πλησίασαν με δέος και θαυμασμό λέγοντας:
-Παπούλη, δεν έπαθες τίποτα;
-Πώς να πάθω παιδιά μου, αφού έλεγα την προσευχή μου και «προωρόμην τον Κύριον ενώπιόν μου δια παντός» (Πραξ. β 25)! Και εσάς δεν θα σας αφήσει ο Θεός να πάθετε τίποτα και όταν τον φωνάζετε, θα τον βλέπετε να στέκεται άγρυπνος πάντοτε δίπλα σας, να σας προστατεύει. Αυτός θα σας φυλάξει, ώστε σώοι να γυρίσετε στα σπιτικά σας. Μονάχα να βαδίζετε στο δρόμο Του. Να καθήσω, παιδιά μου, να σας εξομολογήσω και να σας λειτουργήσω, για να μεταλάβετε;
-Ναι, Παπούλη, απάντησαν όλοι συνεπαρμένοι από το εξαίσιο θαύμα.
Τη μοναδική αυτή ευκαιρία δεν την άφησε να πάει χαμένη ο ιεραπόστολος Γέροντας. Η διαρκής μέριμνά του ήταν η σωτηρία των ψυχών. Γι’ αυτό και πάντοτε είχε μαζί του ένα παληό πετραχήλι. Το έβγαλε από το ντουρβά που είχε κρεμασμένο στον ώμο του μαζί με τα λειτουργικά του βιβλία, κάθησε σε μία πέτρα κάτω από ένα δένδρο και παρά το κρύο του χειμώνος εξομολογούσε ένα-ένα τους στρατιώτες.
Ο πονηρός, όμως, θέλησε να ταράξει την όμορφη, κατανυκτική, γεμάτη από ευλάβεια αυτή στιγμή. Ένας λοχίας, που ήταν δάσκαλος στην πολιτική του ζωή, προσπαθούσε να εμποδίσει τους στρατιώτες να εξομολογηθούν. Ο πατήρ Ιάκωβος που τον άκουσε, τον προέτρεψε να εξομολογηθεί και αυτός, μα ο λοχίας ήταν τελείως αρνητικός. Και όχι μόνο δεν δέχθηκε την πρόταση του Γέροντος, αλλά και παίρνοντας επιδεικτικά μερικούς άνδρες, πήγε πιο πέρα στο δάσος, να μαζέψει ξύλα. Εκεί, όμως, αυτός που δεν πίστεψε στη σωτηρία του Γέροντος από τη νάρκη πάτησε κατά λάθος άλλη νάρκη και ο δυστυχής σκοτώθηκε. Μετά από αυτό το τραγικό συμβάν δεν έμεινε στρατιώτης ανεξομολόγητος. Ο Γέροντας, όμως, και γι’ αυτού την ψυχή προσευχήθηκε με συντριβή και μάλιστα ο ίδιος έψαλε και την εξόδιο ακολουθία του παρακαλώντας τον Κύριο της συγχωρητικότητος, όπως παλαιότερα ο Πρωτομάρτυρας Στέφανος λέγοντας: «Κύριε, μη στήσης αυτώ την αμαρτίαν ταύτην» (Πραξ. ζ 60).
Ο τάφος του μακαριστού Γέροντος βρίσκεται στο ημιερειπωμένο Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία στη Βίτσα του Ζαγορίου και τα χαριτόβρυτα λείψανά του στον Ναό της Παναγίας μας στη Βίτσα.

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2017

Ιερομόναχος Νικάνωρ Χιλανδαρινός (1903-19 Φεβρουαρίου 1990)

Ιερομόναχος Νικάνωρ Χιλανδαρινός
Ο μακαριστός Γέροντας Νικάνωρ γεννήθηκε στο χωριό Ντίβτσι, κοντά στην πόλη Βάλιεβο της Σερβίας στις 13.8.1903 από ευσεβείς και απλοϊκούς γονείς. Μικρός είχε τη θέρμη των πρώτων χριστιανών. Κατά κόσμον ονομαζόταν Νικόλαος Σάβιτς. Στην ιερά μονή Χιλανδαρίου, την οποία ίδρυσαν συμπατριώτες του και στην οποία κατοι­κούν πολλοί έως σήμερα, προσήλθε στις 17.8.1927. Μοναχός εκάρη στις 15.9.1929. Προϊστάμενος της μονής της μετανοίας του, την οποία αγάπησε θερμά και υπηρέτησε άοκνα, εξελέγη στις 31.12.1941. Το 1963 διετέλεσε Πρωτεπιστάτης του Αγίου Όρους και επί αρκετά έτη επίτροπος και αντιπρόσωπος της μονής του στην Ιερά Κοινότητα. Εργάσθηκε και ο ίδιος στους αμπελώνες, τους λεπτοκαρώνες και τους καστανεώνες της μονής.
Ο μακαριστός Γέροντας Μητροφάνης Χιλανδαρινός (+1999), με τον οποίο συνεργασθήκαμε, μας έλεγε, με συγκίνηση, για τον μακα­ριστό Γέροντά του Νικάνορα, πως ήταν άνθρωπος πολύ σοβαρός και σπουδαίος, βαθιά πνευματικός και κατανυκτικός. Είχε μεγάλη αγάπη για όλους. Κρατούσε μία μικρή επιφύλαξη για τους Γερμανούς, επειδή στον πόλεμο κρέμασαν πολλούς συμπατριώτες του. Δεν τους μισούσε όμως. Είχε αγωνισθεί για να το κατορθώσει. Παρότι ήταν απόφοιτος της πρώτης Δημοτικού, μελετούσε πολύ ως τα βαθιά του γεράματα. Η μελέτη ήταν γι’ αυτόν μεγάλη πηγή γνώσεως. Αγαπούσε πολύ τα βιβλία και τους συγγραφείς. Όταν πήγαιναν ερευνητές στο μοναστήρι του, τους εξυπηρετούσε με κάθε τρόπο, και τους παρότρυνε να εκδώσουν τους κόπους των ερευνών τους.
Πρώτος έμπαινε καθημερινά στο ναό κι έβγαινε τελευταίος. Η κόπωση, τα γηρατειά και η ασθένεια δεν τον έκαμπταν. Η στάση του έδινε κουράγιο σε όσους πήγαιναν να οκνεύσουν λίγο. Επί εφτά ώρες σχεδόν κάθε ημέρα ήταν ένας στύλος φωτεινός στο Καθολικό. Η θέρμη της ψυχής του φαινόταν στον ήπιο λόγο του και το τρυφερό βλέμμα του. Κατακτούσε έτσι αμέσως τον συνομιλητή του. Διατηρούσε όμως πάντοτε μία διακριτική απόσταση. Έδενε τους ανθρώπους με τον Χρι­στό και όχι με το πρόσωπό του. Η κάθε του κίνηση ήταν συνειδητή και υπεύθυνη. Είχε μία σοφή επαγρύπνηση για τον εαυτό του και για τη μονή του. Ήξερε να συγκεντρώνεται, να σκύβει μέσα του, να σκάβει, να μέμφεται, να χαίρεται την καλογερική ζωή. Είχε διάκριση. Ήξερε πότε να σιωπά, ν’ αποσύρεται, να περιμένει, να ελπίζει. Ήταν οικονόμος κι ελεήμων. Χαιρόταν πολύ να δίνει χρήματα να τυπώνονται ψυχωφελή βιβλία. Επικοινωνούσε με άνεση με τους πολλούς προσκυνητές και συ­ζητούσε φιλικά μαζί τους διάφορα πνευματικά θέματα.
«Το πιο σπουδαίο, έλεγε, είναι να είμαστε όσο πιο πολύ γίνεται κα­λοί στην εκκλησία. Όλα τα άλλα είναι δευτερεύοντα. Ας κάνουμε μόνο τ’ απαραίτητα. Προσευχόμαστε στον Θεό να έλθουν καλύτερες ημέρες για τη μονή. Αυτοί που θα έλθουν ας κάνουν τα περισσότερα». Επί κομμουνισμού πήγαινε στην πατρίδα του να ξυπνάει τους κοιμισμένους χριστιανούς. Μια μικρή περιουσία που είχε την έδωσε για να επισκευασθεί η εκκλησία του χωριού του. Το Χιλανδάρι το λάτρευε.
Αγαπούσε ιδιαίτερα το Άγιον Όρος, την Ελλάδα και τον μοναχισμό. Υπήρξε ελεήμων, σοβαρός, συνετός, διακριτικός και ειλικρινής. Εμείς λίγο τον γνωρίσαμε, αλλά πολλά καλά ακούσαμε γι’ αυτόν. Ο θάνατος τον βρήκε σε υψηλή διακονία. Είχε σταλεί από το Πατριαρχείο της Σερβίας στη μακρινή Αυστραλία, για να ομονοήσει δύο εκεί κοινότη­τες. Ανεπαύθη στις 19.2.1990, Κυριακή της Ορθοδοξίας, ο ορθοδοξότατος Προηγούμενος Νικάνωρ Χιλανδαρινός, ο σεβάσμιος άνθρωπος του Θεού. Ετάφη την επομένη στην εκεί μονή του Αγίου Σάββα.
Πηγές – Βιβλιογραφία
Μωυσέως Αγιορείτου μοναχού, Εκδημίες Αγιορειτών, Πρωτάτον 22/1190, σ. 51.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό, τ. Γ΄, εκδ. Μυγδονία σ. 1263-1268

Όσιος Διονύσιος ο Σιατιστεύς, της Βατοπαιδινής Σκήτης του Αγίου Δημητρίου († 19-2-1794)

OsiosDionisios_Skiti_Agiou_Dimitriou_UPΕλάχιστα βιογραφικά του στοιχεία γνωρίζουμε. Εκοιμήθη στα τέλη του 18ου αιώνος, σε μεγάλη ηλικία προγνωρίζοντας τον θάνατό του. Κατά τον Μανουήλ Γεδεών (εν «Εκκλ. Αλήθεια Κων/πόλεως», έτος δ΄, 1883-4, σ.618): «Πάσαι αι πληροφορίαι δεικνύουσιν ότι ο Διονύσιος εγίνωσκε τα συνήθη και κοινά γράμματα˙ αλλά τοσαύτα γράμματα, εγίνωσκον πάντες σχεδόν οι λόγιοι του Αγίου Όρους, όσοι μη προελθόντες εκ του δουρείου, του υπό Βουλγάρεως και Παλαμάδων και Καυσοκαλυβίτων μορφώσαντας κύρηκας του λόγου και διδασκάλους της ορθής πίστεως, ήλθον εις τον γεραρόν Άθωνα μόνον εφόδιον, ως οι τον καιρόν εκείνον «γραμματισμένοι», φέροντες ακραιφνή και άδολον και ανυπόκριτον πίστιν και ολίγα γράμματα, όσα ενόμιζον αρκούντα προς ανάγνωσιν και εξήγησιν των Μαργαριτών του Χρυσορρήμονος, των Γεροντικών και Ασκητικών των Ισαάκ και Εφραίμ και των Νηπτικών βιβλίων, των ομοίων τη πολυτιμοτάτη και υπό πάσαν έποψιν αληθεί Φιλοκαλία.
Ο ημέτερος Διονύσιος, ίνα εννοήση τα των Αγίων Πατέρων συγγράματα, κατήρτησεν εξ αυτών το βιβλίον, όπερ εκάλεσεν Ίχνος Χριστού, θελήσας διά τούτου και ούτος, κατά μίμησιν ορθοδόξων ομογενών λογίων Μοναχών, να καταστή χρήσιμος και εις πάντα Χριστιανόν Ορθόδοξον…
skiti ag dim vatopΟ Πνευματικός Διονύσιος απήλαυε του σεβασμού των εν αρχαίς ιδίως του παρόντος και εν τέλει του παρελθόντος αιώνος εν Αγίω Όρει ασκουμένων Πατριαρχών. Ο προς αυτόν γράφων (πρώην) Κωνσταντινουπόλεως Προκόπιος ο από Σμύρνης Μαρωνείας Νεόφυτος, ο από Σμύρνης Γρηγόριος Ε΄ όστις, ως γνωστόν, εξαετίαν έμεινεν εν Αγίω Όρει… μετέβαινεν εκ των Ιβήρων… εις την Σκήτην του Αγίου Δημητρίου προς επίσκεψιν του Διονυσίου, ον ετίμα και εις ον εξομολογείτο… Ο Πνευματικός Διονύσιος εστιν ο τύπος του αγιορείτου ιερομονάχου, όστις καίπερ τοπικώς από του κόσμου και της κοσμικής τύρβης χωριζόμενος, καίπερ αποτασσόμενος αυτή τε και πάση τη πομπεία αυτής, υπέρ των εν τω κόσμω ειργάζετο και εργάζεται, ου μόνον εν ευχαίς και δι’ αυτών επιθυμών να ίδη πραγματουμένην την ηθικήν βελτίωσιν των κατά κόσμον αδελφών αυτού, αλλά και δι’ εγγράφου λόγου και προφορικού.
Και οι ευρυτέρας τινός και μετριωτάτης παιδεύσεως τυχόντες Μοναχοί ουδαμώς έπαυον διδάσκοντες και γράφοντες εις την πατρώαν πίστιν, στηρίζοντες τους ορθοδόξους, την εις τα πατρώαν σωτήριον, εμμονήν συνιστώντες, την δάδα δε της Ελληνικής παιδεύσεως άσβεστον τηρούντες. Εσμός αναρίθμητος τοιούτων φιλοπόνων Μοναχών απεδείκνυεν επί εννέα αιώνες τον Άθω ακρόπολιν των του Γένους και των της Εκκλησίας συμφερόντων απροσμάχητον» (ανεδημοσιεύθη και εις το Περιοδικό «Πρωτάτον». Αριθμ. 31, σ.124)
Ο Γέρων Διονύσιος συνέταξε βιβλίον καλούμενον «Ίχνος Χριστού», το οποίον εξεδόθη «πρώτον τύποις» το 1928 από το «βιβλιοπωλείον (της) Συνοδίας Σάββα ιερομονάχου, εν Καρυές Αγίου Όρους» Εις την έκδοσι αυτή προτάσσεται και επιστολή του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, η οποία είναι εκφραστική των κολλυβαδικών αντιλήψεων, και μάλιστα ενός των κυριοτέρων εκπροσώπων τους, γι’ αυτό και παρατίθεται αυτούσια:
«Τω πανοσιωτάτω και σεβασμίω αγίω πνευματικώ παπά κυρ Διονυσίω,
Την δουλικήν προσκύνησιν.
Ανέγνων τας ιεράς και ηθικάς ομιλίας σου Σεβασμιώτατε Πάτερ, και είδον εν αυτές ουχί προοίμια περιοδικά και ρητορικά, ουχί τεχνικούς επιλόγους και προτάσεων έκθεσιν˙ ου τα έντεχνα επιχειρήματα, η τα καλούμενα σχήματα της διανοίας, και σχήματα της λέξεως˙ και απλώς ου την οφρύν, και δεινότητα της έξω και πατουμένης σοφίας. Αλλ’ είδον εις αυτάς. Εκείνον τον αλιευτικόν κάλαμον των ασόφων Αποστόλων, όστις, με την μωρίαν και απλότητα του κυρήγματος, και με μίαν γλυκυτάτην πειθώ, ηξεύρει να αγγιστρεύη τα καρδίας των αναγινωσκόντων, και να τους εκβάλλη έξω από την αλμυράν θάλασσαν των παθών, και της κοσμικής ματαιότητος.
Είδον εν αυταίς μίαν καρδίαν, αμαθή μεν και άπειρον ελληνικής παιδείας, και άλλο τι μη γινώσκουσαν, ειμή Ιησούν Χριστόν, και τούτον εσταυρωμένον˙ γεμάτη όμως από ένα φως γνώσεως, από μίαν αγάπην ειλικρινή και από ένα ένθεον ζήλον, πνέοντα την ωφέλειαν του πλησίον. Και είδον μίαν γλώσσαν όπου ηξεύρει να λαλή περισσότερον από την πράξιν και εμπειρίαν, απρά από την μάθησιν και ανάγνωσιν. Εύρον θεία νοήματα, σύμφωνα ταις Ιεραίς Γραφαίς, και τους θεοφόρεις Πατράσι˙ και εύρον λόγια όσον απλοϊκά άλλο τόσον πολυδύναμα και δραστικά˙ δια των οποίων στηλιτεύονται τα πάθη, ελέγχονται αι κακίαι, επαινούνται αι αρεταί, στολίζονται τα ήθη, και η προς τον ουρανόν άνοδος κατορθούται. Και δια να ειπώ με συντομίαν το πάν, λέγω εκείνα τα του Προφήτου Δαβίδ:
«Ευθύς ο λόγος του Κυρίου, απλοί και γεμάτοι ωφελείας πνευματικής, είναι οι παρόντες λόγοι˙ όψονται ευθείς και ευφρανθήσονται». Και όσοι είναι απλοί και ποθούσι την σωτηρίαν, και ωφέλειαν της ψυχής των, θέλει τους είδουν, και θέλει χαρούν, τρυγώντες εκ της αναγνώσεως αυτών το ποθούμενον.
Ο της αυτής πανοσιότης δούλος και τέκνον εν Χριστώ
Νικόδημος».
(Πρβλ. Θ.Η.Ε. τόμος 5, σ. 82-83, καθώς επίσης «Βιβλίον καλούμενον Ίχνος Χριστού», εν Καρυαίς 1928 (επανέκδοσις υπό Β. Ρηγοπούλου, Θεσ/νίκη 1992), και περιοδικό «Πρωτάτον», αριθμ. 31)
Πηγή:  vatopedi.gr
«Βίος και Πολιτεία Ιερόθεου του μακαρίου Γέροντος», Eισαγωγή – παρουσίαση – σχόλια πατέρων Ιεράς Μονής Παναγίας Χρυσοποδαριτίσσης, § Ιερομόναχος Διονύσιος ο Σιατιστεύς, Εκδόσεις «Τήνος», Σειρά «Άνθη Ευσεβείας», Αθήναι 1994.

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

Μεγίστη Λαύρα

ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΘΩΜΑ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΟΥ


νήμερα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, κατά τόν ἀθωνικό Δεκαπενταύγουστο, τό εὐωδιαστό χῶμα τοῦ Περιβολιοῦ τῆς Παναγίας δέχθηκε νά ταφεῖ σ᾿ αὐτό ἕνας ἀπό τούς ἄξιους ὑμνητές Της, ὁ ἱερομόναχος Θωμᾶς Μικραγιαννανίτης, ὁ καλλικέλαδος Γέροντας τῆς συνοδίας τῶν Θωμάδων. Ὁ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ τιμώντας τή μνήμη τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος, ὁ ὁποῖος δύο τουλάχιστον φορές εἶχε διακονίσει μέ τήν ψαλτική του τέχνη τήν Πανήγυρη τῆς Ἱερᾶς Καλύβης τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου, ἀναδημοσιεύει τό παρακάτω κείμενο.



Του Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
Προχθές κοιμήθηκε ο  Γέροντας Θωμάς ο Μικραγιαννανίτης, της Συνοδείας του Κελίου  των Θωμάδων. Ο Γέροντας Θωμάς καταγόταν από το Στεφανοβίκειο Βελεστίνου και ήρθε πολύ μικρός στο Άγιο Όρος, στην ηλικία των έντεκα χρόνων. Ο Γέροντας Θωμάς είχε το διακόνημα του αργυροχρυσοχόου. Ασχολείτο επίσης  και με το ψάρεμα όταν μπορούσε.
Τον Γέροντα Θωμά τον γνώρισα στα χρόνια της φοιτητικής μου ζωής, κοντά στο έτος 1980.  Τον συναντήσαμε μαζί με τους άλλους δύο συνοδοιπόρους μου, κοντά στο Κυριακό της Σκήτης της Αγίας Άννας.  Προθυμοποιήθηκε να μας δείξει το μονοπάτι για το Κελί του Γέροντα Εφραίμ του Κατουνακιώτη, τον οποίον θα επισκεπτόμασταν. Προπορευόταν ο π. Θωμάς καβάλα στο άλογο ή στο μουλάρι και εμείς ακολουθούσαμε πεζοί.
Το μονοπάτι ήταν αρκετά στενό και από κάτω υπήρχε μεγάλος γκρεμός, καθότι η περιοχή έχει αρκετούς γκρεμούς.  Μετά από κοπιαστική ανάβαση στο γκρημνώδες περιβάλλον φθάσαμε στο Κελί των Θωμάδων.
Ήταν κοντά μεσημέρι.  Μετά το κέρασμα και την ολιγόωρη ξεκούραση, μας οδήγησαν στην Τράπεζα του Κελίου, όπου μας φίλεψαν με φαγητό.  Το μεσημεριανό περιελάμβανε  σουπιές.  Κανείς όμως από τους μοναχούς της Συνοδείας δεν παρακάθισε μαζί μας στην Τράπεζα που παρατέθηκε.   Στην αρχή απόρησα, αλλά  μετά που φύγαμε κατάλαβα ότι πιθανότατα δεν υπήρχε άλλο φαγητό.  Προς τούτο συνηγορούσε και η υπερβολική ποσότητα φαγητού με την οποία μας φίλεψαν.  Εκ των υστέρων αντιλήφθηκα ότι ήταν ακόμα μια χαρακτηριστική περίπτωση, της άκρας αγιορείτικης φιλοξενίας.  Μου έκανε εντύπωση η απλότητα του π. Θωμά και των άλλων μοναχών, αλλά και του Γέροντα της Συνοδείας.
    Ο Γέροντας Θωμάς ήταν άριστος γνώστης της παραδοσιακής Εκκλησιαστικής μουσικής.  Συνέχισε την Αγιορείτικη ψαλτική παράδοση. Για τούτο και τον καλούσαν σε Αγιορείτικες πανηγύρεις σε Κελιά και Μοναστήρια του Αγίου όρους.  Το ύφος που έψαλλε ο γέροντας Θωμάς, θύμιζε το ανεπιτήδευτο ύφος που έψαλλε ο διακο-Διονύσης (Φιρφιρής),  της Αγιορείτικης πολίχνης των Καρυών.  Εξάλλου ο Γέροντας Θωμάς συνέψαλλε κάποτε με τον διακο-Διονύση (Φιρφιρή),  αλλά και με τους ξακουστούς Αγιορείτες ψάλτες, όπως τον  π. Παντελεήμονα (Κάρτσωνα), τον παπα- Χρυσόστομο, τον π. Ιωσήφ, τους πατέρες του Κελίου των Δανιηλέων κλπ.   Αποτελούσε χαρακτηριστική περίπτωση, όπου το κάλλος της ταπείνωσης,  συναντούσε τον πλούτο της παραδοσιακής Εκκλησιαστικής μας μουσικής, το καλοταίριασμα που «τονίζει τα  θεία νοήματα» της Εκκλησιαστικής μας Υμνογραφίας, που έλεγε ο Όσιος Παΐσιος.
«Καλό Παράδεισο γέροντα Θωμά»
ΠΗΓΗ: ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ

ΤΑ ΙΕΡΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΙΛΟΥΑΝΟΥ ΤΟΥ ΑΘΩΝΙΤΟΥ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ


     
 ὅσιος Σιλουανός  θωνίτης εναι μία πό τίς μεγαλύτερες σύγχρονες ἁγιασμένες μορφές το γιορείτικου καί γενικότερα το ρθοδόξου μοναχισμοἩ μνήμη του τιμᾶται στίς 24 Σεπτεμβρίου
Με ευλογία του Πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών κ. Κυρίλλου και με αφορμή τα 1000 χρόνια παρουσίας ρώσων  μοναχών στο Άγιον Όρος, έφτασαν στη Ρωσία ιερά λείψανα του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου. Επίσης μαζί με τα ιερά λείψανα έφτασε στη Ρωσία και μια ιερά εικόνα του Σωτήρος, η οποία συνδέεται με θαύμα του Χριστού και του Αγίου Σιλουανού.
Την Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου στο χωριό Σόφσκογιε της περιοχής Λιπέτσκαγια που είναι η γενέτειρα του Αγίου Σιλουανού (κατά κόσμο Σεμιόν Αντόνοφ, 1866-1938) ολοκληρώθηκε η ανακατασκευή των ιστορικών κτιρίων του 19ου αιώνα. Συγκεκριμένα αναπαλαιώθηκαν, ένα παλιό οίκημα, η εκκλησία της Γεννήσεως του Χριστού, χτίσθηκε ένα παρεκκλήσι και μια πηγή αγιάσματος. Έξω από το παρεκκλήσι έχει τοποθετηθεί η προτομή του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη, ενώ δίπλα στην εκκλησία θα εγκαινιασθεί το μνημείο που είναι αφιερωμένο στον Αγιο.
Να σημειωθεί πως στο σπίτι που γεννήθηκε ο άγιος Σιλουανός, το οποίο μετατράπηκε σε μουσείο, έγινε ολική αναπαλαίωση, ενώ στον κήπο που το περιβάλλει, σύντομα θα φυτευτούν μηλιές.
ΠΗΓΗ: ΡΟΜΦΑΙΑ


Ο βίος του
Παράτολμο να αγγίξει κανείς τα βιώματα του μεγάλου Οσίου του Χριστού, του Οσίου της θείας Αγάπης, του «Παγκόσμιου» Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου. Ο βιογράφος του Αγίου Σιλουανού, μακαριστός γέρων Σωφρόνιος, έλεγε ότι το εγχείρημα δεν είναι εύκολο για άνθρωπο που δεν έχει ούτε το χάρισμα, ούτε την πείρα του γράφειν. Όμως με τη βοήθεια του Θεού και τις πρεσβείες του Αγίου Σιλουανού θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε τον βίο και την πολιτεία του. 

Ο ὅσιος Σιλουανός, κατά κόσμον Συμεών Ιβάνοβιτς Αντονώφ, χωρικός από την επαρχία Λεμπεντιάσκ, γεννήθηκε το 1866 και προσήλθε στον Άθωνα το 1892. Έλαβε τον μανδύα το 1896 και έγινε μεγαλόσχημος το 1911.
Γεγονότα που στάθηκαν σταθμοί στη ζωή του κατά κόσμον Συμεών ήταν η επιρροή που είχε από το άγιο παράδειγμα του πατέρα του.Όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Όσιος «Ποτέ δεν θύμωνε, ήταν πάντοτε μετρημένος και ήσυχος με μεγάλη υπομονή, διάκριση και πραότητα. Να, ένα τέτοιο γέροντα ήθελα να έχω!». 
Ο Συμεών νέος και δυνατός όντας, εργαζόταν σ’ ένα κτήμα ενός πρίγκηπα, όταν ο Θεός οικονόμησε να πάει για προσκύνημα στον τάφο του Αγίου Ιωάννου Σεζένωφ του έγκλειστου. Τότε εκεί η ψυχή του δέχτηκε τη χάρη του Θεού και γεύτηκε την θεία αγάπη. Από τότε προσευχόταν θερμά και με πολλά δάκρυα και του γεννήθηκε για πρώτη φορά ο πόθος για μοναχικό βίο. 
Όμως για τρεις μήνες, -τόσο διήρκεσε η χάρις στον νεαρό τότε Συμεών- επανήλθε στις διασκεδάσεις με τους φίλους του και έχασε τελείως την Θεία Χάρη και την προσευχή του. Σιγά-σιγά έπεσε στα δίκτυα του κόσμου τούτου και έφτασε να πίνει και βότκα σε σημείο μέθης μαζί με την παρέα του, ώσπου μια μέρα κτύπησε έναν νεαρό μέθυσο, σχεδόν μέχρι θανάτου.
Όμως η Θεομήτωρ επενέβηκε με θαυμαστό τρόπο σώζοντάς τον από το βούρκο που ζούσε και φέρνοντας τον σε πραγματική μετάνοια και αλλαγή τρόπου ζωής. Στον ύπνο του είδε να καταπίνει ένα μεγάλο φίδι και ταράχτηκε τόσο από την αηδία που ένιωσε, που πετάχτηκε πάνω τρομαγμένος. Τότε άκουσε τη φωνή της Θεοτόκου να του λέει: «Όπως δεν σου άρεσε που κατάπιες το φίδι, έτσι δεν μου αρέσουν κι εμένα τα έργα σου». Η γλυκιά και γεμάτη πόνο φωνή της Παναγίας μας τον συγκλόνισε και ήταν η αφορμή ν’ αλλάξει αμέσως τρόπο ζωής και να ξαναγεννηθεί στην ψυχή του ο πόθος για τον μοναχισμό που κράτησε και σε όλη τη στρατιωτική του θητεία.
Κατά το τέλος της στρατιωτικής του θητείας επισκέφτηκε τον Άγιο Ιωάννη της Κροστάνδης και εκεί αφήνοντας ένα ολιγόλογο γράμμα στον άγιο, ο Συμεών έλεγε: «Άγιε πάτερ θέλω να γίνω μοναχός. Προσευχηθείτε να μην με κρατήσει ο κόσμος». Έφυγε αλλά από εκείνη τη στιγμή άρχισαν να βουΐζουν γύρω του οι φλόγες του Άδη και αυτό το αισθανόταν από τότε σ’ όλη τη μετέπειτα μοναχική του ζωή. Μετά από λίγο μετάβηκε στον Άθωνα, όπου εκεί άρχισε ο μεγάλος αγώνας του. Αλλεπάλληλες μεταπτώσεις από τη Χάρη στην πλήρη εγκατάλειψη του Θεού, μαρτύριο ανείπωτο για όσους το βίωσαν. Χαρακτηριστικά έλεγε ο Άγιος ότι «αυτός που δέχτηκε την αγάπη του Θεού στην ψυχή του δεν αντέχει την εγκατάλειψη της Χάριτος και πονεί άχρι θανάτου».
Έτσι λοιπόν ο Άγιος Σιλουανός μέχρι να γίνει δοχείο της Χάριτος του Χριστού και να πληρωθεί Πνεύματος Αγίου πέρασε δια πυρός και σιδήρου: θλίψεις, απόγνωση, βίωσε το σκοτάδι της κολάσεως, βρέθηκε στα έγκατα του Άδη! Όταν έφτασε στα όρια της θλίψεωςκαι το εξέφρασε με το να πει στον Θεό ότι είναι αδυσώπητος, τότεγεύτηκε και τη χάρη ως «πυρ καταναλίσκον» στην καρδιά του από τη στιγμή που είδε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό και του είπε τον κορυφαίο λόγο «Κράτα τον νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι». Από τότε έκαιγε μέσα του ο άσβεστος πόθος, οθείος έρωτας γι’ Αυτόν.
Η ευχή του Ιησού έκαιγε αδιαλείπτως στην ψυχή του, αφού του δόθηκε για τον ανδρείο αγώνα του από την ίδια τη Θεοτόκο! Πλέον τα δάκρυα έτρεχαν ασταμάτητα για όλο τον κόσμο και η καρδιά του πονούσε για όλη την κτίση, που ζούσε μακριά από τον Ποιητή και δημιουργό της. Η προσευχή του με πόνο βαθύ έβγαινε προς τον Θεό και έλεγε: «Δέομαι ουν σου Κύριε, ίνα γνωρίσωσίν Σε εν πνεύματι Αγίω πάντες οι λαοί της γης». Γι’ αυτό άλλωστε αγαπήθηκε πολύ ο Άγιος Σιλουανός από όλα σχεδόν τα έθνη και έγινε Παγκόσμιος Άγιος στις ψυχές όλων. Λίγες γραμμές δεν μπορούν να περιγράψουν τις αρετές ενός γίγαντα Αγίου, όπως την ανεξικακία του, την αγάπη του και ιδιαίτερα την αγάπη του προς τους εχθρούς, την αδιάλειπτη νοερά προσευχή του για όλα τα έθνη, τη χριστομίμητο ταπείνωσή του και την πλήρη υπακοή του σε κάθε αδερφό, όχι μόνο στον πνευματικό. Αρετές που ο Άγιος ήξερε να τις κρύβει πολύ καλά.

ΠΗΓΗ: περιοδικό Καθ’ οδόν, τεύχ. 23, έκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού

ΣΗΚΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΜΑΣ ΣΤΑΥΡΟ Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου


ΤΟ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙ ΤΗΣ ΚΑΛΥΒΗΣ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ
 ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΗ ΣΚΗΤΗ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ

                               Παταπίου μοναχοῦ Καυσοκαλυβίτου
   δρό­μος πού ὁ­δη­γεῖ τον ἄνθρωπο στόν ἀ­να­στη­μέ­νο Χρι­στό, εἶναι νά ἀρ­νη­θεῖ τόν ἑ­αυ­τό του καί νά ση­κώ­σει τό σταυ­ρό του, σταυ­ρώ­νο­ντας τόν ἐ­γω­κε­ντρι­σμό του καί τή φι­λαυ­τί­α του
   Μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος Ἀλεξανδρείας ὁ Μέγας:
«Ὁ ἔχων ἀνάπαυσιν ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ τήν αἰώνια ἀνάπαυσιν μή ἐλπιζέτω λαβεῖν… ἀλλ᾿ ἐκείνων ἐστί, ἡ αἰώνιος ἀνάπαυσις, τῶν ἐν θλίψει πολλῇ  καί στενοχωρίᾳ, διατρεξάντων τόν βίον τούτον».
   Τί σημαίνει ὅμως γιά μᾶς σήμερα τό: «ἀκολουθῶ τόν Ἐσταυρωμένο Χριστό, βαστάζοντας τόν δικό μου Σταυρό»;
  Πρῶτον σημαίνει ὅτι σταυρνω τν παλαι νθρωπο, τ πθη μου, δηλαδή, καί ὅτι μέ χωρίζει ἀπό τήν κοινωνία μέ τόν Θεό. παρνομαι τν παλαι νθρωπο κα γωνζομαι ν ξεριζσω π μσα μου τ μαρτωλ κα γωϊστικ πθη, τν γωκεντρισμ, τ φιλαυτα.
   Δεύτερον, σημαίνει ὅτι ὑπομνω τς κοσιες δοκιμασες τς ζως καρτερικ κα εχαριστιακ. Ο δυνηρς κα νατες σθνειες, θνατος προσφιλν μας προσπων, δικα, χαριστα κα περιφρνηση, φτώχεια κα λλες δοκιμασες ποτελον εκαιρες πο, ν τς χρησιμοποισουμε σωστ, μς συσταυρνουν κα συνεγερουν μ τν Χριστ. νας μακαριστός ἁγιορείτης γροντας επε χαρακτηριστικ τ ξς: «να δξα σοι Θες, τν ρα πο πονμε χει μεγαλτερη ξα π χλια Κριε ησο Χριστ» πού τό λέμε ταν δν πονμε.
   Σημαίνει ἐπίσης ὅτι ἀναλαμβνω κοσιους πνους, στερσεις, γνες γι τν γπη πρς τν Θε. διος ἄλλωστε Κριος μς δδαξε τι στεν πλη κα τεθλιμμνη δς το Εαγγελου.