ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ
Προηγούμενος ῾Ιερᾶς Μονῆς Διονυσίου Ἁγίου ῎Ορους (+ 1908- 2001)
…Ἀπό ἡλικίας 21 ἐτῶν ὁ νεαρός
Χαράλαμπος, ἐπιδόθηκε στό κόσμο στούς ἀσκητικούς ἀγῶνας. ῎Εκαμνε 100
μετάνοιες, ἐνήστευε, προσευχόταν πολλές ὧρες τίς νύκτες καί ἐγκρατευόταν
ἀπ᾿ ὅλα τά σαρκικά πάθη. Σέ ἡλικία 30 ἐτῶν, μέ τήν καθοδήγησι τοῦ θείου
του, μοναχοῦ Ἀρσενίου, ἦλθε στό ῞Αγιον ῎Ορος. ῾Υπετάχθηκαν μαζί στόν
μεγάλο ἡσυχαστή τῶν τελευταίων χρόνων, τόν π. Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος τότε
κατοικοῦσε μέσα σέ σπηλιές στήν περιοχή τῆς ῾Αγίας ῎Αννης. ῞Οταν
πρωτοπῆγε στόν Γέροντα Ἰωσήφ, ἐκεῖνος τόν ἐρώτησε:Προηγούμενος ῾Ιερᾶς Μονῆς Διονυσίου Ἁγίου ῎Ορους (+ 1908- 2001)
-Ξέρεις γιατί ἦλθες ἐδῶ;
-῏Ηλθα γιά νά γίνω μοναχός, Γέροντα.
-Ξέρεις νά κάνῃς μετάνοιες;
-Ξέρω. ῎Εκανα στό κόσμο μέχρι 300.
-Τί εἶναι 300 μετάνοιες τήν ἡμέρα. Ἐδῶ θά κάνῃς 3000 μετάνοιες. Μπορεῖς;
-Δέν ξέρω Γέροντα, θά δοκιμάσω.
Ἐφώναξε τόν Ἀρσένιο καί τοῦ εἶπε:
«Πᾶρτον καί πηγαίνετε σ᾿ αὐτό τό ὑψωματάκι, ἔξω ἀπό ἐκείνη τήν σπηλιά καί ἀρχίστε νά κάνετε μαζί 3000 μετάνοιες».
Πράγματι, ἐπῆγαν καί ἐπί δυόμισυ ὧρες, ἔκαναν ὅλες αὐτές τίς μετάνοιες. ῾Ο ἱδρῶτας ἔλουζε τά πρόσωπά τους, ἀλλά ἔμειναν πιστοί στήν ἐντολή τοῦ Γέροντός τους.
Κατόπιν τοῦ ὥρισε νά κάνῃ ἡμερησίως 2000 μετάνοιες. ῾Ο ἀκούραστος τριαντάρης ἀσκητής Χαράλαμπος δέν ἐδειλίαζε σ᾿ ὁποιοδήποτε ἀγώνισμα τοῦ ἐπέβαλε ὁ Γέροντάς του. Κάποια ἡμέρα ὅμως τόν ἔπιασαν οἱ λογισμοί, λόγῳ κοπώσεως, καί τοῦ εἶπε: –
-Μά Γέροντα 2000 μετάνοιες τήν ἡμέρα θά πεθάνω.
-Γι᾿ αὐτό ἤρθαμε, παιδί μου, ἐδῶ γιά νά πεθάνουμε.
-Δέν γίνεται νά κάνω λιγώτερες;
-Ἐν τάξει. Ἀπό σήμερα θά κάνῃς 700 τήν ἡμέρα.
Πράγματι ὁ νεαρός δόκιμος Χαράλαμπος, ἔκανε 700 μετάνοιες τήν ἡμέρα, ἐπί ἑπτά συναπτά ἔτη.
Κάποια ἡμέρα τόν ἐφώναξε καί τοῦ εἶπε:
-Βλέπεις, παιδί μου Χαράλαμπε, αὐτή τήν σπηλιά πού εἶναι σ᾿ αὐτό τό ὕψωμα;
-Τήν βλέπω Γέροντα.
-Θά πᾶς ἐκεῖ ἀπό τώρα τό πρωῒ μέχρι τό ἡλιοβασίλευμα. Ἐκεῖ μέσα θά βρῇς τόν παράδεισο.
Ξεκίνησε ὁ π. Χαράλαμπος μέ λίγο παξιμάδι καί ἕνα μπουκάλι νερό, γιά νά κάνῃ τήν ὑπακοή στόν Γέροντά του. ῞Οταν ἔφθασε στήν σπηλιά, εἶδε ὅτι εἶναι τόσο μικρή πού δέν μποροῦσε νά μπῇ μέσα ὄρθιος, παρά σερνόμενος τά μπρούμητα. Μά ποῦ εἶναι ὁ παράδεισος πού μοῦ εἶπε ὁ Γέροντάς μου; Τί θά κάνω ἐδῶ μέσα τόσες ὧρες μέχρι τό βράδυ;
Ἐπειδή ἄρχισε νά κρυώνῃ, στρώθηκε στίς μετάνοιες γιά νά ζεσταθῆ λίγο. Παράλληλα τόν παρηγοροῦσε καί ἡ Θεία Χάρις. Τοῦ ἦλθαν τά πρῶτα δάκρυα τῆς μετανοίας, προστέθηκαν κι ἄλλα κι ἄλλα…. Αἰσθάνθηκε μία γλυκύτητα νά ξεχύνεται μέσα καί ἔξω στόν ἑαυτόν του. Βγῆκε λίγο ἔξω, ἀγνάντεψε τήν ἔρημη ἄγρια φύσι. ῞Ολα τά εἶδε ἥρεμα καί ὄμορφα, ἀγγελικά πλασμένα. Τότε μονολόγησε καί εἶπε: «Νά αὐτός εἶναι ὁ παράδεισος πού μοῦ ὑποσχέθηκε ὁ Γέροντάς μου, ὅτι θά βρῶ. Ἐδῶ νά καθίσω σ᾿ ὅλη μου τήν ζωή καί δέν θέλω τίποτε ἄλλο».
Ἐπέστρεψε τό βράδυ στήν Καλύβα καί διηγήθηκε παριχαρής τί ἐμπειρίες ἔζησε ἀπό τήν ὁλοήμερη ἐκείνη ἄσκησί του στήν ἀπομακρυσμένη σπηλιά τοῦ βουνοῦ.
Ἐπειδή οἱ σπηλιές ἦσαν ἀνθιϋγιεινές, ἔφυγαν ὅλοι μαζί καί ἐγκατεστάθησαν σέ δύο σπιτάκια τῆς ῾Ιερᾶς Νέας Σκήτης. Μαζί τους συγκαταριθμήθηκε γιά τήν ἄσκησι καί ὁ μοναχός π. Θεοφύλακτος, ὁ ὁποῖος εἶχε γιά πολλά χρόνια μέ τόν μακαριστό Ἰωακείμ Σπετσέρη τό Κελλίον τῶν ῾Αγίων Ἀναργύρων. Τό ἐργόχειρόν τους, ἦτο ἡ κατασκευή ξυλίνων σταυρῶν καί σφραγίδων γιά πρόσφορα. Εἰς αὐτά τά ἐργόχειρα, φάνηκε περίτρανα ἡ ἄκαμπτος ἐργατικότης καί ταχύτης στήν δουλειά τοῦ π. Χαραλάμπους. Ἐνῶ ὁ θεῖος του π.Ἀρσένιος κατασκεύαζε 30 σταυρούς τήν ἡμέρα, ὁ π. Χαράλαμπος τήν πρώτη ἡμέρα ἔκαμε 40, τήν δεύτερη 80 καί ἀπό τήν τρίτη ἡμέρα συνέχιζε νά φτιάχνῃ 100 σταυρούς ἡμερησίως.
‘Επειδή ὁ Γέρο Ἰωσήφ, γρήγορα ἀντελήφθη, ὅτι ἡ Παναγία ἔφερε στήν συνοδεία του ἕνα ἄκακο ἀρνίο, πού εἶχε ὅμως κυκλώπειες δυνάμεις καί ἀσυνήθιστη ἀντοχή, τοῦ ἀνέθεσε ὅλες τίς ἐξωτερικές ἐργασίες τοῦ Κελλίου τους. ῾Ο π. Χαράλαμπος, κατέβαινε στήν παραλία νά μεταφέρῃ στήν πλάτη τσουβάλια ἀπό τσιμέντα, ἄλευρα, διάφορα ἄλλα οἰκοδομικά ὑλικά. ῞Ο ἴδιος ἔτρεχε σάν ἀετός στίς Καρυές καί ἀλλοῦ νά πωλήσῃ τό ἐργόχειρό τους, νά δουλέψῃ μεροκάματο στήν συγκομιδή τῶν ἐλαιῶν στίς διάφορες Μονές, ν᾿ ἀνοίξῃ θεμέλια διά τήν κατασκευή ἑνός μικροῦ δικοῦ τους κτίσματος. Ὅπως ὁ ἴδιος μοῦ ἐδιηγεῖτο, ἔνοιωθε, ὅτι ἄνοιγαν οἱ Οὐρανοί ἀπό τήν πλούσια χάρι πού τόν ἐσκέπαζε καί τοῦ ἔδινε πνευματικά φτερά νά πετᾶ ψηλά…
από το βιβλίο: «ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΓΕΡΟΝΤΑΔΕΣ ΤΟΥ ΑΘΩΝΟΣ» – Μοναχοῦ
Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου (ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΑΘΩ 2005)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου